ΑΓΝΩΣΤΗ ΓΗ (2015)
(UNKNOWN LAND)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μανουέλ ντε Κόκο
- ΚΑΣΤ: Μάνος Κοκορομύτης, Σάια Σάλεμ, Ντάνιελ Πλάκετ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 78’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FILMBOY PICTURES
Ενώ ναυάγιο yacht περνάει στην ειδησεογραφία της αντικυβερνητικής ένοπλης δράσης στη μουσουλμανική Υεμένη που φτάνει ως απόηχος στο φτωχικό, αλλούτερα παραδείσιο νησί Σοκότρα, ξεβρασμένος αθέατος σε απόμερη ακτή νεαρός Εβραίος τού σκάφους είναι έρμαιο μεταξύ της άμπωτης του θανάτου και της πλημμυρίδας της ζωής του. Αυτόχθονας έχει στο μυαλό του (πώς;) τον ξένο. Survivor;
Μιλάει (νοερά) ο ξέπνοος castaway μας: «Καθρεφτίζομαι στη θεία ενέργεια του σύμπαντος. Πίσω στις ρίζες μου, θα ανακαλύψω πού ανήκω». «Στημένο» vérité fresco Τρίτου Κόσμου με φόντο την Αραβική Άνοιξη; Αλληγορική έκκληση ειρήνευσης στα πολιτικά (βλ. Εμφύλιος) και θεολογικά (Ισλάμ – Σιωνισμός) στρατόπεδα που ματώνουν; Πρωτόφαντη σινεπεριήγηση σ’ ένα Μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO; Μεταφυσική εξιστενσιαλιστική παραβολή για τη δεύτερη ευκαιρία προς τη σωτηρία της χαμένης ταξιδιάρας ψυχής απ’ το εν επιφοιτήσει «άλλο»; Όπου κι αν ανήκει (λίγο στο καθένα) αυτό το πρώτο μεγάλου μήκους εγχείρημά του, ο Μανουέλ ντε Κόκο κουτσά-στραβά το φέρνει εις πέρας. Η ικανότητα της εν αγνοία κινδύνου tight budget διαχείρισης μιας παραγωγής – σκαπανείας σε φυσικό exotica σκηνικό υπό αντίξοες συνθήκες (ενάντιοι αέρηδες και βροχές, ερασιτέχνες ηθοποιοί, επιτήρηση και απόπειρα λογοκρισίας από τη συμπαραγωγό οικοδέσποινα χώρα, ένας οιονεί πόλεμος στα μετόπισθεν), για μερικές μόλις μέρες, με συχνά σεβαστό τεχνικό backpack από 8 άτομα και το – κάτι παραπάνω από τουριστικό – ανήσυχο μάτι του δημιουργού της, σου δίνουν ως carte de visite του Αθηναίου auteur, δεν παίρνουν παρ’ όλ’ αυτά διαβατήριο για πολύ εκτός του lonely planet της (σ)την παρθενική αποκοτιά του.
Τω όντι, ένα καβούρι στην ακροθαλασσιά, μύγες λεφούσι πάνω σε ιχθύες στην αγορά, αητοί στον ορίζοντα και σε μετερίζι, μια γάτα σε σοκάκι, ένα φιδάκι στο χώμα, καμήλες εν υπηρεσία και μια κατσικούλα συμπρωταγωνιστούν φευγαλέα. Καθώς ο θαλασσοδαρμένος μας που στοχάζεται επάνω στο ποιόν και τις εμπειρίες του ως «Βασιλιάς της Μοναξιάς μου» με φωνή off, ένας γέρος που ακούει στο ράδιο τα νέα περί της ναυτικής τραγωδίας και των διαδηλώσεων στην πρωτεύουσα Σαναά και της κοσμοχαλασιάς στην Αίγυπτο, αλιείς που βγάζουν το ψωμί τους, γυναίκες που χορεύουν και τραγουδούν συνοδεία τουμπερλεκίου, αργόσχολοι που μιλούν για την ανεργία αλλά και για το ότι «Η ηρεμία, η ευτυχία κι η σοφία κατάγονται απ’ την Υεμένη» (σου θυμίζει κάτι;), ιμάμης και πιστοί που είναι στον «Allāhu Akbar» κόσμο τους και ο Σούφι υποψήφιος Άγιος Σώστης τού αλλόθρησκου που ρίχνει πετονιά από βάρκα και οραματίζεται την… ύπαρξη του δύσμοιρου τουρίστα, πάνε κι έρχονται μεταξύ νεκρής (τα αξελερέ συννέφων πάνω απ’ τη χλωρίδα, the oldest trick in the post-pro book) ή όχι τόσο φύσης, περισσότερο ως ύστερος Τέρενς Μάλικ παρά ως πρώιμος Γκόντφρεϊ Ρέτζιο σ’ αυτά τα πιο ξερά Γκαλάπαγκος του Ινδικού.
Η εκδρομή σε ενσταντανέ εθιμοτυπίας ή ρουτίνας βαλτών ντόπιων δεν αποικίζει τη δραματουργία του συγχωράδικου διακυβεύματος χλωμού προσώπου; Το «ό,τι πιάσει η κάμερα» couleur locale της στεριάς του Αρχιπελάγους αποδεικνύεται επί ώρα μετρίως αξιοθέατο; Θα ήταν άγονο να τραβήξεις το σημαινόμενο σπιριτουαλιστικού αρσενικού κονέ έως του σημείου να φανταστείς τους δύο ήρωες ως μία… περσόνα (εκείνη ενός Μεσανατολίτη Ιανού της αποδοχής); Τουλάχιστον, το πλάνο του τουρμπανοφόρου μελαψού «εκλεκτού» και των δέντρων «του αίματος του δράκου» (κάτι μεταξύ mini σεκόγιας και χορτάρινου UFO με ορατές ρίζες) στην ομίχλη με ambient υπόκρουση, το υπό γωνία πλάγιο freeze frame μιας άλλης «στιγμής» του κι ένα παιχνίδι των φωτοσκιάσεων στην άμμο είναι οι φευγάτες (το δεύτερο στα όρια της εικαστικής έκστασης για τον θεατή) ατραξιόν αυτής της χαμένης ευκαιρίας σίγουρα όχι, χαμένης Εδέμ σίγουρα ναι. Που θα περιμένουμε, ωστόσο, με ενδιαφέρον, μπας και ανακαλύψει ο ντε Κόκο στο επόμενό του τριπάκι (ένα multiculti ντοκιμαντέρ εσωτερισμού). Προς το παρόν; «Ποιος είμαι, πού πάω;», «Αγάπα τον Πλησίον σου» και Batida, ενίοτε ξεροσφύρι. Ανώτερο νόημα δεν το λες…