ΕΞΕΛΙΞΗ (2023)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Περικλής Χούρσογλου
- ΚΑΣΤ: Αλέξανδρος Λογοθέτης, Βασίλης Κολοβός, Ελένη Γερασιμίδου, Δημήτρης Ναζίρης, Γιώτα Μηλίτση, Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 99'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ
Ο Νίκος ζει στην Αθήνα με την οικογένειά του, μα διδάσκει σκηνοθεσία κινηματογράφου στο ΑΠΘ. Ένα βράδυ ζητά από τον γερασμένο πατέρα του να τον ακολουθήσει στο ταξίδι με το τρένο και να περάσουν μαζί μια μέρα στη Θεσσαλονίκη, σε μια απόπειρα αναπλήρωσης ενός κενού από το παρελθόν τους.
Στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 40 χρόνια της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, το 2016, είχα εντάξει τον «Λευτέρη Δημακόπουλο» (1993) στην προσωπική μου δεκάδα των καλύτερων ελληνικών ταινιών για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα δεκαετιών. Γι’ αυτό και σήμερα με λυπεί ιδιαίτερα να βλέπω από τον Περικλή Χούρσογλου ένα φιλμ τόσο κακό, προχειροφτιαγμένο και σχεδόν… ερασιτεχνικό! Δυστυχώς, το «άλλοθι» μιας βιωματικής πτυχής μέσα από την αφήγηση της ιστορίας δεν αρκεί για να κρύψει όλα τα άνωθεν. Και αυτή δεν είναι μία υποκειμενική παρατήρηση του κριτικού.
Η «Εξέλιξη» ξεκινά μ’ ένα flashback από το 1973. Πατέρας και γιος ταξιδεύουν με το τρένο για Θεσσαλονίκη, όπου ο νεαρός σπουδάζει στο μαθηματικό. Με το που φτάνουν, οι δρόμοι τους χωρίζουν, καθώς ο Νίκος προτιμά να συναντήσει την κοπέλα του από το να περάσει περισσότερο χρόνο με τον γονιό του. Μεταπηδάμε απότομα στο 2012, όπου ο ενήλικας Νίκος μαζεύει τα πράγματά του για το ίδιο ταξίδι, αυτή τη φορά του καθηγητή πανεπιστημιακής σχολής. Στη διαδρομή για το σταθμό των τρένων, σταματά από το σπίτι του πατέρα του, του ζητά να ντυθεί και τον παίρνει μαζί του (μέσα στη νύχτα όλα αυτά). Και σε μια στάση της αμαξοστοιχίας για ένα τέταρτο, βγαίνουν έξω για να ξεμουδιάσουν και ο Νίκος τον ρωτά: «Απάτησες ποτέ τη μαμά;»! Τόσο αψυχολόγητος είναι ο ειρμός των γεγονότων και οι ατάκες που ξεστομίζουν οι ήρωες τούτης της ταινίας!
Το υπόλοιπο φιλμ αναλώνεται σε μικρές στιγμές που μοιράζονται μαζί στη Θεσσαλονίκη πατέρας και γιος, με μία αστεία σκηνή φοιτητικού ακτιβισμού επειδή ο Νίκος… καθάρισε τις τουαλέτες στο τμήμα της σχολής όπου διδάσκει (αντεργατική κίνηση που ακυρώνει τη δουλειά των καθαριστριών!) και την ακόλουθη «ανακωχή» με το μάθημα σκηνοθεσίας, όπου αντί για την προγραμματισμένη σεκάνς από τις φελινικές «Νύχτες της Καμπίρια» (1957), οι σπουδαστές παρακολουθούν… εικόνες που περνούν, τραβηγμένες από κινητό στο τρένο. Κανένα εικοσάλεπτο διαρκεί (φιλμικά) το μάθημα, με ένα συμπαθές ως ιδέα εύρημα στησίματος σκηνών για γύρισμα, οι οποίες αναπαράγουν βιώματα του Νίκου από την παιδική του ηλικία και τη σχέση που είχε με τον πατέρα του, μια μορφή «διαλόγου» που δεν έκαναν ποτέ τους και αποκατάστασης μιας επιβεβαίωσης που μάλλον κι οι δυο τους αποζητούσαν.
Το πλέον ατυχές είναι πως τα πάντα δείχνουν να έχουν κινηματογραφηθεί… «στο πόδι», δίχως ίχνος καλλιτεχνικής έγνοιας, δίνοντας την εντύπωση ότι η «Εξέλιξη» είναι κάτι σαν σπουδαστική μικρού μήκους που ξεχείλωσε (άγνωστο γιατί) για να μετατραπεί σε μυθοπλασία μεγάλου μήκους. Σοκαριστικά κακότεχνο και ανώφελο για κατανάλωση από οποιονδήποτε άλλον πέραν του Χούρσογλου (ή και κάποιων μελών της οικογένειάς του, ίσως), το φιλμ επιφυλάσσει μια ανατροπή – «έκπληξη» για το φινάλε, που σε κάνει να σαστίζεις σε άσχημο βαθμό. Δεν έχω να πω κάτι παραπάνω. Η αμηχανία μου (για να το θέσω όσο πιο ευγενικά γίνεται) ήταν τεράστια όσο παρακολουθούσα την ταινία και δεν εύχομαι σε κανέναν να βιώσει κάτι τέτοιο στο σινεμά.