ΟΛΑ ΧΑΘΗΚΑΝ (2013)
(ALL IS LOST)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματική Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζέι Σι Σάντορ
- ΚΑΣΤ: Ρόμπερτ Ρέντφορντ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: AUDIO VISUAL
Καλοστεκούμενος 70φεύγα Γιάνκης, μόνος σε κότερο στον Ινδικό, «τρώει πακέτο». «Όλα Χάθηκαν» γι’ αυτόν ή θα σωθεί;
Ο κάβος του ροζιασμένου σώματος κι η άγκυρα του πολυμήχανου μυαλού, το νοτισμένο από ιδρώτα και αλμύρα κουπί τού επιμένειν, το – ακόμα και τσακισμένο σηκωμένο – άλμπουρο του ενστίκτου τής αυτοσυντήρησης, ο άσβεστος φάρος τής ελπίδας, το επαπειλούμενο φούντο τού θανάτου. Τα ξέρεις, μούτσε, και γι’ αυτό καταρχήν επιπλέει και έτερον ουδέν στη νέα, δεύτερη μετά το σχεδόν εντυπωσιακό για πρώτο ναύλο δοκίμου «Ο Δρόμος του Χρήματος», και όχι τόσο διαφορετική από εκείνο όσο δείχνει με το κυάλι (το χρονικό τής αρσενικώ τω τρόπω διαχείρισης μιας κατακλυσμιαίας κρίσης είναι στη μηχανή κι εδώ) ρότα του, ο Τζέι Σι Σάντορ. Με μοναδικό, ωστόσο, πλήρωμα και καπετάνιο το… Sundance Kid – που, όμως, πλέον σηκώνει χαρακτηρολογικό ιστίο τύπου «Jeremiah Johnson» στο αδεξιότερα ανθρωπινότερο. Και με σκαφάκι ένα ημερολόγιο καταστρώματος σειριακής δοκιμασίας επιβίωσης στον άγριο ή όχι ωκεανό, που θα ήθελε να αρμενίσει (κι εν μέρει το καταφέρνει) ως χεμινγουεϊκή ωδή, κι αν δε βουλιάζει, σίγουρα μπατάρει.
Η μπουκαδούρα που το πλαγιοκοπεί μετριέται στα για πνίξιμο λάθος ρακόρ (το κυτίο ανάγκης που βγαίνει απ’ το γιοτ αλλά δε φαίνεται να μπαίνει στη σωσίβια βαρκούλα στην οποία εμφανίζεται αμέσως μετά, η κεραία που παλεύεται ενώ ο βρεγμένος ασύρματος έχει τεθεί ανεπανόρθωτα εκτός λειτουργίας, η καμπίνα που δε στάζει παρά δύο 360 μοιρών τούμπες τού πλεούμενου), το στουντιακό sound mix που ενίοτε ακούγεται αρόδου στο όλο πλανάρισμα (με την κινηματογραφική και τη ναυτιλιακή έννοια), ενώ ο πουνέντης καταστάσεων εμφυσά ενίοτε περισσότερα του επιθυμητού μποφόρ νηνεμίας στη μυθοπλασία, που οι καταστάσεις χτυπάνε ασφαλώς κατά κύματα: πλημμύρα από ρήγμα κατόπιν τράκου με αδέσποτο container, τα συστήματα πλοήγησης και επικοινωνίας εκτός λειτουργίας, καταιγίδα, υφαλμύρωση της πόσιμης καβάντζας, κοπάδι καρχαριών, ντάλα ήλιος, καρίνα που μπάζει, diy κουλάντρισμα με τον εξάντα προς υδάτινη λεωφόρο αραιά και πού εμπορικών σκαριών (που θα δουν ή όχι το… Ναυαγό μπας και τον μαζέψουν;), φωτιά στη λέμβο.
Στο ενδιάμεσο ο Σάντορ γίνεται διακριτικά σημαιοφόρος τού οικολογικού Τιτανικού της νέας χιλιετίας (το συναπάντημα ενός μικρού σωρού αλουμινένιων σκουπιδιών στον αφρό) και όχι πολλά παραπάνω, αλλά ομολογουμένως εξυπηρετικός καμαρότος τού επιβάτη σε ένα ταξίδι που δε φουρτουνιάζει ποτέ ανεπιθύμητα και χαζεύεται, αν όχι τόσο για τη μέσα, για την έξω θέα του. Τέλος, αν και η υπερεγκωμιαστική κριτική νιτσεράδα που έχει φορεθεί στο Ρέντφορντ κάθεται άβολα σε έναν στεριανό γόνο σογιού ψαράδων όπως ο γράφων, ο έκπαλαι ήπιος, ελεγχόμενος σιρόκος τής Μεθόδου τού «ξανθού» εν προκειμένω όντως πνέει ευνοϊκά στην πλώρη, συν ότι το επαγγελματικό λιμάνι στο νατουραλιστικό ξεφόρτωμα των «βίρα» αδρεναλίνης ή ρουτίνας φαίνεται – όχι, πάντως, στο… βάθος. Κάποια, εντούτοις, ναυτικά μίλια εδώ, αν κι όχι «Όλα, Χάθηκαν» σίγουρα στην πορεία. Ας πούμε ότι είναι τουλάχιστον survivor, και ο filmer και ο ήρωάς του. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι εσύ πρέπει ντε και καλά να βουτήξεις Νοέμβρη μήνα για την πάρτη τους…