ΠΤΩΣΗ (2022)
(FALL)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σκοτ Μαν
- ΚΑΣΤ: Γκρέις Κάρολαϊν Κάρεϊ, Βιρτζίνια Γκάρντνερ, Τζέφρι Ντιν Μόργκαν, Μέισον Γκούντινγκ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 107'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Μετά από θανατηφόρο δυστύχημα κατά τη διάρκεια αναρρίχησης σε απόκρημνο βουνό, η Μπέκι και η Χάντερ χάνουν κάθε επαφή, με την πρώτη να έχει μετατραπεί σε μία καταθλιπτική αλκοολική εξαιτίας του χαμού του συντρόφου της. Η δεύτερη θα την αναζητήσει για να τη βοηθήσει να βρει τον παλιό της εαυτό και θα την προκαλέσει να σκαρφαλώσουν μέχρι την κορυφή ενός εγκαταλελειμμένου πύργου ύψους εξακοσίων μέτρων.
Σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια «ανανέωσης» των δραματικών περιπετειών επιβίωσης, οι παραγωγοί της «Πτώσης» προτείνουν ένα εντελώς άκυρο concept εγχειρήματος για τη δημιουργία… ιλιγγιώδους (#diplhs) σασπένς, που μπορεί να συγκινήσει τους θεατές οι οποίοι βασανίζονται από ακροφοβία, όμως, θα κάνει όλους τους υπόλοιπους να εύχονται οι δύο πρωταγωνίστριες να… πέσουν και να γίνουν κομμάτια, μπας και τελειώσει λίγο νωρίτερα τούτη η αδικαιολόγητης διάρκειας ταινιούλα!
Συνδυασμός extreme sports με κακοτοπιά που αν δεν λήξει γρήγορα, δεν θα έχουν αίσιο τέλος οι ήρωες του φιλμ, η «Πτώση» ξεκινά από το επεισόδιο του τραγικού θανάτου του συντρόφου της Μπέκι κατά τη διάρκεια επικίνδυνης αναρρίχησης (τι να σου πει το όλο θέαμα, εάν έχεις παρακολουθήσει το οσκαρικό ντοκιμαντέρ «Free Solo»…). Για να αποκτήσει κάποια υποψία ρεαλιστικής οντότητας και χαρακτήρα η ηρωίδα, καταρρακώνεται από την εμπειρία, το ρίχνει στον αλκοολισμό και κάποτε επανεμφανίζεται η έτερη μάρτυρας του δυστυχήματος και φίλη της, Χάντερ, η οποία θα της προτείνει ν’ ανεβούν στο υψηλότερο radio tower της Αμερικής, με απώτερο (και συμβολικά καθαρτήριο) σκοπό να σκορπίσουν τη στάχτη του μακαρίτη.
Φυσικά, ο πύργος βρίσκεται στη μέση του πουθενά, μέρος της σκάλας που οδηγεί στην κορυφή του θα διαλυθεί και οι δύο κοπέλες θα παγιδευτούν σ’ ένα εξωφρενικό υψόμετρο, δίχως πολλά εφόδια και τρόπο να επικοινωνήσουν με τον υπόλοιπο κόσμο, αφού δεν έχουν καν σήμα για τα κινητά τους. Ο Σκοτ Μαν επισημαίνει διάφορες «απειλές» που πρόκειται ν’ αντιμετωπίσουν η Μπέκι και η Χάντερ στην ανάβασή τους (σκουριασμένα μέταλλα, βίδες που οριακά στέκονται στη θέση τους, τη φωλιά ενός όρνεου), όμως, δεν ασχολείται μαζί τους με συνέπεια, ούτε και στήνει κάτι ευρηματικό σκηνοθετικά, πέραν του τετριμμένου του να κρέμεται κάποιος στο κενό και ο θεατής να οδηγείται στην άκρη του καθίσματός του (όχι και τόσο εδώ…).
Οι ώρες που (υποτίθεται ότι) περνούν οι δυο κοπέλες στην κορυφή του πύργου κάνουν την ταινία να βρίθει απιθανοτήτων, το μοντάζ σέρνεται και οι διάλογοι (για να περάσει η ώρα…) σε κάνουν να ελπίζεις ότι θα μπορούσες να σαμποτάρεις την πανύψηλη μεταλλική κατασκευή δίχως δεύτερη σκέψη. Άσε που προϋπήρχε και το πιο διασκεδαστικό «Frozen» (2010), με παγιδευμένους σε αναβατήρα χιονοδρομικού κέντρου και πολύ πιο τρομακτικές (και gory) επιπτώσεις. Η ανατροπή της αφήγησης κάνα μισάωρο πριν το φινάλε είναι ύπουλη, όμως, δεν αρκεί σαν αντίβαρο για να σώσει το σύνολο της ταινίας, το οποίο βρίσκεται από ώρα σε ελεύθερη… πτώση.