FreeCinema

Follow us

MAGICAL GIRL (2014)

  • ΕΙΔΟΣ: Θρίλερ
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κάρλος Βερμούτ
  • ΚΑΣΤ: Μπάρμπαρα Λένι, Λουίς Μπερμέχο, Χοσέ Σακριστάν, Λουθία Πογιάν, Ιζραέλ Ελεχάλδε
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 127'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE

Απελπισμένος πατέρας που θέλει να ικανοποιήσει την επιθυμία της άρρωστης κόρης του, να αποκτήσει το φόρεμα και το ραβδί μιας Γιαπωνέζας τηλεστάρ, οδηγείται σε ηθικά αμφιλεγόμενες πράξεις που εμπλέκουν, επίσης, την καταθλιπτική σύζυγο αλαζόνα ψυχιάτρου κι έναν ηλικιωμένο, συνταξιοδοτημένο καθηγητή.

Το «Magical Girl» είναι μια ταινία ήπια μισανθρωπική. Στάλα συμπόνιας δεν χαραμίζει για το ταλαίπωρο είδος μας. Βλέπει στον άνθρωπο καλές προθέσεις, κοιτάσματα αγάπης, κουράγιο, δύναμη αλλά όλα αυτά, στο φινάλε, τα επιστρατεύουμε μόνο και μόνο για να κάνουμε μεγαλύτερο κακό στον άλλο. Πιστεύοντας, δε, ότι έχουμε όλα τα δίκια τού κόσμου ακόμα κι όταν καταστρέφουμε. Είναι μια ταινία βαθιά κυνική, ειρωνική, αδίστακτη αλλά και ύπουλα διασκεδαστική. Γιατί την ώρα που σε τσακίζει εκθέτοντας τα εγκλήματα που διαπράττονται στο όνομα της αγάπης, την ίδια στιγμή σε αναγκάζει να γελάς. Άραγε, μπορείς να αφαιρέσεις απ’ την ανθρώπινη τραγωδία αυτό το στοιχείο, το χιούμορ; Μάλλον όχι. Για ένα αποστασιοποιημένο βλέμμα, όλα αυτά δεν είναι παρά ένα μακάβριο αστείο.

Αποστασιοποιημένη είναι, λοιπόν, η θέαση του σκηνοθέτη Κάρλος Βερμούτ. Και μια τέτοια προσέγγιση επιβάλλει και στον θεατή. Το φιλμ θέτει ηθικά διλήμματα μέσα σε μια θριλερική ατμόσφαιρα αμφισημίας και υπαρξιακού πανικού, αλλά οι απαντήσεις δίνονται μέσω της φόρμας. Που είναι οριακά περιπαικτική και ανέμελη. Ο Βερμούτ σαρκάζει, υπόγεια, τους ήρωές του, δεν τονίζει υπερβολικά το δράμα, αρνείται να εκβιάσει την οποιαδήποτε συγκίνηση. Για την ακρίβεια, «διαλύει» τη συγκίνηση μέσα στο οξύ τής αμοραλιστικής του διάθεσης. Η ιστορία προβάλλει αρχικά μια καταγγελτική όψη (όποιος θέλει, φυσικά, μπορεί να αντλήσει κοινωνικοπολιτικά «μηνύματα» σχετικά με την οικονομική κρίση που ολοκληρώνει την ηθική κατάπτωση, σπρώχνοντας τα άτομα σε ειδεχθείς πράξεις) αλλά, σε σύντομο χρονικό διάστημα, αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό που ενδιαφέρει τον Βερμούτ είναι η νουαρική διάσταση του έργου κι όχι, για παράδειγμα, ένα είδος σκληρού κοινωνικού ρεαλισμού.

Πράγματι, σαν ατμοσφαιρικό νεο-νουάρ της αστικής σήψης μετά την οικονομική κρίση, η ταινία λειτουργεί άψογα. Πάνω απ’ όλα, όμως, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια σκηνοθετική (και σεναριακή) άσκηση ύφους. Οι σπονδυλωτές ιστορίες που τέμνονται, το μετρημένο στυλιζάρισμα, ο αργός αλλά καθηλωτικός ρυθμός και, βέβαια, οι συνεχόμενοι σεναριακοί ελιγμοί ή οι ανατροπές με το υπολογισμένο εφέ τους, όλα δείχνουν ότι ο Βερμούτ είναι σε διαδικασία διαμόρφωσης ύφους. Δεν «καίγεται» τόσο να στηλιτεύσει μια χρεοκοπημένη πραγματικότητα όσο να οργανώσει ένα συναρπαστικό σινεφιλικό παιχνίδι με επιρροές απ’ τον Χίτσκοκ, τον Αλμοδόβαρ, τον Ινιάριτου, τον ντε Πάλμα, ακόμα και τον Λιντς. Τα καταφέρνει. Οι δύο και κάτι ώρες τού «Μαγικού Κοριτσιού» του μας γραπώνουν αποφασιστικά μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο. Αυτό που προκαλεί θετική εντύπωση είναι το γεγονός ότι τίποτα δεν μοιάζει επιτηδευμένο και εξαναγκαστικό. Το φιλμ περισσότερο «αιωρείται», κινούμενο προς διαφορετικές κατευθύνσεις, μέσα σε μια αχλύ χαλαρότητας που παραπλανεί ως προς το κατάμαυρό του υπόστρωμα. Οι βίαιες εκρήξεις (ή ο υπαινιγμός αυτών – κι έχουμε να κάνουμε με ένα, κατά κύριο λόγο, υπαινικτικό έργο), γι’ αυτό ακριβώς, προκύπτουν στο πολλαπλάσιο σοκαριστικές. Κοντολογίς, το Κακό κρύβεται καλά, τρυπώνει από εκεί που δεν το περιμένεις, στο σπίτι, τη γειτονιά, τη συνείδησή σου την ίδια. Αθόρυβα και με τις καλύτερες προθέσεις.

Παρά ταύτα, δεν είναι τέλειο το «Magical Girl». Για μια ταινία που βασίζεται, ουσιαστικά, στο δαιδαλώδες, ολίγον εξυπνακίστικο, σενάριο, θα περίμενε κανείς η πλοκή να μην εμφανίζει καθόλου κενά ή αστοχίες. Δυστυχώς, υπάρχουν εκκρεμότητες, πιεστικά ερωτήματα που η προσπάθεια απάντησής τους, ενδεχομένως, θα κουράσει τον θεατή, αρκετές λογικές υπερβάσεις και μια κάποια «θολούρα» ως προς τα κίνητρα, τις διαθέσεις ή την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων που αποβαίνει μοιραία σε ό,τι έχει να κάνει με τη συναισθηματική μας εμπλοκή. Δεν είναι τόσο το ότι πολλά κομβικά σημεία τής ιστορίας μένουν αδιευκρίνιστα ή σκοτεινά (άντε να δεχθούμε ότι αυτό αρκετούς μπορεί να τους γοητεύει, προκαλώντας τους να ξεκινήσουν συζητήσεις) όσο το ότι, συχνά, εξαιτίας αυτής της απροσδιοριστίας, οι «ιμάντες» της ατμόσφαιρας που μας κρατούσαν ακινητοποιημένους από αγωνία στο κάθισμά μας χαλαρώνουν απότομα. Η αυθόρμητη προσπάθεια σύνδεσης των κομματιών τού παζλ (εδώ και κυριολεκτικά – θα καταλάβετε τι εννοούμε) απ’ τον θεατή, τη στιγμή που η δράση εξελίσσεται, τείνει να οδηγήσει σε «αποσυμπίεση» της δραματικής φόρτισης. Ο Βερμούτ, με λίγα λόγια, ποντάρει στο σενάριο (σκηνοθετικά η ταινία δεν παίζει κάποιο χαρτί πρωτοτυπίας, άλλωστε) αλλά βαριέται να το δουλέψει τόσο όσο χρειάζεται για να την απογειώσει. Αν πάλι το κάνει επίτηδες, λαμβάνοντας υπόψη ότι έφτιαξε ένα «επικοινωνιακό» φιλμ, προσιτό στο ευρύ κοινό και όχι μια arthouse, ποιητικά ελεύθερη, εποποιΐα αισθητικού χάους, τότε και πάλι δε δικαιολογείται αυτή του η προσφυγή στο αφηρημένο. Έχει πράγματα να πει, θέλει να αποκρύψει για να πει περισσότερα (ή έτσι νομίζει) αλλά, τελικά, θα ήταν προτιμότερο να είναι πιο σαφής σ’ αυτά που επιθυμεί να εκφράσει.

Κι έτσι, όμως, η ταινία του δεν είναι τίποτα λιγότερο από εντυπωσιακή για δεύτερο φιλμ, εκλύει σασπένς σε μεγάλες δόσεις, φανερώνει δημιουργική ωριμότητα, παίζει με τους απωθημένους φόβους των νοικοκυραίων με σαρδόνια αποτελεσματικότητα, διαθέτει διάσπαρτη ονειρική ποιότητα και έχει τα φόντα για να ικανοποιήσει, τόσο τους απαιτητικούς ρέκτες όσο κι εκείνους που ζητούν απ’ το σινεμά να τους ταξιδεύει, ενίοτε στις πιο «κακόφημες» περιοχές της ανθρώπινης κατάστασης. Λειτουργεί ως φιλμ «μηνύματος», ως ταξική παραβολή, ως θρίλερ, ως νουάρ και μαύρη κωμωδία μαζί. Δεν είναι και λίγο. Επίσης, οι νέοι Έλληνες σκηνοθέτες θα είχαν πολλά να διδαχθούν απ’ τον τρόπο με τον οποίο ο Βερμούτ, μ’ ένα σφιχτό budget, λίγους καλοδιαλεγμένους χώρους και μια χούφτα εξαιρετικούς ηθοποιούς, κάνει καλό σινεμά είδους αλλά και προβληματισμού, ταυτόχρονα, χωρίς να καταφεύγει σε ευκολίες, δήθεν αλληγορικής νοσηρότητας (εδώ για όλα υπάρχουν αιτίες), ούτε – όπως πολλοί εγχώριοι, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενοι – στην επιτήδευση μιας, υποτίθεται, ανένταχτης στάσης. Λίγο περισσότερο να προσέξει τις λεπτομέρειες στο επόμενο σενάριό του και είναι έτοιμος για μεγάλα πράγματα.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Πυκνά υφασμένη σημειολογικά άσκηση ύφους απ’ τον Ισπανό Κάρλος Βερμούτ, το «Magical Girl» σε κρατάει με κομμένη την ανάσα για ένα φουλ δίωρο και χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα. Διασκεδαστικά κυνικό, μηδενιστικό και «ύπουλο», αυτό εδώ είναι ένα φιλμ προορισμένο να ψυχαγωγήσει με την ίδια αποτελεσματικότητα τόσο τον θεατή που ζητάει ένα καλοφτιαγμένο θρίλερ για ενήλικες όσο και τον «κουλτουριάρη» οπαδό τού Αλμοδόβαρ (που έχει αναλάβει εδώ χρέη παραγωγού). Και οι δύο, βέβαια, ενδέχεται να ενοχληθούν σε σημεία με τη μυστικοπάθειά του ή κάποιες σεναριακές απιθανότητες. Αν τα προσπεράσεις αυτά, έχεις μια πραγματικά αξιόλογη δουλειά που αναγγέλλει κι ένα υπολογίσιμο κινηματογραφικό ταλέντο. Να έχουμε το νου μας!


MORE REVIEWS

LONGLEGS

Ντετέκτιβ του FBI που παρουσιάζει «παράξενα» δείγματα ενσυναίσθησης σε σχέση με τη δράση ενός επί σειρά δεκαετιών ασύλληπτου serial killer, εντοπίζει σταδιακά τα στοιχεία ενός εκκεντρικού puzzle του οποίου ίσως και η ίδια αποτελεί κομμάτι (από το παρελθόν).

FLY ME TO THE MOON

Καπάτσα δημοσιοσχετίστρια καταφθάνει στη Φλόριντα φορτωμένη με ιδέες χίλιες, ώστε να προσδώσει στη δύσκαμπτη NASA έναν σύγχρονο… pop αέρα! Οι πάλιουρες της υπηρεσίας δεν την παίρνουν με καθόλου καλό μάτι, όμως, εκείνη έχει στα χέρια της το ελευθέρας από δεξί χέρι του Προέδρου, αλλά και εναλλακτικό σχέδιο... τηλεσκηνοθετημένης προσομοίωσης της επικείμενης, κρίσιμης αποστολής του Apollo 11 στη Σελήνη!

ALL THAT JAZZ

«Bye-bye, life. Bye-bye, happiness. Hello, loneliness. I think I'm gonna die.»

ΑΝΕΞΙΧΝΙΑΣΤΟΙ ΦΟΝΟΙ

Όταν οι σκελετοί έντεκα γυναικών και κοριτσιών ανακαλύπτονται σε μια έρημο του Νέου Μεξικού, ξεκινά η εξονυχιστική έρευνα για την εντόπιση του ιθύνοντα νου πίσω από το ειδεχθές έγκλημα, κάτι που οδηγεί σε επιπλοκές και συγκρούσεις μεταξύ του αρχηγού της Αστυνομίας, Κάρτερ, του ντετέκτιβ Ορτέγκα και του πράκτορα Πέτροβικ, τριών ανθρώπων με τελείως διαφορετική μεθοδολογία και agenda.

ΠΑΝΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΑΥΡΙΟ

Στη μεταπολεμική Ρώμη, παντρεμένη γυναίκα με τρία παιδιά ονειρεύεται ένα καλύτερο αύριο, ασφυκτιώντας στα αυστηρά δεσμά του πατριαρχικού περιβάλλοντος της εποχής.