FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΔΟΞΑΣ (2015)

(LA RANÇON DE LA GLOIRE)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ξαβιέ Μποβουά
  • ΚΑΣΤ: Μπενουά Πουλβόρντε, Ροσντί Ζεμ, Σελί Γκμα, Κιάρα Μαστρογιάνι, Ναντίν Λαμπάκι, Πίτερ Κογιότι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 110’
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS / ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Τη δεκαετία του 1970, δύο μάλλον περιορισμένων ικανοτήτων απατεώνες αποφασίζουν να κλέψουν το… φέρετρο του Τσάρλι Τσάπλιν και να ζητήσουν λύτρα από την οικογένειά του. Φυσικά, τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως (νομίζουν πως) έχουν προγραμματίσει.

Άνοιξη στην Ελλάδα σημαίνει άφθονο γαλλόφωνο σινεμά και το άφθονο γαλλόφωνο σινεμά αναγκαστικά περιλαμβάνει και φλύαρες, ευκολόπεπτες ταινίες, που τραβούν μεν την προσοχή των θεατών (ο γαλλικός κινηματογράφος έχει αποδεδειγμένα αφοσιωμένο ελληνικό κοινό), όμως αποδεικνύονται περισσότερο εφήμερες στη συλλογική καταγραφή από όσο, υποθέτω, θα επιθυμούσαν. «Το Τίμημα της Δόξας», βέβαια, έχει το όνομα του Ξαβιέ Μποβουά (των αμφότερων βραβευμένων στις Κάννες με το μεγάλο βραβείο της επιτροπής «Μην Ξεχνάς Πως Θα Πεθάνεις» και «Ενώπιον Θεών και Ανθρώπων») στη σκηνοθετική καρέκλα ως επιπλέον εχέγγυο, όμως απογοητευτικά το τελικό αποτέλεσμα δεν ξεπερνά τη μέση γαλλική ταινία της σειράς, αποτελώντας μια μάλλον ατυχή στιγμή στην καριέρα τού ηθοποιού και δημιουργού.

Η ιστορία βασίζεται σε μια (μάλλον πιο ενδιαφέρουσα στην πραγματικότητα) αληθινή ιστορία, η οποία τράβηξε την προσοχή των μέσων τη δεκαετία του 1970 και αφορούσε την… κλοπή του φερέτρου του Τσάρλι Τσάπλιν αλλά και τις επαγόμενες συζητήσεις για την ανάκτησή του. Το αξιοπερίεργο, βέβαια, είναι ότι αυτό αφορά κυρίως το δεύτερο μέρος του φιλμ, καθώς το πρώτο μισό προσπαθεί εκτενώς να περιγράψει τους χαρακτήρες, τις καταβολές και τα κίνητρά τους, ώστε να δημιουργήσει ένα επαρκώς ρεαλιστικό πλαίσιο για τη στοιχειοθέτηση των πράξεών τους. Η πρακτική αυτή έχει σίγουρα έντιμες προθέσεις, όμως το αποτέλεσμα δεν είναι κάτι παραπάνω από ένα προφανές (και φλύαρο) εξηντάλεπτο, το οποίο ξεχυλίζει από γενικότητα και – τελικά – πλήξη, προσπαθώντας να γίνει πιο κοινωνικό από όσο θα χρειαζόταν αλλά αποφεύγοντας να κοιτάξει ουσιαστικά κατάματα τους ήρωές του. Όταν στο δεύτερο μέρος, η πλοκή της απαγωγής του νεκρού μπαίνει σε κίνηση, τα πράγματα γίνονται αναμφισβήτητα πιο ενδιαφέροντα, όμως πλέον είναι κάπως αργά και η ταινία φαίνεται ακόμα πιο μεγάλη σε διάρκεια από όσο, έτσι κι αλλιώς, είναι (ή, τουλάχιστον, φαίνεται).

O Μπενουά Πουλβόρντε επιχειρεί, όπως επιτυχημένα συνηθίζει, να ενσωματώσει χαριτωμένες πινελιές στη δύσκολη πραγματικότητα του χαρακτήρα του και να εξανθρωπίσει έναν εκ πρώτης όψεως απατεώνα της κακιάς ώρας, όμως δεν έχει την αναγκαία υποστήριξη από τον Μποβουά και καταντά συχνά γραφικός και «λίγος». Η δε ουσία τού χαρακτήρα του και ο σχεδόν συλλαβιστός συσχετισμός μεταξύ εκείνου και του ίδιου του Τσάρλι Τσάπλιν και όσων εκφράζει ως persona του Σαρλό (τον οποίο συσχετισμό είδαμε και στο «Η Μαχαιριά» του Φατίχ Ακίν) προκύπτει τόσο χοντροκομμένα, που προκαλεί το ειρωνικό μειδίαμα και φαντάζει απλοϊκά αφελής. Εξάλλου, ο Εντί του Πουλβόρντε όχι μόνο έχει την ταπεινή καταγωγή, την ευχάριστη διάθεση και τον τρόπο να κάνει τους υπολοίπους να γελάνε, όπως και ο εικονικός δημιουργός, βρίσκει ακόμα και δουλειά ως clown στο τσίρκο που διευθύνει η πιο ανεκμετάλλευτη από ποτέ (αλλά παλιά γνώριμη της φιλμογραφίας του σκηνοθέτη) Κιάρα Μαστρογιάνι. Και ακόμα κι αν ο συσχετισμός δεν γίνεται κατανοητός με την πρώτη, δεύτερη, τρίτη, νιοστή φορά, υπάρχει πάντα η δυνατή, συνοδευτική μουσική την ταινίας, που παραπέμπει στην υπερβολή της βωβής περιόδου αλλά χάνει όλη την ουσία της λεπτότητας και καταντά ενοχλητική, όσο όμορφη κι αν είναι, αν κάποιος την ακούσει ανεξάρτητα από το φιλμ.

Το ότι «ο καθένας μας κουβαλά ένα κομμάτι του Σαρλό» και όλα όσα θέλει να μεταδώσει ο Μποβουά με την ταινία δεν είναι de facto άσχημα. Ίσα-ίσα, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κάτι γνήσια συγκινητικό και ανθρωπιστικό, κάτι που θα τιμούσε ουσιαστικά το σημείο αναφοράς τους. Το βασικότερο λάθος, όμως, είναι ότι ο Μποβουά δεν προσπάθησε να προκαλέσει συναισθήματα αλλά να τα περιγράψει. Και αυτό είναι κάτι που δε θα έκανε ποτέ ο Σαρλό.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Πιθανότατα να το επέλεγες για βραδινή προβολή στην τηλεόραση, όμως στο σινεμά μάλλον δε θα ικανοποιήσει τα – πιο αυστηρά – τεκμήριά σου. Αν δεν χάνεις γαλλική ταινία στις αίθουσες, πάσο, όμως είσαι σίγουρος ότι δεν προτιμάς αντί αυτού να χαθείς «Μακριά από τους Ανθρώπους» ή έστω στη συντροφιά που προσφέρουν «Τα Κορίτσια»;


MORE REVIEWS

ΓΚΟΤΖΙΛΑ x ΚΟΝΓΚ: Η ΝΕΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Ένα μυστηριώδες σήμα (κινδύνου;) έρχεται από τα βάθη της Κοίλης Γης και καλεί την ερευνητική ομάδα που προστατεύει τον Κονγκ στη Νήσο του Κρανίου να βρεθεί στα έγκατα αχαρτογράφητων περιοχών, ελπίζοντας να μην αναμειχθεί και ο Γκοτζίλα, προκαλώντας νέες επικές μάχες.

ΑΔΕΣΠΟΤΑ ΚΟΡΜΙΑ

Ποια είναι τα όρια των δικαιωμάτων μας επάνω στο ίδιο μας το σώμα, σε συνάρτηση με τις ανά την Ευρώπη υπάρχουσες νομοθετικές ρυθμίσεις που ορίζουν το πόσο αυτό μας ανήκει; Ένα έργο τεκμηρίωσης που επιχειρεί να θίξει και να απαντήσει σε πολλά νομικά και ηθικά διλλήματα… ζωής και θανάτου.

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπολόνια, 1858. Εξάχρονο αγόρι οικογένειας Εβραίων τίθεται αναγκαστικά υπό την επιμέλεια του Πάπα, προκειμένου να μεγαλώσει σύμφωνα με τις αρχές της Καθολικής Εκκλησίας. Οι γονείς του θα κάνουν τα πάντα για να το πάρουν πίσω, όμως, η κόντρα με την παπική Ρώμη δεν είναι απλή υπόθεση.

Η ΧΙΜΑΙΡΑ

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

ΚΟΥΚΛΕΣ ΤΗΣ ΔΡΕΣΔΗΣ

Νεαρή δημοσιογράφος ερωτεύεται αιρετικής στάσης ζωγράφο και performance artist. Όταν η δεύτερη πεθαίνει, η πρώτη αγωνίζεται να νικήσει την ελληνική γραφειοκρατία, ζητώντας να παραλάβει τη σορό της αγαπημένης της συντρόφου.