Ο ΔΡΑΚΟΣ (1956)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νίκος Κούνδουρος
- ΚΑΣΤ: Ντίνος Ηλιόπουλος, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Γιάννης Αργύρης, Θανάσης Βέγγος
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 103'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FILMTRADE
Ένας ανθρωπάκος, ο οποίος μοιάζει μ’ έναν κακοποιό καταζητούμενο από την Αστυνομία, πανικοβάλλεται, τρέπεται σε φυγή και βρίσκει καταφύγιο στο λημέρι μιας συμμορίας.
Μια κακή ταινία; «Ψεύτικη, φτιαχτή, γεμάτη υπερβολές», όπως είχε γράψει ο κριτικός της εφημερίδας ΕΘΝΟΣ, Αχιλλέας Μαμάκης; Που «μόνο μια αρρωστημένη φαντασία είναι δυνατόν να διανοηθεί και να παρουσιάσει τέτοια τέρατα»; Υπερβολές! Μια ταινία που κατακεραυνώθηκε από όλους σχεδόν τους κριτικούς κινηματογράφου της εποχής της, ανεξαρτήτως του εντύπου στο οποίο έγραφαν (δεξιό, κεντρώο ή αριστερό), με τον Μαμάκη να είναι ο πιο αυστηρός, και που σήμερα έχει καταξιωθεί και θεωρείται κάτι σαν σημείο αναφοράς για τους νεότερους.
Δεν θα την έλεγες εμπορική αποτυχία, μολονότι στο ταμείο απέφερε 35.784 εισιτήρια (σε Αθήνα μόνο), τα μισά σχεδόν από εκείνα της πρώτης ταινίας του σκηνοθέτη της – «Μαγική Πόλις» (1955, 67.770 εισιτήρια, πάντα στην Αθήνα, δηλαδή σε κινηματογράφους πρώτης προβολής μόνο). Ήταν, όμως, μια πολύ πιο προσωπική δημιουργία, με τα νεορεαλιστικά γνωρίσματα να υποχωρούν, τη δραματουργία να επικρατεί και την ενσωμάτωση στοιχείων από την αρχαία τραγωδία να παίζει καθοριστικό ρόλο.
Παραμονές Χριστουγέννων και ο Θωμάς (Ντίνος Ηλιόπουλος), ένας άσημος υπάλληλος, χαμένος μέσα στην ανωνυμία της πρωτεύουσας, ανακαλύπτει ότι μοιάζει με τον αποκαλούμενο από τον Τύπο «Δράκο της Αθήνας». Στην αρχή τα χάνει, προσπαθεί να κρυφτεί, αλλά μετά ενστερνίζεται τον ρόλο του άλλου και γίνεται αποδεκτός από τα μέλη μιας συμμορίας του υποκόσμου ως «γνήσιος» Δράκος. Η συμμορία, με αρχηγό τον Χοντρό (Γιάννης Αργύρης) και επίκεντρο ένα λαϊκό cabaret, ετοιμάζει το μεγάλο κόλπο: την κλοπή μιας αρχαιοελληνικής κολώνας, από τον ναό του Ολυμπίου Διός, την οποία θα πουλήσει σε ξένους. Όταν γίνεται γνωστό ότι ο Δράκος συνελήφθη και αποκαλύπτεται ποιος πραγματικά είναι, ο Θωμάς έρχεται αντιμέτωπος με την κατηγορία της «προδοσίας των ονείρων» των μελών της συμμορίας.
Ο Θωμάς είναι ένας μοναχικός άνδρας, ηττημένος από τη ζωή, που ξαναβρίσκει μια θέση σ’ αυτήν χάρη στην ομοιότητά του μ’ έναν άλλον. Βγαίνει και πάλι στον κόσμο, νιώθει έλξη για μια νεαρή γυναίκα, το Μωρό (Μαργαρίτα Παπαγεωργίου), αισθάνεται κυρίαρχος. Και μαζί του «μεταμορφώνονται» και οι ασήμαντοι άνδρες του Χοντρού, κατ’ όνομα άτομα του υποκόσμου, μικροκακοποιοί της πλάκας ουσιαστικά. Όντας στα πρόθυρα του να χάσει τα πάντα, ανακτά τον εαυτό του ανάμεσα σ’ αυτούς που δεν έχουν τίποτα και συναντά το πεπρωμένο του σαν αληθινός άνθρωπος του υποκόσμου.
Μυθοπλαστικά, η ταινία του Νίκου Κούνδουρου λειτουργεί αλληγορικά, φέρνοντας έναν απλό άνθρωπο ανάμεσα σε απελπισμένους συνανθρώπους του, οι οποίοι αποζητούν τον εύκολο πλουτισμό, θέλοντας να βγουν από τη μιζέρια. Ο μικρόκοσμος του λαϊκού cabaret δεν είναι παρά ο μεγάκοσμος της μετεμφυλιακής Ελλάδας, που αλληθωρίζει για βοήθεια προς τους Αμερικανούς, ενώ την ίδια στιγμή αναζητεί την ηγετική εκείνη μορφή που θα την βγάλει από το αδιέξοδο. Και μορφικά είναι μια σπουδαία ταινία, στο ύφος του φιλμ νουάρ. Λιτή και ευρηματική, με σκηνοθετική ακρίβεια και μελαγχολική αμεσότητα, φρενήρη ρυθμό κι ένα αναγνωρίσιμο, ιδιαίτερο στυλ.