FreeCinema

Follow us

ΜΕ ΚΟΜΜΕΝΗ ΤΗΝ ΑΝΑΣΑ (1960)

(À BOUT DE SOUFFLE)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζαν-Λικ Γκοντάρ
  • ΚΑΣΤ: Ζαν-Πολ Μπελμοντό, Τζιν Σίμπεργκ
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 90'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE

Ένας περιπλανώμενος εγκληματίας και μια Αμερικανίδα σπουδάστρια δημοσιογραφίας αλωνίζουν τους δρόμους του Παρισιού, ενώ εκείνος καταζητείται από τις Αρχές και προσπαθεί να την πείσει να διαφύγουν παράνομα στην Ιταλία.

«Αν δε σας αρέσει η θάλασσα… Αν δε σας αρέσει το βουνό… Αν δε σας αρέσει η πόλη… τότε, να πάτε να πνιγείτε!»

Πάνω στη φάση της γέννησης της γαλλικής nouvelle vague, ένας τύπος ονόματι Ζαν-Λικ Γκοντάρ εμφανίζεται με την πρώτη του κινηματογραφική ταινία μεγάλου μήκους για ν’ ανατρέψει ακόμη περισσότερο αυτό το κίνημα. Ο «σταρχιδισμός» του Γκοντάρ είναι πρωτοφανής! Κάνει εξωτερικά γυρίσματα σε ολόκληρο το Παρίσι χωρίς να έχει πάρει ποτέ άδεια για το υλικό που (τελικά) φιλμάρει, γράφει τις ατάκες επιτόπου, την ίδια μέρα, με συνεργείο και καστ να τον ακολουθούν δίχως σενάριο, αποτυπώνει ένα φιλμικό ψέμα δραματουργίας μέσα σ’ ένα πλαίσιο ζωντανό, ρεαλιστικό, αφτιασίδωτο. Σινεμά με ήρωες που υπάρχουν σχεδόν δίχως story, που μιλάνε απλά μεταξύ τους, με μια απάθεια για το αύριο, που αλλάζουν πλάνα και προορισμό μέσα στο σήμερα, θέλοντας μόνο ν’ αγαπήσουν και ν’ αγαπηθούν. Κι ας σκοτώσουν, κι ας κλέψουν, κι ας παρανομήσουν με κάθε τρόπο!

Η ιστορία είναι προσχηματική (και εμπνευσμένη από πραγματικό πρόσωπο που είχε εντοπίσει μέσα από δημοσιεύματα εφημερίδων του ’52 ο Φρανσουά Τριφό). Μικροκακοποιός ο οποίος συνηθίζει να κλέβει αμάξια, καθώς επιστρέφει από Μασσαλία στο Παρίσι, σκοτώνει αστυνομικό που τον καταδιώκει. Σχεδιάζει να διαφύγει στην Ιταλία, αλλά πρώτα πρέπει να πείσει το κορίτσι που (μάλλον) αγαπά να τον ακολουθήσει. Η Πατρίσια είναι μία Αμερικανιδούλα που ξεχωρίζει από τις ντόπιες κοπέλες, σπουδάζει εκεί και θέλει να γίνει δημοσιογράφος, αλλά προσωρινά πουλάει αντίτυπα της Herald Tribune στους δρόμους. Ο Μισέλ αγωνίζεται να βρει ένα μεγάλο ποσό χρημάτων που θα τους επιτρέψει να ταξιδέψουν και να περάσουν με κάποια άνεση για ένα διάστημα περιτριγυρίζοντας το Μιλάνο, τη Γένοβα και τη Ρώμη. Η Αστυνομία, όμως, γνωστοποιεί την ταυτότητα και το πρόσωπό του παντού, περιορίζοντας τις κινήσεις του στην πόλη.

Σε αρκετά σημεία (ειδικά στα νυχτερινά του), το «Με Κομμένη την Ανάσα» φέρνει στον νου το «Ασανσέρ για Δολοφόνους» (1958) του Λουί Μαλ κι εκείνο το νεαρό, κακότυχο ζευγάρι που το σκάει με το κλεμμένο αμάξι. Σαν «συγγενής» εκείνων, ελαφρόμυαλος και θρασύς, με μοναδικό σκοπό να αποφεύγει τις συνέπειες των πράξεών του, ο Μισέλ γίνεται ένα νεανικό πρότυπο «επαναστάτη» που ενώ ονειρεύεται τους αστικούς μύθους της Δύσης και τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, φτύνει νόμους και κοινωνικές συμβάσεις, διαγράφοντας από την καθημερινότητα και τη συμπεριφορά οτιδήποτε ηθικό. Σέβεται μονάχα τον έρωτα, αρκεί να πειστεί ότι του έχει συμβεί το «μοιραίο». Δεν το γνωρίζει ακόμη, ίσως. Αλλά θα το αισθανθεί.

Στιλιστικά, ο Γκοντάρ αυτοσχεδιάζει παντού! Αντί να κόψει μισή ώρα δράσης από το πρώτο cut της ταινίας, όπως του ζητούσαν οι παραγωγοί, παραγνωρίζει τις συμβουλές του Ζαν-Πιερ Μελβίλ (ο οποίος κρατά έναν χαρακτηριστικό, μικρό ρόλο στην ταινία) και αφαιρεί εντελώς άναρχα στιγμές από ολόκληρο το φιλμ, δημιουργώντας αυτά τα περίφημα jump- cuts που ακόμα διδάσκονται σε κινηματογραφικές σχολές! Γίνεται ένας guerrilla της κάμερας στο χέρι (ενίοτε επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για dolly…), δεν τηρεί τη συμβατικότητα μιας κάποιας φιλμικής αφήγησης (αν και παραμένει γραμμικός), δεν νοιάζεται γι’ αυτό που εξιστορεί (η μεγάλη σκηνή διαλόγου των δύο βασικών ηρώων στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της Πατρίσια είναι αλήθεια πως – οριακά – κουράζει, αλλά θα το ξανακάνει στην «Περιφρόνηση»…), δεν βάζει καν credits συντελεστών στην αρχή ή στο τέλος του φιλμ! Ειρωνεύεται τους πάντες και τα πάντα. Στο μέλλον, θα το παρατραβήξει και θα χάσει το «παιχνίδι». Μα, εδώ είναι ακόμη τόσο νέος. Και έχει τ’ αρχίδια να αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε σινεμά. «Να γίνω αθάνατος και μετά να πεθάνω», απαντά ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Μελβίλ σαν μεγαλύτερη φιλοδοξία της ζωής. Ο Γκοντάρ το είχε ήδη καταφέρει!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το περίφημο σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ζαν-Λικ Γκοντάρ, ένα από τα θεμελιώδη έργα του κινηματογραφικού ρεύματος της nouvelle vague και το φιλμ που μετέτρεψε σε πρωταγωνιστή τον Ζαν-Πολ Μπελμοντό. Τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία της pop κουλτούρας. Καλό, όμως, είναι να γνωρίζετε από πριν τι εστί Γκοντάρ, διότι μερίδα κοινού που είδε «αστεράκια» κι έτρεξε στην επανέκδοση της «Περιφρόνησης»… έφαγε φρίκη!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.