FreeCinema

Follow us

ΣΤΡΕΛΛΑ (2009)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Πάνος Χ. Κούτρας
  • ΚΑΣΤ: Μίνα Ορφανού, Γιάννης Κοκκιασμένος, Μίνως Θεοχάρης, Μπέτυ Βακαλίδου, Άκης Ιωάννου, Αργύρης Καβίδας, Κώστας Σιραδάκης, Γιώργος Μάζης
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 111'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ

Εκείνος μόλις έβγαλε από πάνω του χρέος δεκαπέντε χρόνων στο κελί, για φόνο. Εκείνη μόλις «τον πήρε» σ’ ένα φτηνό δωμάτιο ξενοδοχείου. Θα γίνουν ζευγάρι. Και θ’ ανακαλύψουν πως μοιράζονται περισσότερα κοινά από ένα πέος στα σκέλια τους…

Δίχως ένα συγκεκριμένο στίγμα δημιουργού μέχρι πρότινος, παγιδευμένος ανάμεσα σε κακοφωνίες αλμοδοβαρικών τραγέλαφων ή queer στερεοτύπων, ο Πάνος Χ. Κούτρας συνειδητοποιεί, με την τρίτη του μεγάλου μήκους ταινία, πως το πρώτο πράγμα που δεν χρειάζεται να τραβάμε από το μαλλί σ’ ένα φιλμ είναι… το σενάριο. Παραδόξως, επιτυγχάνει πλήρως τους στόχους του με έργο πλοκής που… στο ξεριζώνει μέχρι τη ρίζα, ενώ ταυτόχρονα παραμένει υποδειγματικό στη γραφή του!

Η Στρέλλα και ο Γιώργος είναι δύο πλάσματα σχεδόν μεταλλαγμένα από το χρόνο, τα ψυχικά τους τραύματα και τη ζωή την ίδια. Εκείνη ξεκίνησε από αγόρι στο χωριό, για να καταλήξει σε transsexual που πότε ξεπέφτει στη βίζιτα, πότε αναθαρρεύει στη σκηνή ενός drag club, όπου «συναντά» το ίνδαλμά της, τη Μαρία Κάλλας. Εκείνος, από επαρχιώτης φονιάς του αδελφού της γυναίκας του, επειδή ο δεύτερος «τριβόταν» με τον ανήλικο γιο του, βγαίνει από τη φυλακή αφήνοντας πίσω έναν γκόμενο και, κατόπιν, αποδέχεται την προοπτική μιας σοβαρής σχέσης με όλα όσα αντιπροσωπεύει η Στρέλλα. Η πρώτη επιτυχία του Κούτρα είναι ο χειρισμός των χαρακτήρων αυτών, όχι με διάθεση εξυγίανσης από το περιθώριο στο οποίο υποτίθεται πως ανήκουν, αλλά με έναν σχεδόν απογυμνωμένο από συναίσθημα σεβασμό προς την αλλαγή, την αναζήτηση μιας πληρέστερης ταυτότητας και την ολοκλήρωση προς μία στάση ζωής που αφορίζει τους πλείστους όσους «νόμους» της φύσης.

Η άλλη μαγκιά του Κούτρα είναι ο αφηγηματικός του έλεγχος, σε συνάρτηση με τούτο το τόσο στέρεα δομημένο σενάριο, το οποίο σου κλείνει το μάτι με ρεαλιστική ειλικρίνεια και, μαζί, σου βάζει τρικλοποδιές απιθανότητας, σαν να θέλει να σου υπενθυμίσει πως αυτό που βλέπεις είναι σινεμά, είναι ένα σκαρωμένο ψέμα που η πραγματικότητα ποτέ δεν θα γεννούσε (ενώ όλοι μας ξέρουμε πως η τέχνη δεν πιάνει μία μπροστά στη φρίκη ή την αλλοφροσύνη της αληθινής ζωής…). Εδώ, με το κείμενο να τον κρατάει στο σωστό δρόμο, ο Κούτρας βρίσκει τις αρετές του. Δεν κάνει φιγούρα, κρατάει μια σεμνή γραμμή που σέβεται την ιστορία, αποφεύγει τους σκοπέλους του melo και φτάνει αλώβητος ως το φινάλε, με το ενάντια σε αισθητική και φόρμες φως της Ολυμπίας Μυτιληναίου, που όσο κι αν καλλωπίζεται από «μακιγιαρισμένα» χρώματα, δεν χάνει αυτή την ακατέργαστη καθαρότητα του ύφους της. Ούτε καν στις εμβόλιμες, καρτουνίστικες βινιέτες με τον σκίουρο που καταδιώκει τον Γιώργο στα όνειρά του (και λίγο παραπέρα, ίσως) δεν αποπροσανατολίζεται η «Στρέλλα». Κι αυτές δηλώνουν κάτι, υπηρετούν μία «άλλη» πλευρά, η οποία ποτέ δεν σου επιτρέπει να εφησυχάζεις σε ένα – και καλά επιθυμητό – happy end. Εκείνος θα είναι παρών και θα συνεχίσει να σε παρακολουθεί πάντα. Κι όπως τα φέρει η ζωή…

Θα ήθελα να μπω πιο βαθιά στα μυστικά της ταινίας του Πάνου Χ. Κούτρα, αλλά καλό είναι ν’ αποφευχθούν τα spoilers περί της πλοκής, που θα δοκιμάσουν τόσα πολλά taboo και όρια συντηρητισμού του μέσου Έλληνα θεατή. Ο οποίος πρέπει να δει αυτή την ταινία στον καιρό της – και όχι μέσα από το πρίσμα του κλασικού, με το οποίο θα συναντηθεί δεκαετίες αργότερα.

Για το τέλος, φυλάω ένα μεγάλο μπράβο στη Μίνα Ορφανού, το «τυχερό αστέρι» αυτού του φιλμ, που χωρίς να γνωρίζει τι θα πει επαγγελματισμός και υποκριτική, γεμίζει την οθόνη με τσαγανό κι ενστικτώδη παρόρμηση σε αλλεπάλληλες διακυμάνσεις συναισθημάτων, μέχρι τη στιγμή της σύγκρουσης με την ατάκα που ξεστομίζει περί… τυχερού ανθρώπου ο χαρακτήρας του Γιώργου. Λόγια που αποτελούν την καρδιά της «Στρέλλας» και θα σοκάρουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στο φιλμ. Το ερώτημα που απευθύνουν είναι βαρύ: υπάρχει τέτοια αγάπη; Ή μήπως να το ξεχάσουμε γιατί… εδώ είναι σινεμά;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το άνωθεν κείμενο είναι η κριτική που έγραψα για το φιλμ το 2009, όταν αυτό διανεμήθηκε για πρώτη φορά στους ελληνικούς κινηματογράφους. Μόλις που είχε προηγηθεί ο οδοστρωτήρας του «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου. Το ελληνικό σινεμά αποκτούσε ξανά λόγο ύπαρξης. Άφηνε πίσω του τον «νέο ελληνικό κινηματογράφο» και αναζητούσε καινούργιο «παρατσούκλι» και «πιστούς», συνεχιστές κι ακόλουθους. Κι έτσι οδηγηθήκαμε στους «Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη» (ή «Ομιχλιστές», αν προτιμάτε) και σταδιακά στο (τόσο λάθος) «weird wave». Φτάσαμε στο 2020 και βρισκόμαστε… στο σημείο μηδέν, ξανά! Σε αναζήτηση ενός ακόμη «restart», αλλά χωρίς «Κυνόδοντα» και «Στρέλλα». Βαρύ το φορτίο τους…


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.