FreeCinema

Follow us

DIGGER (2021)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζώρτζης Γρηγοράκης
  • ΚΑΣΤ: Βαγγέλης Μουρίκης, Αργύρης Πανταζάρας, Σοφία Κόκκαλη, Τεό Αλεξάντερ, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Βασίλης Μπισμπίκης, Παύλος Ιορδανόπουλος, Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Στέφανος Κουτσαρδάκης, Βασίλης - Άγγελος Αναστασίου
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 101'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ

Ο Νικήτας έχει βγάλει διαζύγιο με την υπόλοιπη κοινωνία και ζει σαν ερημίτης σ’ ένα χαμόσπιτο, στη καρδιά ενός δάσους στη Βόρεια Ελλάδα. Ο ερχομός της «ανάπτυξης» απειλεί τη γη του, μα περισσότερο δύσκολη θα είναι η διαχείριση του ενήλικα (πλέον) γιου του, ο οποίος επιστρέφει μετά από απουσία είκοσι ετών για να ζητήσει το μερίδιό του με δικαιώματα κληρονόμου.

Ακόμη ένα καλό ντεμπούτο Έλληνα σκηνοθέτη μέσα στο φετινό κινηματογραφικό καλοκαίρι, το «Digger» του Τζώρτζη Γρηγοράκη εμπεριέχει στη θεματολογία του ένα σοβαρό πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα η ύπαιθρος και οι άνθρωποι που έχουν επιλέξει να ζουν «διαφορετικά», μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα: την «ανάπτυξη».

Ο ήρωας του φιλμ, ένας «δύστροπος» επαρχιώτης που κάποτε αγόρασε ένα μεγάλο κομμάτι γης στην καρδιά ενός δάσους στη Βόρεια Ελλάδα, κάνοντας όνειρά για την οικογένειά του, χωρισμένος πλέον κι αποκομμένος από την κοινωνία, αγωνίζεται ν’ αντιμετωπίσει το βιομηχανικό «τέρας» που εξαφανίζει τη γη κάτω από τα πόδια του κι απειλεί σοβαρά και τη δική του επιβίωση, καθώς ο χαρακτήρας του εδάφους αλλοιώνεται και σε δυνατές βροχοπτώσεις κινδυνεύει να πνιγεί (κυριολεκτικά) μέσα στη λάσπη. Αισθανόμενος ότι τα «μεγάλα αφεντικά» θα κάνουν τα πάντα για να τον διώξουν από την περιοχή, έστω και με αντάλλαγμα αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, ο Νικήτας στέκει σαν φύλακας πιστός πάνω από την ιδιοκτησία του, κρατώντας ακόμη και όπλο αν χρειαστεί.

Ένας άγνωστος μηχανόβιος θα κάνει ξαφνικά την εμφάνισή του στο κτήμα. Είναι ο Τζόνι, ο «εξαφανισμένος» εδώ και μια εικοσαετία γιος του Νικήτα, που κουβαλάει την κληρονομιά της μάνας του και απαιτεί από τον πατέρα του το 50% απ’ αυτή τη γη, ώστε να ξεχρεώσει τις τράπεζες και να μη χάσει το δικό του σπίτι. Η σχέση των δύο ανδρών δεν θ’ αλλάξει προς το καλύτερο, καθώς ο Νικήτας ούτε χρήματα έχει, αλλά ούτε και σκοπό να πουλήσει, όπως έχουν αρχίσει να κάνουν άλλοι συμπατριώτες του, με το άλλοθι του καλύτερου μέλλοντος για τα παιδιά τους.

Ο φακός του Γρηγοράκη αγαπά το στοιχείο της Φύσης, όχι με μία δήθεν διάθεση «όμορφων πλάνων», αλλά αναζητώντας μία πιο ρεαλιστική αποτύπωση του τόπου και των χαρακτηριστικών που ο ερχομός των ανθρώπων μπορεί να βιάσει ανεπανόρθωτα. Η αντίθεση ανάμεσα στις εικόνες σκαμμένης, ολόγυμνης γης, με εκείνες της «αμόλυντης» φυσικότητας του δάσους, σε συνδυασμό με την φροντίδα της δουλειάς στη ηχητική μπάντα, δημιουργεί μια «φωνή» που δεν χρειάζεται να κάνει ιδιαίτερο «θόρυβο» ώστε να περάσει το μήνυμά της. Από την άλλη, η προφανής αλληγορία του σαθρού εδάφους πάνω στο οποίο (δεν) πατά η σχέση πατέρα και γιου κάπου «φρενάρει» το σενάριο (επίσης του Γρηγοράκη) και η ιστορία, δίχως «διακλαδώσεις» πρόσθετων υποπλοκών ή πιο ουσιαστικών βοηθητικών χαρακτήρων (δε μας συστήνει και λίγους από τους κατοίκους της περιοχής, κανείς τους όμως δεν υφίσταται εμβάθυνση που να βγάζει βαρύτητα ρόλου), παγιδεύεται (#diplhs) σ’ ένα αδιέξοδο εξέλιξης. Η οικολογική ανησυχία του θέματος βγαίνει έτσι κερδισμένη, δίπλα στα στερεότυπα σύγκρουσης μιας «buddy movie» με αταίριαστους δεσμούς αίματος, που κάπως πρέπει να λυτρωθούν. Η σεκάνς προ του τέλους σκάει κάπως «ουρανοκατέβατα» (για να μην πω αψυχολόγητα), μα εξυπηρετεί οπτικά και (προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση) δραματουργικά.

Στα θετικά, οι στιγμές «γνωριμίας» πατέρα και γιου μέσα στο δάσος, δίπλα στην κατανόηση του γήινου, παρθένου περιβάλλοντος, η φωτογραφία του Γιώργου Καρβέλα που αποφεύγει το στυλάκι «εκδρομικό τοπίο» και κάποιες από τις σκηνές «κοινωνικότητας» των κεντρικών ηρώων (βασικά, η πρώτη στο καφενείο, με αρκετό διάλογο ώστε να γίνει κάπως πιο αληθινός και «βιωμένος» – και – για τον θεατή αυτός ο τόπος). Από κάθε άποψη, μια πρώτη ταινία Έλληνα σκηνοθέτη που αφορά και, σίγουρα, τολμά να πρωτοτυπεί από άποψης genre (έστω και στο πλαίσιο του δράματος), περιλαμβάνοντας και κάποιες (πλέον επίκαιρες) ανησυχίες για το περιβάλλον (μας).

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ωραίο θέμα, μικρή ιστορία, ελλιπής διαχείριση σεναρίου (και χαρακτήρων) που κάπως λανθασμένα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη σχέση πατέρα και γιου. Ο Τζώρτζης Γρηγοράκης αξίζει «ψήφο εμπιστοσύνης» από το κοινό για τούτο το σκηνοθετικό ντεμπούτο, μέσα σ’ ένα καλοκαίρι το οποίο (υποχρεωτικά, μα επιτέλους!) «έσπασε» για τα καλά το taboo που δεν ήθελε να διανέμονται ελληνικά φιλμ και κατά τη διάρκεια της θερινής περιόδου. Να και κάτι για το οποίο αξίζει να… ευχαριστούμε τον COVID-19!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.