Η ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ (2018)
(DELEGACIONI)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπουγιάρ Αλιμάνι
- ΚΑΣΤ: Βίκτορ Ζούστι, Τζέβντετ Φέρι, Ντρίτζιμ Τζέπα, Ρίτσαρντ Σάμελ, Ροβένα Λούλι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 77'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: SEVEN FILMS
Αλβανία, 1990. Πολιτικός κρατούμενος σε απομονωμένη φυλακή της χώρας αναγκάζεται να ακολουθήσει εντεταλμένους τού ασθμαίνοντος κομμουνιστικού καθεστώτος, οι οποίοι καταφθάνουν με εντολές να τον οδηγήσουν στα Τίρανα. Το ταξίδι προς την πρωτεύουσα ξεκινά. Ποιος, όμως, είναι ο σκοπός του; Θα φθάσουν άραγε έγκαιρα εκεί;
Μία είναι η ειλικρινής απάντηση στα δύο άνωθεν ερωτήματα. Ουδείς νοιάζεται. Τόσο ο λόγος του οδικού ταξιδιού της ετερόκλητης παρέας, όσο και η ανάγκη της έγκαιρης άφιξής της στα Τίρανα είναι πράγματα που δεν φαίνεται να έχουν προβληματίσει και τόσο έντονα τον σκηνοθέτη (και σεναριογράφο) τούτου, Μπουγιάρ Αλιμάνι. Μεθερμηνευόμενον, το αυτό ισχύει και για τον θεατή που θα το τολμήσει, καθώς «Η Αντιπροσωπεία» αυτή ενδιαφέρον κανένα δεν κρύβει στα σπλάχνα της παρεκτός της… διάρκειάς της. Μόλις κάτι παραπάνω από εξήντα λεπτά χρειάζονται μέχρι να πέσουν οι τίτλοι τέλους της, αλλά το ευχάριστο αυτό γεγονός επ’ ουδενί δύναται ν’ αλλάξει την ετυμηγορία περί της ποιότητας του προϊόντος. «Η Αντιπροσωπεία» δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο διανομής στις ελληνικές αίθουσες, με τον φυσικό της χώρο να βρίσκεται αυστηρά οριοθετημένος εντός φεστιβαλικών (και δη σε τμήμα «βαλκανικής ματιάς») ορίων.
Η υποτυπώδης πλοκή συστήνει ομάδα πολιτικών κρατουμένων που από τηλεοράσεως, εντός φυλακής, παρακολουθούν την είδηση άφιξης απεσταλμένων της Δύσης στην Αλβανία. Αυτοί σκοπό έχουν να ελέγξουν τη σύγχρονη «ευρωπαϊκή» προοπτική της χώρας, υπό το φως των ιστορικών αλλαγών που συντελούνται στα κράτη του πρώην (πλέον) κομμουνιστικού bloc. Το γεγονός αυτό, μαζί με την ταυτόχρονη εμφάνιση αξιωματικού του κόμματος, συνοδευόμενου από κουμπουροφόρο πολιτοφύλακα ο οποίος παρουσιάζει επείγον φύλλο πορείας για τον επί δέκα έξι χρόνια φυλακισμένο καθηγητή Λέο, οδηγούν στην υποψία πως αυτά τα δύο περιστατικά κάπως συνδέονται. Ο μεσήλικας πολιτικός κρατούμενος τους ακολουθεί σχετικά φοβισμένος, αφού γνωρίζει πως κάτι τέτοια «ξαφνικά» ταξίδια συχνά… δεν έχουν επιστροφή, με την οδική περιπέτεια να σταματά σχεδόν με το ξεκίνημά της. Το όχημα παθαίνει βλάβη στα βουνά της Αλβανίας, η συζήτηση σχετικά με τα πώς και τα γιατί της επιχείρησης αρχίζει να ανάβει ανάμεσα στους επιβαίνοντες (οι δυο τους μάλλον γνωρίζονται από παλιά, αλλά δεν έχει και μεγάλη σημασία αυτό), ο μηχανικός που καταφθάνει προσπαθεί να επισκευάσει το χαλασμένο ψυγείο του αυτοκινήτου για να μη μας πιάσει η νύχτα και… περίπου αυτό είναι όλο! Η αιτία για την άμεση και τόσο σημαντική μεταφορά του Λέο ξεκαθαρίζει περί τα δεκαπέντε λεπτά προ του φινάλε, όταν και (επιτέλους) ξαναεμφανίζεται ο επικεφαλής της δυτικής αντιπροσωπείας (στο πατρικό σπίτι του, μάλιστα) αναμένοντάς τον, αλλά η εξήγηση που αυτός δίνει για την άφιξή του εκεί μονάχα ένα «ε, και;» αφήνει να πλανάται στον αέρα.
Σύμφωνα με τον ίδιο τον σκηνοθέτη Μπουγιάρ Αλιμάνι, αυτό που ήθελε να πετύχει με τούτο το έργο ήταν ένα βασισμένο σε δικές του αναμνήσεις φιλμ σχετικά με την περίοδο μετάβασης της χώρας του ως επακόλουθο των πρώτων ρωγμών του κομμουνιστικού καθεστώτος. Δεν καταφέρνει απολύτως τίποτα, όμως, αφού η αντιπαραβολή των παλαιών δομών (που ακόμα δείχνουν ισχυρές) με τον αέρα δημοκρατίας που αρχίζει να φυσά είναι τουλάχιστον σχηματικές («λέτε να έχουμε κι εδώ γεγονότα όπως της Ρουμανίας, αρχηγέ;»), αν δεν είναι φανερά άτοπες (η εμφάνιση δύο μοντέρνα ντυμένων στη τρίχα δασκάλων στη μέση του πουθενά, οι οποίοι επιδεικνύουν μια χλευαστική για το σύστημα στάση, περισσότερο με… επιστημονική φαντασία μοιάζει). Η σκηνοθεσία και το όλο κλίμα επί το γενικότερον αποπνέουν φορμόλη ελληνικού πολιτικού κινηματογράφου των αρχών της δεκαετίας του ‘80, με την λαμβανόμενη ως αστείο διαπίστωση του αφελούς οδηγού του αυτοκινήτου, πως από τον Λέο και την άφιξή του στα Τίρανα πιθανότατα εξαρτάται η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, μάλλον να κρύβει το λανθάνον νόημα της «Αντιπροσωπείας». Στο τέλος, η όποια ουσία της μονάχα ως κινηματογραφικό αστείο μπορεί να εκληφθεί, με το punchline να αγνοείται σταθερά. Εκτός αν αυτό κρύβεται στον… μουγκό μηχανικό αυτοκινήτων που αναλαμβάνει δράση στα αλβανικά βουνά, οπότε πάω πάσο.