ΟΥΤΕ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ (2014)
(GOD'S POCKET)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζον Σλάτερι
- ΚΑΣΤ: Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν, Κριστίνα Χέντρικς, Ρίτσαρντ Τζένκινς, Τζον Τουρτούρο, Έντι Μαρσάν, Κέιλεμπ Λάντρι Τζόουνς, Μπιλ Μπιούελ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 88’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: HOLLYWOOD ENTERTAINMENT
Βουτηγμένος στα χρέη, το αλκοόλ και τη μιζέρια της εργατικής συνοικίας τού God’s Pocket, ο Μίκι φορτώνεται και το θάνατο του θετού – κι ανεπιθύμητου από τους πάντες – γιου του, ο οποίος σκοτώνεται σε εργατικό «ατύχημα». Τώρα πρέπει να κουμαντάρει και το λογαριασμό της κηδείας αλλά και τη γυναίκα του που δέχεται το επίμονο φλερτάρισμα ενός δημοσιογράφου.
Δυσάρεστη. Η πρώτη λέξη που μπαίνει στο μυαλό σου καθώς παρακολουθείς το σκηνοθετικό ντεμπούτο τού καρατερίστα ηθοποιού Τζον Σλάτερι (ιδιαίτερα γνωστός από την τηλεοπτική σειρά «Mad Men»), αλλά και η τελευταία, καθώς η ταινία οδηγείται σε ένα παρόμοιων συναισθημάτων φινάλε, δίχως να σου έχει επιτρέψει ποτέ να ανακουφιστείς από την παραμικρή αχτίδα «φωτός», είτε μέσα από τους χαρακτήρες είτε μέσα από την εξέλιξη της πλοκής της. Βίαιοι, βρώμικοι και κακοί όλοι τους, σε ένα φιλμ που φαντάζεται την ενόχληση ως καλλιτεχνική αρετή και επίτευγμα. Όχι. Με τίποτα!
Ξεκινώντας από τη σκηνή της κηδείας του νεαρού Λίον, η οποία ολοκληρώνεται με… μπουνιές έξω από το γραφείο τελετών, ο Σλάτερι μας γυρίζει πίσω 3 μέρες πριν, για να συνειδητοποιήσουμε πως το «ατύχημα» – πέτρα του σκανδάλου ήταν κάτι σαν… ευχής έργον για πολλούς από τους κατοίκους του God’s Pocket, μιας φτωχογειτονιάς της Φιλαδέλφειας, οι περισσότεροι από τους οποίους ξεχνούν τα βάσανά τους μεθώντας μέχρι τελικής πτώσης τις νύχτες στο κοντινότερο bar, απ’ όπου ο Μίκι (ο Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν σε ακόμη μια άνετη απόδοση του καθημερινού, σπαραξικάρδιου κι αδιέξοδου βίου, πόσω μάλλον σε ένα τόσο low life κοινωνικό πλαίσιο εργατικής τάξης) θα εισπράξει τα χρήματα ενός εράνου των συνανθρώπων του, για να τα χάσει αμέσως στα στοιχήματα του ιπποδρόμου, ελπίζοντας σε αυτό το καταραμένο «καλύτερο αύριο».
Η ασχήμια τού συνόλου των χαρακτήρων τού φιλμ έρχεται συχνά κόντρα με τις φιλόδοξες απόπειρες του πραγματικά εκλεκτού καστ, με πρώτο και καλύτερο το Χόφμαν, ο οποίος κινείται πάνω σε μια λεπτή γραμμή απόγνωσης και λανθάνουσας φάρσας, ειδικά στο κομμάτι που έχει να κάνει με το ταλαιπωρημένο από επιπλέον κακουχίες πτώμα του Λίον, που μετατρέπει το φιλμ σε κάτι τόσο άδοξο όσο ένα indie, τύπου arthouse… «Τρελό Γουίκεντ στου Μπέρνι»! Το μόνο σίγουρο είναι πως αν το «Ούτε να Πεθάνεις δεν Μπορείς» περνιέται και ως ταινία με χιούμορ, τότε… τύφλα να ‘χουν τα νεκροτομεία.
Ανοησία εκεί που νομίζει πως κάνει πλάκα, θλιβερό εκεί που πρέπει να κάνει ένα κοινωνικό σχόλιο, αναίτιο στη βία του και μισανθρωπικό ακόμη και στη σπατάλη τόσων ταλαντούχων ηθοποιών, το «God’s Pocket» αποδεικνύεται μαχαλάς… για τα μπάζα.