FreeCinema

Follow us

ΟΝΤΩΣ ΦΙΛΙΟΥΝΤΑΙ; (2017)

  • ΕΙΔΟΣ: Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιάννης Κορρές
  • ΚΑΣΤ: Θανάσης Πετρόπουλος, Ηρώ Μπέζου, Όμηρος Πουλάκης, Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, Ελευθερία Παπαδοπούλου, Αλέξανδρος Βούλγαρης, Κατερίνα Παπανδρέου, Γιολάντα Καλογεροπούλου, Κατερίνα Ζησούδη, Τζωρτζίνα Λιώση
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 77'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ

Ο Ντάνι τα έχει με τη Στέλλα. Μια μέρα περνάει από το σπίτι ο Αχιλλέας και «κάνουν» ένα τσιγαριλίκι. Και πιάνουν και την κουβέντα.

Πριν ξεκινήσω να λέω το παραμικρό για το «Όντως Φιλιούνται;», περνάς μια βόλτα από την κριτική του «Άφτερλωβ» κι ύστερα επιστρέφεις και πάλι εδώ.

Εντάξει; Λοιπόν, τούτο εδώ είναι ακριβώς το αντίθετο του ελπιδοφόρου που βρήκα στην ταινία του Στέργιου Πάσχου. Εκφράζει αυτό το σημερινό, το ανήσυχο, το νεανικό, αλλά… αν περιμένει το «φιλί της ζωής» το ελληνικό σινεμά από τέτοια πρωτόλεια, κατεβάστε τα ρολά! Από νωρίς δείχνει το πράμα. Σκηνή πρώτη. Κοπελίτσα με τσικλόφουσκα ψάχνει μαγαζί που να πουλάει τσιγάρα Gitanes και πιάνει «cool» διάλογο με νεαρό ζευγάρι. Εισαγωγικά στο «cool», το προσέξαμε; Καταλήγει ότι «τα αγόρια δε θα μας καταλάβουν ποτέ», σκάει την τσικλόφουσκα στη χούφτα του αγοριού και φεύγει. Σκάει και ο τίτλος.

Το πρωταγωνιστικό ζευγάρι (ο Θανάσης Πετρόπουλος και – πόσο σατανικό! – ξανά η Ηρώ Μπέζου του «Άφτερλωβ») δέχεται επίσκεψη από φίλο, μεγάλη μορφή (και καλά), τύπου προμηθευτής «χόρτου» που έχει «ψηθεί» (#diplhs) στη ζωή. Και ανάβουν το τσιγαριλίκι και πιάνουν διάλογο. Και πίνουν και μπύρες. Και μιλάνε. Και η camera έχει κολλήσει σε ένα διαρκές panning, από το ζεύγος στον κολλητό και πάλι απ’ την αρχή. Κοίταξα το ρολόι μου περίπου στα 10 λεπτά της ταινίας. Για πρώτη φορά.

Στην επόμενη σκηνή, το ζευγάρι ανταγωνίζεται στο ποιος θα πει γρηγορότερα τη φράση «από κεκτημένη ταχύτητα και αμηχανία». Οι ηθοποιοί το προσπαθούν, σε φυσικότητα και timing, αλλά τα λόγια που έχουν να πουν δεν τους βοηθούν να στηρίξουν ερμηνείες. Αντέχουν για λίγο στη μεγάλη οθόνη, σαν φάτσες που «γράφουν», σαν δύο νέα παιδιά. Με την εντύπωση πως απευθύνεται σε τέτοια, ο Γιάννης Κορρές υπογράφει εδώ το σκηνοθετικό του ντεμπούτο «για τους ανθρώπους που ξέρω. Είναι φτιαγμένη από ανθρώπους που ξέρω και από ανθρώπους που γνώρισα στη διαδικασία. Με ελάχιστα μέσα και ακόμα λιγότερα χρήματα, με ανενδοίαστο ρομαντισμό και αυτοκαταστροφικές τάσεις». Λυπάμαι που τώρα εγώ γίνομαι ο κακός της υπόθεσης και «χαλάω» τούτη τη ρομαντική ατμόσφαιρα, αλλά το φιλμ δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ξεχειλωμένο μικρού μήκους «αστείο» της παρέας, που έχει τις στιγμές του (η φάση με το «Dantes Peak» στο μπαράκι, για παράδειγμα), προφανώς, αλλά δεν έχει λόγο ύπαρξης ως ταινία μυθοπλασίας μεγάλου μήκους.

Η συρραφή των διάφορων σκηνών που έπονται έχει μια τυχαία ακολουθία η οποία θα ήθελε να σπάει τη γραμμικότητα «συμβολικά», το τέλος έρχεται… δίχως φινάλε και καθώς ξανακοιτάς το ρολόι, δεν καταλαβαίνεις γιατί διαρκούσε 77 λεπτά και όχι περισσότερα (πόσω μάλλον λιγότερα…). Ενδεχομένως, εξανεμίστηκε το (no) budget. Δεν ξέρω τι άλλο να πω για το «Όντως Φιλιούνται;». Θεωρώ άστοχο το να δοκιμάζονται νέοι κινηματογραφιστές με έργα που δηλώνουν μια σαφή σεναριακή αμηχανία. Σεβαστά τα «πειράματα», όμως δεν έχουν θέση στην κινηματογραφική αίθουσα με εμπορικές βλέψεις. Τα ίδια είχα πει και το 2004 για το «Κλαις;» του Αλέξανδρου Βούλγαρη (το οποίο, έστω, είχε ένα θαυμάσιο εύρημα για φινάλε). Κι όπως φαίνεται, βρισκόμαστε ακόμη στο ίδιο σημείο…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Σινεμά για μια γενιά που… δεν έχει χρήματα να πάει σινεμά. Γυρισμένο… χωρίς χρήματα, επίσης. Fair enough. Θα είχε κάποια λογική αν είχε κάτι να πει σε τούτη τη γενιά. Αλλά δηλώνει αμήχανο. Και φλυαρεί. Αερολογεί. Προσπαθεί να πείσει ότι αφορά, και σαν ζωή και σαν τέχνη. Εάν πείθει κάποιους (που δεν είναι φίλοι της παραγωγής), ο χώρος των σχολίων (από κάτω) ανοιχτός είναι, μπείτε στον κόπο. Διότι εγώ… σάστισα. Ευτύχημα η σχετικά μικρή διάρκεια, να τα λέμε κι αυτά, όμως στην πραγματικότητα μιλάμε για υλικό ταινίας μικρού μήκους. Κλασικά, όπως συνηθίζω να λέω για παρόμοια ελληνικά φιλμ, μόνο για θεατές που θέλουν να έχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του τι γυρίζεται στη χώρα μας.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.