FreeCinema

Follow us

ΣΠΟΡΟΣ (2017)

(GRAIN)

  • ΕΙΔΟΣ: Δυστοπία Δρόμου
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σεμί Καπλάνογλου
  • ΚΑΣΤ: Ζαν-Μαρκ Μπαρ, Ερμίν Μπράβο, Γκριγκόρι Ντομπρίγκιν, Κριστίνα Φλουτούρ, Λούμπνα Αζαμπάλ, Μίλα Μπένινγκ, Χαλ Γιαμανούτσι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 123'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: AMA FILMS

Μέλλον. Εταιρείες – πάροχοι ψευδοργανικών συνθηκών διαβίωσης κυβερνούν. Μη προνομιούχοι πρόσφυγες χτυπάνε μαζικά αστυνομοκρατούμενες μεθοριακές κλειστές πόρτες προνομιούχων γεωγραφικών θυλάκων. Πτώματα θυμάτων από πρωτοφανείς μολυσματικές αρρώστιες δεν αποσυντίθεται και δεν όζουν. Καθηγητής εμπνευστής προσωρινού ημιμέτρου για το μεγαλύτερο πρόβλημα, τη μόλυνση των περιβαλλοντικών πόρων από νανοβακτήρια, υπερβαίνει προσωπικά και μη εσκαμμένα ψάχνοντας αναχωρητή πρώην συνάδελφό του, συγγραφέα της πιθανώς πολύτιμης μελέτης «Γενετικό Χάος και Σωματίδιο Μ». Τι θα βρει;

Πάμε σαν άλλοτε τη φιλμογραφία του, έχει νόημα ώστε να διακρίνεις τα υφιστάμενα κονέξια. Δεν έχω δει το ντεμπούτο του αλλά στο μέτριο δεύτερό του «Έκπτωτος Άγγελος» από τα 2004, ήταν μετέφηβη χαμηλοβλεπούσα καμαριέρα, απρόσιτη στο flirt φλουφλάκου groum λόγω πατέρα – αφέντη που μ’ αλκοολίκι κάποιες νύχτες εκτονώνει επάνω της τις αήθεις ορμές του, και στη μούγγα ηχολήπτης, του οποίου η φιλενάδα αφού τον άφησε αυτοκτόνησε. Βαλίτσα με τα ρούχα τής νεκρής σε βαθμό μακαβριότητας τους ενώνει, αλλά τους απελευθερώνει; Η απάντηση σ’ ένα από τη μία cherche la femme μπούστο προλεταριάτου συμπλεγμάτων υπερευαίσθητων πληγών, από την άλλη αρσενικό αστικό πορτρέτο αδιεξόδων κι ενοχών, πάνω στην τιμωρία του Εγώ και του Άλλου πλάι στο άρρητο των ντερτιών. Ο αμανές που δε θες είναι το ότι συνδετικοί νεκροί χρόνοι και άλματα ή αφαίρεση αφήγησης επιβάλλουν αχρείαστο Ραμαζάνι στη δομή, τα sketch σχέσης διαγράφονται ελλιπώς και ανάλογα εκθέτουν τα κενά ή τα σφάλματα του υπάρχειν στη σύγχρονη Ιστανμπούλ, ενώ η κατάθλα περιφέρει ως ρουτίνα το σαρκίο της στα επεισόδια του λεγάμενου. Αλλά: η ουβερτούρα (που πάει Πριγκιπονήσι) για το νήμα της ευχής είναι homage στη «Νοσταλγία» του Ταρκόφσκι του οποίου τα κάδρα λατρεύει ο Τουρκαλάς, contrast φωτός και σκότους το έσω σου αποικούν γιαβάς-γιαβάς και το χανουμάκι έχει πλευρές αγγιχτικές.

Κωνσταντινουπολίτης παλαιοβιβλιοπώλης βολοδέρνει σε κοινότητα καθότι πέθανε η γριά μάνα του. Εάν όχι το παρελθόν του αλλά αυτήν όπως πρέπει θάψει, με ανιψιά του πάλι ευτυχίας ασπράδι θα χάψει; Στο μελάτο και ουχί τόσο σφιχτό πρώτο πιάτο του στην ημιαυτοβιογραφική τριλογία του Γιουσούφ από το 2007, μία χωριάτικη ομελέτα ως σπουδή ψαύσης κι ανεύρεσης υπαρξιακο-οντολογικών δεσμών και υφών (με θέματα «η αποκοπή από το τροφείο των ριζών, η ημιματαίωση των πρώιμων προσδοκιών, η εκπλήρωση των τελευταίων επιθυμιών, το αγιάζι του έρωτα των νεαρών ηλικιών, η απόδοση των οφειλόμενων τιμών, το ενδίδειν στα αλαφρωτικά δάκρυα των λυτρωμών»), με ιστορητικής τεχνικής κρόκο ξανά τα ιντερλούδια λανθάνοντος νοήματος εφιαλτών τού πέφτει τσόφλι: στα μα-μου εστίας ή όξω συγγενών και γνωστών, στο διάλειμμα ethnic χοροάσματος, στο ασαφές ψιλοαδιαχώριστο ενυπνίων απ’ το κύριο μέρος τού στόρι κι ενίοτε σε banalité στιχομυθιών και ατμοσφαιρών. Τουλάχιστον ο Καπλάνογλου είναι δερβίσης στα ζητήματα που πιάνει και γεύεσαι ωραία τη φωτό, μάτι, και τα σημαινόμενα ποσέ. Απλώς το «Αυγό» αυτό κάπως κάνει την κότα.

Ενώ τη χήρα μάνα του που έχει αγελάδες τη γουστάρει σταθμάρχης, φέρελπις ποιητής πάει περιοδεύον, χτυπάει γκόμενα, γυρνάει και δε γνωρίζει για το μέλλον. Θα πίνει πάντα «Γάλα»; Ξεδιψαστικό ακόμα από το 2008, το δεύτερο της τρόικας των εδώδιμων είναι ένα βλάχας ρόφημα, ανδριάντας και ξυλογραφία υπαιθρική, τύπου «η φύση λίκνο και αδερφή υπό απειλή, η σιγασμένη γυναικεία επιθυμία σε αγγαρεία, τα βαρίδια οικογένεια κι επαρχία, ο καημός για δημιουργία στην εργατιά για επιβίωση θυσία». Απ’ το άρμεγμα των σχοινοτενών πλανοσεκάνς το έβγα λιπαρών σύνθεσης μηδέν τοις εκατό και το μοντάζ timing το αγνό είναι πια γνωστό κι όσο ποτέ πριν αγαπητό, η αλληγορία τού κατηραμένου όφι σού τείνει ωραία τον μαστό, ακόμη κι αν η αφαίρεση σε κάποια pas de deux σημαίνει παστερίωση από δραματουργικό νου αυτού του Νουνού, που είναι ευπρόσδεκτα ζαχαρούχο, ενώ παίζει κι η έμορφη της «Πολίτικης Κουζίνας».

Κούτσικο με μαμά ζει σε βουνό, κομπιάζει όταν διαβάζει μες στην τάξη στο χωριό, ρεμβάζει, αράζει, διάφορα συμβάντα κάνει χάζι, θυμάται και προσμένει τον μπαμπά του, που στο δάσος είχε πάει μοιραία για «Μέλι». Το τρίτο θρεπτικό απ’ τη φάρμα Καπλάνογλου σερβίρεται ως λειψής οικογενειακής μερίδας παιδικό album εν είδει πραγματείας μωαμεθανικού σιντοϊσμού, με τροφή για σκέψη στο σύμπαν τη μαθητεία, στου ατόμου και του habitat του την προς εξαφάνιση εντροπία, τον υπερχρόνο ως από τα μέσα και στο μέσα ωδίνων διεργασία. Βασιλικός πολτός εδώ; Τακιμιασμένο ντουέτο μινιμαλισμός – συμβολισμός, εφέντη λήψεις al fresco ή δωματίων στην τσοκ μαγεία Ανατολία, η οικοδόμηση κυψέλης βιο-ambient ηχομπάντας σημαινόντων και η διδασκαλία του μικρού μαγνητικού αντικηφήνα, παρά κολλώδη κηρήθρα στασιμότητας διακόσμων και ιδεών, ελλειπτικότητας σκιαγράφησης περσόνων και αφαιρετικού τσούκου-τσούκου φορμαλισμού, με άχαστο το αρχικό πεντάλεπτο. Η Χρυσή Αρκούδα της Μπερλινάλε; All over it.

Σωτήριο έτος 2017. Μετά από πεντάχρονο όργωμα, ο «Σπόρος», το πρώτο αγγλόφωνο πόνημα τού δημιουργού, είναι in the bag, αλλά δύο κορυφαία φεστιβάλ στα οποία έχει υποβληθεί αρνούνται να τον βοηθήσουν να πετάξει ρίζες παντού. Ο πιο διεθνής μετά τον Τζεϊλάν σύγχρονος κινηματογραφιστής της γείτονος διαμαρτύρεται ανεπίσημα ότι μεγαθήρια της βιομηχανίας γενετικά τροποποιημένων τροφίμων επέβαλαν το τσαλαπάτημα του δικού του πολιτιστικού προϊόντος. Τι συμβαίνει; Η Monsanto λαδώνει τον Φρεμό; Όχι. Ο Ρώσος Γκριγκόρι Ντομπρίγκιν, εντυπωσιακός στο «Ο Νο 1 Καταζητούμενος», εδώ απλώς καταστρέφει την πρώτη σκηνή στην οποία εμφανίζεται απολύτως μη πειστικά, πόσω μάλλον καθώς μασάει τα αγγλικά του (πιθανότατα σε άθερμη επανηχογράφηση), και υπολείπεται ερμηνευτικά σχεδόν σε όλες τις υπόλοιπες. Κρούσματα άσκοπης ληθαργικότητας κατά τη δεύτερη ώρα σπάνε καρύδια. Κυριότατα, η ύστερη καταφυγή στην, μετά τη σημειολογική και, ρητή σουφικής πηγής… διδασκαλία ξεραίνει την έως εκείνο το σημείο μονοποικιλιακή αλλά όχι άνυδρη παραβολική καλλιέργεια αυτού του Greenpeace «Στάλκερ». Που αρδεύεται από την ορατή κι εκτός της σκοτεινής αίθουσας, γύρω μας προ-Αποκάλυψη μιας εκτός της οικολογικής (επιστημονική μετάλλαξη της γεωργίας, ερημοποίηση των εδαφών κι εκμετάλλευση των πρώτων υλών του Τρίτου με ευθύνη κι επ’ ωφελεία του Πρώτου Κόσμου, η hi-tech Ύβρις αιτία νεοφανών επιδημικών ασθενειών) και εν γένει καταστροφής: πολυεθνικές στην εξουσία, αστυφιλία και γκετοποίηση, ασφυκτική μεταναστευτική ροή σε θανατηφόρα σύνορα.

Χαλίλ Γκιμπράν της σελιλόζης (προσκυνούμε για το 35άρι) ο Καπλάνογλου, δυστυχώς, δεν είναι αυτή τη φορά. Δε φταίει το ότι έχει στο πίσω μέρος τού μυαλού του από το «Europa» του φον Τρίερ (οι κινούντες τα νήματα μιας κάποτε προνομιακής κοινωνίας εν μεταβάσει και σε πηγαινέλα, ο πρωταγωνιστής Μπαρ, το A/M, το μυστήριο) μέχρι το «Όλα για την Αγάπη» του Βίντερμπεργκ (ο πανεπιστημιακός ήρωας στη γύρα, οι αλλούτερες εκδημίες, το άνοιγμα και το μοίρασμα της καρδιάς λυδία λίθος στο ανάχωμα την πιο έσχατη στιγμή) με μπόλια Αγγελόπουλου (σε κάποιους ρυθμούς και κινήσεις της μηχανής και στην αρχιτεκτονική εξωτερικών γυρισμάτων), αλλά κυρίως είπαμε ποιο του αείμνηστου Αντρέι (ο οποίος τιμητικά βαφτίζει τον χαρακτήρα τού φοιτητή) στα μύρια όσα, από τον καμβά τού δυαδικού κλου μύθου φώτισης μέχρι ένα επεισόδιο ανησυχαστικής ανιμαλιστικής παρουσίας απέναντι στον παρείσακτο δίποδο εισβολέα. Ούτε το υβρίδιο πλαισιωτικών αναφορών σφάλλει, το αντίθετο: μια Σούρα με τον Μωϋσή, το νωπό χώμα της μάνας γης καθαίρον τον πλασμένο απ’ αυτό θνητό, ο χαμός των μελισσών οιωνός της Δευτέρας Παρουσίας, όλα απ’ το Κοράνι, και ο Θεός των Εβραίων Ελοχά, λέξη – μυστήριο στην οθόνη τού υπολογιστή της άλαλα (τα χείλη των ευσεβών, που λέει και το μεγαλυνάριο των Χριστιανών Ορθοδόξων) πυθιάζουσας μιας μεταξύ αραβικών και ασιατικών ιδεογραμμάτων ρουνικής κρυπτογλώσσας κόρης του χαμένου, εκτός του ότι εμπλουτίζουν τον υπόγειο ρου νοημάτων, αλληλαντιδρούν επιθυμητά στον δοκιμαστικό σωλήνα.

Κορμό των επιτεύξεων αποτελεί βέβαια το ταξίδεμα χώρων με πότισμα από το αρτεσιανό φρέαρ της κάμερας του Τζάιλς Νάτγκενς, που ενοποιεί… υπνωτικά σε ασπρόμαυρο μια αλληλουχία λιτών τεχνητών και κυρίως φυσικών ντεκόρ σε Ντιτρόιτ, Γερμανία και Καππαδοκία για να σε βάλει στον αστικό λοιμό του διοικητικού οργανισμού Novus Vita, τις δοκιμασίες των πληθυσμών στην Αφρόντιστη Φύση και τον κλειδοκράτορα της ίασης Κρανίου Τόπο των Νεκρών Γαιών, όλα σταθμούς της περιπέτειας του καθηγητή που ψάχνει για ποιον λόγο «ό,τι δημιουργήσαμε με συνθετική βιολογία πεθαίνει». Η εμβρυακή στάση του μες στα στάχυα, κτήρια – κουφάρια, ένας υδροηλεκτρικός σταθμός σε κοιλάδα με ποτάμι, επιπλέοντες σε λίμνη νεκροί, ένα λεωφορείο απάγκιο από όξινη βροχή και η ιδιοφυής επανασύλληψη της φλεγόμενης βάτου της Παλαιάς Διαθήκης σε mash-up με την εμβληματικότερη εικόνα από τη «Θυσία» γίνονται η αλησμόνητη θέα αυτού του, φευ, λησμονητέου κατηχητικού για το πώς η Φύση και η φύση μας πρέπει (και μπορούν, αλλά μόνο μέσα απ’ την κατάχωση και την επανανάδυση του αναγεννημένου εαυτού) να γίνουν ένα υγιές… ένα.

Αν ο πρωταγωνιστής (κι αφηγητής του «Dolphin Man») στερείται χαρισματικότητας αλλά δεν κλωτσάει ως φιλότιμος χειρώναξ της υποκριτικής και του Είναι τού ρόλου του στα ύστερα του cosmos, το… φτυάρι βγαίνει λιγότερο αβίαστα για το ζέψιμο τού Βόσνιου Ερμίν Μπράβο («Καλή Σύζυγος») σε μισοαχώνευτο (#diplhs) συνδυασμό αγνώριστου πατερικού παρουσιαστικού και ερμητικής λακωνικότητας αγριανθρώπου. Όταν, δε, αρχίσει να αρθρώνει και τις «σοφίες» του (Καπλάνογλου), «το γράμμα άλεφ ενώνει και χωρίζει: θηλυκό και αρσενικό…» προεξάρχοντος, ε, μετά κι από εκείνη τη CGI λαθροδιέλευση των αόρατων τειχών έχεις αρχίσει να αισθάνεσαι ότι βλέπεις Old Adult κινηματογραφική μεταφορά του «Οι Μεγάλοι Μύσται». Το δρεπάνι τού Avid, που έχει ορθώς κοντύνει καλά κάποιες πλανοσεκάνς για χάζι, δεν έχει άλλωστε να προσφέρει δραστικές λύσεις όσον αφορά το ντεκουπαζικό ζιζάνιο των «φευγάτων» ιντερλουδίων τού μυαλού τού ταπεινωμένου προφέσορα – προσωπικά αυτό με μάρανε περισσότερο από αποφθέγματα φρεσκαδούρας εργαστηρίου όπως το «είμαστε πάντα μέσα σ’ ένα όνειρο. Θα ξυπνήσουμε όταν πεθάνουμε». Ποιητικά κυριολεκτικά βράχο βράχο τον καημό του και κοπιάζοντας σαν το μυρμήγκι, μετακενώνοντας το ζείδωρο χθόνιο στη συγκρότηση της φωλιάς τού μύχιου, ο μαθητής επαΐων θα δρέψει τον καρπό της απάντησης σ’ εκείνο το χρησμώδες «αναπνοή ή σιτάρι;» της ανήλικης κυβερνομάντισσας. Αλλά των εικαστικών εξαιρουμένων δεν σε αφήνει σε χλωρό κλαρί αυτό το οθωμανικό. Φταίνε τα στοιχειώδη σωματίδια, που θα ‘λεγε κι ο βλάσφημος Μισέλ Ουελμπέκ. Ουδείς προφήτης στον τόπο του ή εκτός. Θεία Δίκη τούτη τη φορά, ωστόσο…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Δυνάμει συναρπαστική για τους εκ του καλλιτεχνικού ποιμνίου νεοπροσήλυτους κι εννοείται τους γνώστες καταναλωτές τού oeuvre τού δημιουργού, η σε παραγωγή πιο μεγαλεπήβολη σοδειά του αισθητίζει εντυπωσιακά αλλά αποφλοιώνεται από πεζότητες ή το σκουλήκι τού πομπώδους στην εσωτεριστική ψίχα της. Οι συγκριτικοί θρησκειολόγοι και η κοινότητα Πελίτι θα πουν «δώσε!», αλλά αν δεν έχουν παρελθόν στο art-house θα δοκιμαστούν, όπως κι οι λάτρεις τού sci-fi. Πολύ φουτουριστικά γυμνό, με τουρλού φαιάς ουσίας Πιστεύω, ύστερα ασκητικό για τους ταμένους στην ελαφρά ψυχαγωγία. Ας μην μπουκάρουν Ελληναράδες, θα πάρουν υπνάκο κι όχι ανάποδες, εδώ δεν είναι Ίμια.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.