Tο μυστήριο με τα «δύο αστεράκια».
Δέκα απλές μέθοδοι αποκωδικοποίησης των «δύο αστεριών» στην αξιολόγηση των Ελλήνων κριτικών κινηματογράφου. Μια χιουμοριστική αλλά και ειλικρινής ανάλυση που σε αφορά! Ένα κείμενο που αγαπήθηκε με πάθος από τους αναγνώστες του FREE CINEMA και, δυστυχώς, έχει διαχρονική αξία…
Στη συνήθη κλίμακα αξιολόγησης της κριτικής, από το ένα έως το πέντε (χωρίς να παραγνωρίζουμε και την ύπαρξη της «πέτρας του σκανδάλου», του μηδενός – λέγε με και «κακό», ενίοτε σε μορφή τετραγώνου), το δύο προσεγγίζει το μέσο όρο, άρα καλύπτει τις ανάγκες μιας μεσοβέζικης στάσης και κάνει τον κριτικό να φαίνεται αρεστός προς το εκάστοτε γραφείο διανομής (ενώ θα έπρεπε να υπολογίζει πως αυτός που τον διαβάζει και θα πληρώσει για να δει την ταινία είναι ο θεατής…). Γιατί, λοιπόν, «υποχρεώνεται» να κρατά αυτή τη στάση;
Οι δημόσιες σχέσεις είναι η στάση ζωής του. Καλύτερα να πεθάνει παρά να σου πει πως μια ταινία είναι τέρας και τον ανάγκασε μέχρι και να εγκαταλείψει την αίθουσα! Στη στήλη του, η ίδια ταινία μετατρέπεται ως εκ θαύματος σε… «ενδιαφέρουσα» (sic). Εξ ου και το μάτι σου τα βλέπει όλα… διπλά!
Το να γίνεσαι αρεστός σημαίνει πως επιβιώνεις και καλύτερα. Αν και ο κριτικός κινηματογράφου δεν έχει χρηματικές απολαβές από κανέναν (πλην της μισθωτής του εργασίας, για να λέει τη «γνώμη» του), μπορεί κάλλιστα να έχει τα «τυχερά» του: δωράκια, τραπεζώματα, παροχή αποκλειστικού υλικού (γιατί δεν θα «μας» το θάψει το έργο), αποστολές στο εξωτερικό για press junkets και όποια άλλη διευκόλυνση, για το καλό του Τύπου, της πληροφόρησης και της… αντικειμενικής καθοδήγησης του θεατή. Με «δύο αστεράκια» κάνεις τη δουλειά σου, βρε αδελφέ!
Εάν ένας τέτοιος κριτικός κινηματογράφου θέλει να κανακέψει ή να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου προς τους διανομείς, κρατά στο χέρι του ένα ακόμη πιο ισχυρό όπλο: το «μισό αστεράκι»! Για να μην τον πάρουν χαμπάρι, κιόλας, θα σου πετάξει από ένα μισό και θα κάνει τους πάντες να χαμογελούν ακόμη περισσότερο, με τον αναγνώστη να τον αντιμετωπίζει ως κυνικό και αδέκαστο κριτικό, ο οποίος δεν χαρίζεται για να βάλει… τρία.
Στην αντίθετη περίπτωση με το ακριβώς άνωθεν παράδειγμα, ο κριτικός στερεί από τα «δύο αστεράκια» την ολότητά τους και αφαιρεί το μισό για να δηλώσει προς τη διανομή πως δε μασάει, καθώς και να «ψαρώσει» τον υποψήφιο θεατή, ο οποίος βρίσκεται μπροστά στο ολέθριο δίλημμα του να δει ή όχι μια… «σχεδόν ενδιαφέρουσα» ταινία! Στην πραγματικότητα, για τον δημοσιοσχετίστα κριτικό κινηματογράφου, η συγκεκριμένη αξιολόγηση μεταφράζεται καλύτερα σε «έφριξε το σκυλί, αλλά το κρατάω μέσα μου».
Σε περίπτωση που – οι περισσότεροι – κριτικοί κινηματογράφου συμμετέχουν σε press junket του εξωτερικού και εκεί η ταινία τους προκύπτει… φουρλούκα, το σώζουν με τα «δύο αστεράκια». Διότι, τουλάχιστον, τους έχουν μείνει οι συνεντεύξεις και… δεν δαγκώνεις το χέρι που σε «ταΐζει».
Ελληνικές ταινίες. Το απόλυτο ναρκοπέδιο! Αν τις θάψεις, έχεις να κάνεις με τη διανομή, τον παραγωγό, το σκηνοθέτη, το καστ, την κομμώτρια, πληθώρα εκ των συντελεστών, πιθανότατα και μέλη των σογιών τους, κουμπάρους ή φίλους τους, που όλο και κάποια σχέση θα έχουν με εκδότη / διευθυντή / αρχισυντάκτη / οικονομικό σύμβουλο / φούφουτο του «μαγαζιού» στο οποίο εργάζεσαι. Ακόμη χειρότερα, μπορούν να έχουν και το τηλέφωνό σου! Ο δημοσιοσχετίστας κριτικός κινηματογράφου δεν τρομάζει, όμως. Κρατά στο τσεπάκι τα… «δύο αστεράκια». Κοινώς, όπου τα συναντάς για ελληνική ταινία, ειλικρινά, φοβού!
Στα πάλαι ποτέ χρόνια της οικονομικής ευημερίας και των «δώρων» που προσέφεραν (sic) οι εφημερίδες, οι εκδοτικοί οργανισμοί είχαν συνάψει ακόμη πιο στενές εμπορικές συνεργασίες – σχέσεις με τη διανομή (πέραν της απλής και τίμιας πληρωμένης καταχώρησης), καθώς σχεδόν όλοι «πωλούσαν» και τα περίφημα DVD. Φαντάσου, λοιπόν, έναν κριτικό κινηματογράφου ο οποίος έπρεπε να κρίνει τον… πελάτη! Η απάντηση, στο πλέον διακριτικό που μπορεί να φέρει στο νου ακόμη και η πιο διεστραμμένη φαντασία, ήταν φυσικά τα… «δύο αστεράκια»! Σε περίπτωση που πήγες να σκεφτείς τι συνέβαινε με τα free press, τα οποία ζουν από τις καταχωρήσεις που λέγαμε, θα μου επιτρέψεις να πάω μέχρι το υπόγειο της οικίας μου, που και πάλι δεν είναι γερά μονωμένο, να ρίξω ένα γέλιο που θα ακουστεί και πέρα των ορίων της ταπεινής μου συνοικίας, και επιστρέφω…
Θέλω να πω και κάτι ακόμη, αλλά τρέμω στην ιδέα πως θα νομίσουν ότι «φωτογραφίζω» συγκεκριμένους κριτικούς (sic) και βαριέμαι.
Όχι, όχι, όχι, δεν θα το ανοίξω το στόμα μου, μη με πιέζεις!
Ναι, υπάρχει και μια κάποια ελάχιστη περίπτωση η ταινία να ήταν απλά ενδιαφέρουσα κι αυτό να της άξιζε. Αντικειμενικά. Με την υποκειμενικότητα του καθενός, δηλαδή. Αλλά, έστω, τίμια. Για να το αντιληφθείς, βέβαια, πρέπει να έχεις μάθει αυτό το οποίο στην αλλοδαπή αποκαλούν «read between the lines», που άμα το έχεις μάθει, μετά αποκωδικοποιείς και ιερογλυφικά σε μνημεία της Αιγύπτου ή θα ήσουν πολύ χρήσιμος για την ανθρωπότητα στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου…
Υ.Γ. Μια άλλη φορά, θύμισέ μου να σου πω και το άλλο με τα… «τεσσεράμισι αστεράκια»! (#LOL)