Ο ΠΕΡΙΘΩΡΙΑΚΟΣ (1983)
(LE MARGINAL)
- ΕΙΔΟΣ: Αστυνομική Περιπέτεια
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζακ Ντερέ
- ΚΑΣΤ: Ζαν-Πολ Μπελμοντό, Χένρι Σίλβα, Πιερ Βερνιέ, Τσεκί Καριό, Κάρλος Σότο Μαγιόρ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 100'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: BIBLIOTHEQUE
Ο σκληροτράχηλος και αντισυμβατικός αστυνόμος Ζορντάν έχει θέσει ως στόχο καριέρας την εξάρθρωση συμμορίας διακίνησης ναρκωτικών που δρα ανά τη γαλλική επικράτεια. Ο αρχηγός των κακών είναι πονηρός και ύπουλος, αλλά ο αμείλικτος διώκτης τους είναι περπατημένος άνθρωπος της πιάτσας που ξέρει καλά όλα τα μονοπάτια…
Στο πρώτο σκάρτο τέταρτο της ταινίας, ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό έχει ήδη προλάβει να πετύχει μια σειρά μικρών άθλων. Ξεκινάει παίρνοντας το τρένο που τον μεταφέρει από το Παρίσι στη Μασσαλία, μιας και στο λιμάνι του γαλλικού Nότου εντοπίζεται το σοβαρό πρόβλημα εμπορίας ναρκωτικών. Εκεί, μπουκάρει σε bar ψάχνοντας υπόπτους, μοιράζει μπουνιές σε όσους δεν γουστάρει και παίρνει στο κυνήγι στους δρόμους της πόλης όποιον (αφελώς) πιστεύει ότι μπορεί να του ξεφύγει. Συνεχίζει μαρσάροντας με το αυτοκίνητό του για να φτάσει έγκαιρα σε ελικόπτερο, από το οποίο θα κάνει εντυπωσιακό άλμα σε εν κινήσει ταχύπλοο, όπου αφού πλακώσει άνετα στο ξύλο τους επιβαίνοντες, θα βρει μεγάλη ποσότητα ηρωίνης. Μέσα σε όλα αυτά, δε, έχει βρει τον χρόνο να βγάλει και γκόμενα, με την οποία όμως δεν θα μπορέσει να προχωρήσει στα περαιτέρω, καθώς την κρίσιμη στιγμή θα μπουκάρει στο δωμάτιο ο προϊστάμενός του, ο οποίος μην εγκρίνοντας τις αστυνομικές του μεθόδους θα τον στείλει πίσω από εκεί που ήρθε. Όλα αυτά, επαναλαμβάνουμε, στα πρώτα δεκαπέντε περίπου λεπτά, με τις φήμες που θέλουν να υπάρχει κομμένη στο μοντάζ σκηνή εντός… διαστημοπλοίου, να ελέγχονται ως ανακριβείς.
Οι «Ασύλληπτες Διακοπές» διεκδικούσαν τον τίτλο της πιο αξιοπερίεργης επανέκδοσης του φετινού καλοκαιριού, χάνουν όμως στο νήμα την πρωτοκαθεδρία από τούτο εδώ, που είναι βγαλμένο από μια εντελώς άλλη εποχή, στην οποία αρκούσε το όνομα ενός super star στη μαρκίζα, ώστε μια εύπεπτη αστυνομική περιπέτεια να γνωρίσει επιτυχία. Πόσω μάλλον όταν αυτός ήταν ο Μπελμοντό (μια αληθινή εισπρακτική μηχανή στην πατρίδα του, με αμέτρητους τίτλους που κατά κανόνα ξεπερνούσαν σε εισιτήρια ακόμα και τις πιο εμπορικές αμερικάνικες ταινίες), ο οποίος μπαίνοντας εδώ στην πέμπτη δεκαετία της ζωής του είχε αρχίσει να επαναλαμβάνει στις περισσότερες εκ των εμφανίσεών του τη μανιέρα του σκληρού μπάτσου. Ο «Περιθωριακός» του δεν ξεφεύγει στιγμή από το στενό αυτό πλαίσιο, οι ρυτίδες όμως στο πρόσωπό του είναι εμφανείς, καθώς το τελικό αποτέλεσμα όχι μόνο δεν στέκει στις μέρες μας, αλλά γεννά ερωτήματα για το κατά πόσο μπορούσε να σταθεί ακόμα και… όταν γυρίστηκε! Ο ίδιος ο Μπελμοντό έχει αναλάβει (κατά τις συνήθειές του) όλα σχεδόν τα επικίνδυνα stunts, αυτά όμως δεν αρκούν για να δώσουν πνοή σε ένα τόσο ασύνδετο και σχηματικό σενάριο, η μόνη προσπάθεια εκμοντερνισμού του οποίου είναι μια αρχική διάθεση εμπλοκής τού αστυνόμου Ζορντάν σε μια α λα «Ψωνιστήρι» (1980) φάση, που όμως εγκαταλείπεται άρον-άρον, καθώς ο ίδιος είναι πολύ macho για τέτοιες καταστάσεις – το δε πολυπληθές κοινό τού πρωταγωνιστή αμφιβάλλω κατά πόσο θα άντεχε να δει τον αγαπημένο του ηθοποιό σε υποψία και μόνο ομοφυλοφιλικών περιπτύξεων. Η γνωριμία του με ιερόδουλη, την οποία παίρνει υπό την προστασία του μιας και αποτελεί το κλειδί της υπόθεσης, ταιριάζει ασφαλώς καλύτερα στην εικόνα τού ανελέητου πλην γοητευτικού αστυνομικού.
Εάν, πάντως, τούτη η ταινία καταλόγου σηματοδοτεί τη διάθεση για αναδρομή σε ανάλογες αστυνομικές περιπέτειες που απέχουν από το να χαρακτηριστούν προφανείς (υπό το πρίσμα του μη κλασικού), τότε θα ήταν προτιμότερο οι διανομείς να αποφύγουν τα ημίμετρα και να βαρέσουν κατευθείαν στο ψαχνό. Στην κατηγορία «σκληροτράχηλος μπάτσος», οι αμερικάνικοι τίτλοι της ίδιας περίπου περιόδου (μιλάμε για τη δεκαετία του ‘80) είναι απείρως πιο διασκεδαστικοί. Μπορεί, παραδείγματος χάρη, ένας Στίβεν Σιγκάλ να μην δίνει πάσα όπως ο Μπελμοντό για συνειρμούς με τον Γκοντάρ, τη nouvelle vague και άλλα τέτοια ψαγμένα (και ασφαλώς εξαιρετικά προς αποφυγήν παρεξηγήσεως), σαν «Σκληρός του Σικάγο» (1988) όμως (όπου κατά σύμπτωση αντιμετωπίζει τον ίδιο ηθοποιό στον ρόλο του κακού, τον καρατερίστα Χένρι Σίλβα) θέλει δέκα «Περιθωριακούς» για πρωινό. Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται του χρόνου από το έτος κυκλοφορίας τού εν λόγω φιλμ που σκηνοθέτησε ο μάστορας του είδους Άντριου Ντέιβις (που το 1993 έκανε τον «Φυγά», κερδίζοντας έτσι και δάφνες ποιότητας). Γιατί όχι; (Εκ της Διευθύνσεως: πλησιάστε τον συντάκτη αθόρυβα, χωρίς να δώσετε υποψίες ανησυχίας, προτού τον δέσετε… στα λευκά!)