ΡΥΘΜΟΙ ΑΙΓΑΙΟΥ (2015)
- ΕΙΔΟΣ: Ντοκιμαντέρ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γιάννης Λάμπρου, Κωνσταντίνος Μπλάθρας
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 106’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ
Το κατεξοχήν ελληνικό όργανο, η χορεία των διακόνων του, το πέλαγος που τους ενώνει. «Αυτό το όνειρο είναι η ζωή» και των 3;
Κράτα τον άνωθι διάσημο στίχο του Χαίλντερλιν που ανοίγει αυτή την περιήγηση: είναι αυτός που σου βαστάει το μαντήλι, απαραίτητο(ς) για να σύρεις ως θεατής τον χορό σου – μ’ αυτήν και ως διττό θυμητάρι (του εκλιπόντος δημιουργού της και της εκφραστικής καθημερινότητας της λαϊκής μούσας), ενώ παίζουν ο ένας μετά τον άλλον οι γέροι ή νέοι μουζικάντηδες. Άλλος ενώ δουλεύει ως ταχυδρόμος, άλλος δάσκαλος με μικρούς μαθητές, άλλος σε ferryboat, άλλος σε πανηγύρι χωριού, άλλος σ’ εκκλησάκι, άλλοι σε βεράντα, άλλος σε αναστενάρια, άλλος σε ρακοκάζανο, άλλος τσιτάροντας ταυτόχρονα πρωτότυπες μαντινάδες στη σχόλη του ως τυροκόμος.
Όλοι κελαϊδούν με τη λύρα (κρητική, θρακιώτικη, δωδεκανησιακή, κωνσταντινουπολίτικη) και τέσσερις απ’ αυτούς έχουν πια πεθάνει, όπως τραγικά πρόωρα το 2011 και ο Γιάννης Λάμπρου, που τους γύρευε ανά την επικράτεια και τους κινηματογραφούσε για σχεδόν μία δεκαπενταετία, με τους φίλους του να ολοκληρώνουν απ’ το υλικό αυτή τη διαθήκη του: Ένα freestyle πανόραμα για τους γηγενείς (από τ’ Ανώγεια, το Λασίθι, το Ηράκλειο, την Τήλο, την Κάρπαθο και την Κάσο ώς τη Θεσσαλονίκη, τις Σέρρες και τη Δράμα) ινστρουμενταλίστες του δοξαριού και για τις νότες τους, ηχώ της ρωμέικης παράδοσης και ντύμα του θροΐσματος της βιοτής.
Αγγίζει, απ’ αυτή την άποψη, τα όρια του – χαλαρά καθηλωτικού, σύνολα – recital α λα Ίβενς το ότι το αζόριστο sequencing στο βουλώνει, για να αφουγκραστείς (στα ενδιάμεσα παραπομπών με αφετηρία τον μυθολογικό «συνάδελφο» Ορφέα, στίχων Παλαμά κι αποφθεγμάτων Ράμφου και Χάιντεγκερ) το roster απέριττα απτών και συνήθως αντισιμπεμόλ mini συναντήσεων, εξίσου με τα στιγμιότυπα επιτόπιων κι απροσχεδίαστων εκτελεστικών επιδείξεων (not) rustique πενταγράμμου. Και, μετά τη natura(lly) ποιητική μελωδία που σου μεταδίδει το mix προσώπων και τόπων, τον ρητό «σκοπό»: «Στην πόλη ο άνθρωπος είναι τόσο αγχωμένος ώστε πεθαίνει ψυχικά πριν τον βιολογικό του θάνατο. Εδώ η κοινωνία λειτουργεί. Όλοι είναι ένα.»
Ενώ μια ανάβαση στον Ψηλορείτη πρωί σε ξυπνάει, τα γυρίσματα σε μια σπηλιά σε χώνουν στις «στροφές» τού λόγου, μια φουρτούνα φέρνει τη λιμανίσια αρμύρα στην πλατεία της αίθουσας, ο Σκουλάς ξεσηκώνει ένα γλέντι κι εσένα, «σαϊτιές» διαφεύγουν, πάντως. Ένας player καθιστός στο περιχαρακωμένο χώμα περνάει στο ντούκου ως αναφορά στη λαϊκή δοξασία τού αντιστεκόμενου στις κλέφτρες Νεράιδες δεξιοτέχνη. Ένας ακόμα στενόμυαλος αφορισμός τού Ψαραντώνη («… το πιο πλούσιο όργανο στον κόσμο») θορυβεί. Οι πήδοι και αφαιρέσεις στην παρτιτούρα γυρισμάτων (πρώτα «ηχογραφημένου», εξάλλου, σε μεγάλο μέρος του για μια σειρά ντοκιμαντέρ της ΕΤ3) ζητάνε bis.
Κυρίως: ο υπερχρωματισμός στο περιστασιακό speakage από τον Δήμο Αβδελιώδη τεντώνει πολύ τη χορδή. Που, όμως, δε σπάει ποτέ, ενώ το νανούρισμα ενός μωρού σε νησιώτικη αιώρα από έναν ηλικιωμένο βιρτουόζο γράφει στα τάστα τον επίλογο στην ελλειπτική καλειδοσκοπική αυτή τουρνέ και κλείνει τη γύρα του θνητού είδους μας: ένας (ντοκιμαντερίστας) πέθανε, ένας (της οικογένειας της μουσικής) έρχεται στον κόσμο. In memoriam κι όχι μόνο, έμπα κι εσύ στον κύκλ(ι)ο…