Τι είναι μια cult ταινία; Πόσο σκουπίδι μπορεί ή πρέπει να είναι; Από ποιον πλανήτη έρχεται και γιατί χρειάζεται να τη λατρέψεις; Μια στήλη που… εγκληματεί, για να σου δώσει τις καλύτερες απαντήσεις γύρω από κινηματογραφικά αξιοπερίεργα και τίτλους που αξίζει να μάθεις πως υπάρχουν. Αρκετά συχνότερα… για τους λάθος λόγους!
DIE ZÄRTLICHKEIT DER WÖLFE (1973)
- ΕΙΔΟΣ: Θρίλερ Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ούλι Λόμελ
- ΚΑΣΤ: Κουρτ Ράαμπ, Τζεφ Ρόντεν, Μάργκιτ Κάρστενσεν, Ίνγκριντ Κάβεν

Υπάρχουν ταινίες που έχουν ξεχαστεί από το χρόνο, επειδή τόλμησαν να αγγίξουν ένα θέμα με μια πιο (δι)αχρονική ματιά, καθιστώντας το έτσι αόριστα άβολο, απειλητικό κι επώδυνο. To «Die Zärtlichkeit der Wölfe» (1973) του Ούλι Λόμελ, σε παραγωγή του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (o οποίος έχει έναν μικρό, αλλά χαρακτηριστικό ρόλο), είναι μία από αυτές. Αφηγείται τα έργα και τις ημέρες του Φριτς Χάαρμαν, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως «Ο Λυκάνθρωπος του Αννόβερο», κι έναν τέτοιο τίτλο δεν τον κέρδισε, φυσικά, για τα ανδραγαθήματα και τη φιλανθρωπική του δράση, αλλά επειδή το 1925 καταδικάστηκε σε θάνατο για τη δολοφονία 27 (επίσημος αριθμός, ο ίδιος είχε δηλώσει στην αστυνομία ότι ήταν πάνω από 40, αλλά δεν αποδείχτηκε ποτέ) αγοριών και εφήβων, τα οποία μαζί με το σύντροφό του ξεγελούσαν/ψώνιζαν από πάρκα και σταθμούς, τα έτρωγαν, αλλά και πουλούσαν το κρέας τους στην τοπική αγορά!
Η ταινία του Λόμελ δεν αποτελεί μια γραμμική βιογραφία που αναζητά τα αίτια για τη γέννηση του τέρατος. Μεταφέρει τη δράση στη μεταπολεμική Γερμανία της ενοχής και της ταπείνωσης κι επικεντρώνεται στην καθημερινή ζωή του Χάαρμαν. Δολοφόνος, αλλά και πληροφοριοδότης της αστυνομίας (γεγονός που του επιτρέπει να κινείται με άνεση νυχθημερόν), μικροαπατεώνας, κλέφτης και μαυραγορίτης, προσφέρει κρέας στη γειτονιά κι εξαγοράζει σιωπές και συνειδήσεις για όλους αυτούς τους νεαρούς που ανεβαίνουν στο διαμέρισμά του και, για κάποιο περίεργο λόγο, δε φεύγουν ποτέ. Κάποια στιγμή, όμως, ο κλοιός θα σφίξει, μια γειτόνισσα θα αρχίσει να υποπτεύεται και να μιλάει, ο σύντροφός του θα τον παρατήσει, το τέρας θα γίνει απρόσεκτο και θα πιαστεί.
Μεγάλα ατού της ταινίας η ελάχιστη γραφική βία, αφού δίνεται περισσότερη έμφαση στον εξπρεσιονιστικό τρόμο που προκαλεί η ίδια η πόλη και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, και η συνταρακτική ερμηνεία του Κουρτ Ράαμπ, ο οποίος είναι σχεδόν υποτονικός, με την απειλή και την τρυφερότητα να εναλλάσσονται ανεπαίσθητα στα παγωμένα του χαρακτηριστικά και τα μάτια του να γυαλίζουν από ζωή μόνο τις στιγμές που ενεδρεύει κι επιτίθεται στα θύματά του.
Αλλά μια ταινία για έναν gay, παιδόφιλο και κατά συρροή δολοφόνο εν έτει 1973, ο οποίος μάλιστα ενεργούσε αν όχι με τη συνενοχή, τουλάχιστον κάτω από τα στραβά μάτια του κοινωνικού του περιβάλλοντος, ίσως και της κρατικής εξουσίας, δεν ήταν δυνατό να έχει επιτυχία στην εποχή της, πόσω μάλλον όταν η μεταφορά στη μεταπολεμική Γερμανία οδηγούσε σε ευθείς παραλληλισμούς με το κατά πόσο η χώρα προστάτευε ακόμη τέτοια φίδια στον κόρφο της. Στο συγκλονιστικό φινάλε, ο μικρόκοσμος που άλλοτε τον θεωρούσε ήρωα τον ακολουθεί στη σχεδόν νεκρική πομπή στη φυλακή και στην αναπόφευκτη εκτέλεση. Η τρυφερότητα έχει φύγει δια παντός, οι λύκοι παραμένουν.