FreeCinema

Follow us

Ο ΕΧΘΡΟΣ ΔΙΠΛΑ ΜΟΥ (2022)

(AS BESTAS)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ροντρίγκο Σορογκόγιεν
  • ΚΑΣΤ: Μαρίνα Φόις, Ντενί Μενοσέ, Λουίς Ζαχέρα, Ντιέγκο Ανίδο, Μαρί Κολόμπ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 137'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ROSEBUD.21

Ζευγάρι «πρωτευουσιάνων» Γάλλων μετακομίζει μόνιμα σε αγρόκτημα της υπαίθρου της Γαλικίας κι έρχεται γρήγορα σε σύγκρουση με τους γείτονές του, επειδή τους εμποδίζουν να προχωρήσουν στην πώληση των τριγύρω εκτάσεων γης, με κίνδυνο να εγκαταλειφθούν τα σχέδια τοποθέτησης ανεμογεννητριών.

Ιδιαίτερη περίπτωση έργου. Για έναν απλό θεατή, ο οποίος δεν (θα) έχει κάποιες παραπανίσιες γνώσεις για να το κρίνει, μπορεί και να φανεί συγκλονιστικό. Προσωπικά, και με μία περισσότερο επαγγελματική ιδιότητα, αυτό ακριβώς μου είχε συμβεί παρακολουθώντας το «Santoalla» (2017), ένα ντοκιμαντέρ με θέμα την αληθινή (και πλέον δραματική) δοκιμασία που έζησε ένα ζευγάρι Ολλανδών στο σχεδόν εγκαταλελειμμένο ομώνυμο χωριό, με αφορμή την έντονη διαμάχη του συζύγου με τους καινούργιους γείτονές του(ς). Το ντοκιμαντέρ ήταν ένας αληθινός… ψυχοβγάλτης! Ένα φιλμ που εύκολα μπορείς να τοποθετήσεις στο genre του θρίλερ (χάρη στην πληθώρα υλικού από home videos του ζεύγους), με το μυστήριο της εξέλιξης της ιστορίας του να σε φέρνει στην άκρη του καθίσματός σου. Ατυχώς, σε σχέση με την ταινία του Ροντρίγκο Σορογκόγιεν, για μένα είχε προηγηθεί αυτή η εμπειρία θέασης, οπότε είμαι υποχρεωμένος ν’ αντιμετωπίσω διαφορετικά το «Ο Εχθρός Δίπλα μου» και να σταθώ σε μερικά δυσάρεστα ατοπήματα που, σαφέστατα, μειώνουν την αξία τούτου του (κατά τα άλλα) πολυβραβευμένου φιλμ.

[Ο χειρισμός του κειμένου που ακολουθεί θα είναι… χειρουργικά ακριβής ως προς την αποφυγή spoilers, τα οποία θα μπορούσαν ν’ αφορούν την fictional μεταφορά, όσο και την ταινία τεκμηρίωσης.]

Η ιστορία είναι θαυμάσια και τόσο διαχρονικά… τυπική. Χωριάτες προκαλούν ένα είδος «βεντέτας» για οικονομικούς λόγους, με ολέθρια αποτελέσματα. Ο Σορογκόγιεν έχει ενθέσει στο σενάριο και κάποιες σύγχρονες προβληματικές που απασχολούν έντονα τις κοινωνίες πολλών λαών, όπως την ξενοφοβία και την αλλοτρίωση ενός παραδοσιακού τρόπου ζωής της επαρχίας, δίπλα στο ουτοπικό όραμα κάποιων πιο «ρομαντικών» ανθρώπων (πρότερου αστικού βίου) για φυγή κι επιστροφή στη φύση. Και δίνει και μία επιπλέον έμφαση στο ζήτημα / πρόβλημα του «αναπτυξιακού» βιασμού της υπαίθρου από τα αιολικά πάρκα. Καλοδεχούμενα όλα αυτά, όμως, για λόγους πραγματικά ακατανόητους, η αλλοίωση χαρακτηριστικών στοιχείων (που το ντοκιμαντέρ διαχειρίζεται καλύτερα και σε σωστότερη αφηγηματική βάση ώστε να χτίσει σασπένς) των πραγματικών γεγονότων είναι τόσο σοκαριστικά λανθασμένη, που ναρκοθετεί το σύνολο του φιλμ.

Πρώτον: ο Σορογκόγιεν δίνει κανονικότατα στους θεατές του το (ας πούμε υποθετικό) «twist» της πλοκής, πολύ πριν το τέλος της ταινίας! Κίνηση απόλυτα βλακώδης, που δεν εξυπηρετεί κανέναν και τίποτα για την εξέλιξη του έργου. Γιατί να υπάρξει αυτή η «απονεύρωση» της ψυχολογικής έντασης, γιατί να «σπάσει» κάθε αμφιβολία γύρω από το μυστήριο του «Ο Εχθρός Δίπλα μου»; Δεν θ’ αφήσω ασχολίαστο και το απόλυτο #fail του marketing της παραγωγού εταιρείας του φιλμ, σχετικά με την αφίσα που το συνοδεύει. Οι άνθρωποι είναι ηλίθιοι… ντιπ για ντιπ!

Δεύτερον: ακριβώς μετά από τη σχετική αποκάλυψη, ακολουθεί ένα αδιανόητο κι αδικαιολόγητο χρονικό κενό δράσης, που αν ζούσαμε στα χρόνια της προβολής με celluloid, εύκολα θα ρίχναμε τα πυρά της οργής μας προς τον «χασάπη» μηχανικό, κατηγορώντας τον ότι είχε φάει μια… ολόκληρη μπομπίνα! Το έξαφνο «gap» δεν συνοδεύεται από καμία επεξηγηματική κάρτα και ο θεατής, για μερικά λεπτά, θα βρεθεί σε κατάσταση σύγχυσης, μέχρι να συνειδητοποιήσει πόσα… χρόνια έχουν περάσει!

Οι άνωθεν παρατηρήσεις προφανώς κι αποτελούν επιλογές του Σορογκόγιεν, ο οποίος μάλλον δεν «το ‘χει» από δραματουργικής άποψης, θυσιάζοντας κυριολεκτικά μερικά δυνατά σημεία του έργου, ενώ την ίδια στιγμή δεν προσφέρει κανένα «αντίβαρο» δημιουργικά, ώστε να υποστηρίξει το σκηνοθετικό του όραμα. Ξεχωρίζει η θαυμάσια σεκάνς διαλόγου και έντασης μεταξύ μάνας και κόρης, που δεν είναι απλά καλογραμμένη, αλλά επιτρέπει και στην Μαρίνα Φόις να πάρει σκαλπ με την ερμηνείας της! Συνολικά, το καστ του φιλμ διαπρέπει και απογειώνει το «Ο Εχθρός Δίπλα μου», όσο κι αν ο δημιουργός του δείχνει να πελαγοδρομεί σε στόχευση αφήγησης, περιεχομένου και ταύτισης με τους κεντρικούς του χαρακτήρες.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ταινίες του φετινού καλοκαιριού, που… αυτο-ακυρώνεται σε βασικά σημεία της πλοκής της, ειδικά για τους γνώστες της αληθινής ιστορίας στην οποία βασίστηκε. Σε περίπτωση που δεν είχατε δει από πριν το ντοκιμαντέρ «Santoalla», αναζητήστε το κατόπιν και… θα μου δώσετε όλα τα δίκια!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.