ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ: ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΦΑΡΑΩ (2014)
(NIGHT AT THE MUSEUM: SECRET OF THE TOMB)
- ΕΙΔΟΣ: Κωμική Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σον Λίβι
- ΚΑΣΤ: Μπεν Στίλερ, Ρόμπιν Γουίλιαμς, Όουεν Γουίλσον, Στιβ Κούγκαν, Νταν Στίβενς, Ρίκι Τζερβέις
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 97’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Όταν τα «ζωντανά» εκθέματα του νεοϋορκέζικου Μουσείου Φυσικής Ιστορίας αρχίζουν να συμπεριφέρονται περίεργα, καθώς η χρυσή αρχαία αιγυπτιακή πλάκα σιγά σιγά σκουριάζει, ο νυχτοφύλακας Λάρι ταξιδεύει στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου για να βρει τη λύση προτού η μαγεία χαθεί για πάντα.
Το δεύτερο sequel της επιτυχημένης οικογενειακής ταινίας του 2006 αποτελεί μια από εκείνες τις σπανιότατες ευχάριστες εκπλήξεις του να είναι ίσως και η καλύτερη της τριλογίας! Σαφώς και η πρωτοτυπία τής πρώτης ταινίας τού 2006 έχει προ πολλού ξεφτίσει και οι βασικοί χαρακτήρες είναι πλέον υπέρ του δέοντος οικείοι κι επαναλαμβανόμενοι, όμως αυτά προσπερνιούνται σύντομα, όταν το χιούμορ αποδεικνύεται αναπάντεχα ανανεωμένο (ειδικά σε σχέση με τη δεύτερη ταινία του 2009) και το λαμπρό κωμικό καστ δείχνει να διασκεδάζει πραγματικά αυτή την τελευταία του συγκέντρωση. Όσο για τους νέους χαρακτήρες, ενώ η – σύντομη – παρουσία τού Μπεν Κίνγκσλεϊ είναι μάλλον άσκοπη, στον αντίποδα ο Λάνσελοτ του Νταν Στίβενς (ο ξανθούλης τού «Downton Abbey») αποτελεί την ευχάριστη έκπληξη, με εξαιρετικό κωμικό timing και έξυπνες ατάκες. Ασφαλώς, κωμικές ιδιοφυίες σαν τον Τζερβέις και τον Κούγκαν επιστρέφουν και βάζουν για άλλη μια φορά τη δική τους σφραγίδα με τους χρονικά περιορισμένους ρόλους τους.
Το «…Μυστικό του Φαραώ» κλείνει οριστικά (;) τον κύκλο της ιστορίας των μουσειακών εκθεμάτων που ζωντανεύουν μετά το ηλιοβασίλεμα και η ισορροπία τού χιούμορ, με μια μελαγχολική, αποχαιρετιστήρια διάθεση, είναι επιτυχημένη. Βεβαίως, κανείς δεν θα περίμενε πως αυτή η μελαγχολική νότα θα ενισχυόταν από τον τραγικό θάνατο του Ρόμπιν Γουίλιαμς το περασμένο καλοκαίρι, εδώ σε μια από τις τελευταίες του εμφανίσεις (εμφανώς πιο αδύναμος και υποτονικός από ποτέ, όμως με την ίδια θέρμη και ευαισθησία, στοιχεία για τα οποία τον αγαπήσαμε), ωστόσο οι τελικές σκηνές όπου εμφανίζεται και η αφιέρωση στους τίτλους τέλους, αναπόφευκτα εντείνουν τη γλυκόπικρη χροιά που επεδίωκε εξαρχής η ταινία.
Δεν υπάρχουν πολύ περισσότερα να «αναλύσει» κανείς σ’ αυτή την οικογενειακή αμερικανική κωμωδία. Ο εύκολος αφορισμός της θα ήταν με τον ψόγο πως αποτελεί μια ακόμα χολιγουντιανή «αρπαχτή», χωρίς ιδιαίτερο βάθος και διαχρονική αξία. Ωστόσο, προσπερνώντας τον συνήθη κυνισμό, δεν παύει να αποτελεί μια απολαυστική κωμωδία στα πρότυπα της «χρυσής» εποχής των δεκαετιών του ’40 και του ‘50, που δεν καταφεύγει στο σκατολογικό χιούμορ για εύκολα χαχανητά (αν και η μαϊμού Ντέξτερ πρωταγωνιστεί σε μια – ήπια – σκηνή… τουαλέτας σε μια έκτακτη ανάγκη!), ενώ σεκάνς σαν την animated καταδίωξη μέσα στον πίνακα «Relativity» του ζωγράφου Έσερ δίνουν μια αναπάντεχα πρωτότυπη νότα στο σύνολο. Η έξοδός της μέσα στις γιορτές είναι η ιδανική στιγμή να αφήσεις τις όποιες προκαταλήψεις έξω από την αίθουσα και να απολαύσεις μια αρκετά παλιομοδίτικη (με την καλή έννοια) κωμωδία, αποχαιρετώντας ταυτόχρονα μια ομάδα χαρακτήρων που, αν μη τι άλλο, πρόσφερε αρκετές στιγμές γέλιου και μια πρωτότυπη (είδος προς εξαφάνιση για τα χολιγουντιανά standard, πλέον) αρχική σεναριακή ιδέα, χωρίς να προσβάλλει ποτέ αισθητικά. Έχει αρκετές σκηνές όπου θα γελάσεις δυνατά και κάποιες άλλες που μπορεί και να προσποιηθείς πως… μπήκε σκουπιδάκι στο μάτι σου. Και μόνο γι’ αυτό, για κάποιους από εμάς, την αξίζει την επίσκεψη στο σινεμά της γειτονιάς.