FreeCinema

Follow us

Στις επόμενες μέρες ξεκινούσε το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης. Όποτε ανέβαινα επάνω, για οποιοδήποτε φεστιβαλική διοργάνωση, έπαιρνα το τρένο. Πρώτη θέση, πάντα. Σήμερα φοβάμαι να το κάνω. Γιατί σκέφτομαι πως οι άνθρωποι που βρίσκονταν σ’ αυτές τις θέσεις, στο τρένο των Τεμπών πέρσι, εξαϋλώθηκαν. Κι ύστερα σκέφτομαι πως ζω από τύχη. Πως ένα «ευτυχές» timing είναι εκείνο που μου επιτρέπει να βρίσκομαι ακόμα εν ζωή στην Ελλάδα.

Ένα έγκλημα, πόσω μάλλον όταν αφορά όλους μας (διότι θύματα θα μπορούσαμε να ήμασταν κι εμείς οι ίδιοι), πρέπει να τιμωρείται. Και εδώ κι έναν ολόκληρο χρόνο, ως θεατές μιας μεγαλύτερης φρίκης από την καταμέτρηση 57 νεκρών, παρακολουθούμε τη συγκάλυψή του. Και μόνο!

Από τραγικό, καταντά σουρεαλιστικό. Θα προσπαθήσω να θέσω ένα απλοϊκό παράδειγμα «σύγκρισης». Είναι σαν το παιδί σου να οδηγούσε ένα αμάξι και λόγω μιας σαφέστατης κακοτεχνίας του δρόμου, να προκλήθηκε τροχαίο και να το έχασες για πάντα. Να έγινε στάχτη μέσα στο αυτοκίνητο. Και μόλις λίγες μέρες μετά, να «εξαφανίστηκε» το όχημα και να ασφαλτοστρώθηκε ο δρόμος! Δίχως να ευθύνεται κανείς, για τίποτα! Κι εσύ να ψάχνεις να βρεις το δίκιο σου. Ή να φοβάσαι μην κατηγορηθεί κι από πάνω το νεκρό παιδί σου, διότι μπορεί να οδηγούσε «απερίσκεπτα» και το φταίξιμο να χρεωθεί σε δικό του… «ανθρώπινο λάθος». Ν’ ακούσεις ακόμα ένα περίφημο «τι δουλειά είχε εκεί πέρα;»…

Το επόμενο πρωί κάλεσα στο τηλέφωνο έναν αγαπημένο μου άνθρωπο που εργάζεται στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, να ρωτήσω αν έπαθε κανείς τους κάτι, αν σκοτώθηκε κάποιος. Δεν ήθελα να βρίσκομαι στη θέση του να γνωρίζω ένα από τα θύματα του εγκλήματος των Τεμπών. Δεν τολμώ να σκέφτομαι πως ζουν αυτοί οι άνθρωποι, που έχασαν τους δικούς τους. Τόσους μήνες. Και τα επόμενα χρόνια. Όσο θα υπάρχει το μνημονικό τους.

Αηδιάζω. Για το κατάντημα της χώρας. Σήμερα, μετά τα τόσα που έχουν συμβεί για να «θαφτεί» (πολιτικά και δημοσιογραφικά) η υπόθεση, δεν είναι πια λύπη. Είναι οργή.

TAGS: