FreeCinema

Follow us

ΟΔΗΓΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ (2016)

(C'EST QUOI CETTE FAMILLE?)

  • ΕΙΔΟΣ: Οικογενειακή Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γκαμπριέλ-Ζουλιάν Λαφεριέρ
  • ΚΑΣΤ: Λουσιάν Ζαν-Μπατίστ, Τεϊλό Αζαΐς, Βιολέτ Γκιγιόν, Φιλίπ Κατρίν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 99'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Σεπτέτο ετεροθαλών αδελφιών, σε μια γκάμα απ’ τα 4 έως τα 16, μπαϊλντισμένο απ’ το πηγαινέλα και την πλημμελή φροντίδα εκ μέρους των οκτώ γονιών του, μπουκάρει με σχέδιο και κατσικώνεται σε διαμερισματάρα μακαρίτισσας μαμάς ενός των papa. Θα βάλουν τους κανόνες τής συγκατοίκησης, την οποία οι σε βάρδιες διαμένοντες κηδεμόνες τους θα δεχτούν. Θα βγουν δυνατότεροι ή… μπίλιες;

Οι εμπνευστές του συνθήματος της Επανάστασης του 1789, που έγινε το motto κοτζάμ Γαλλικής Δημοκρατίας, μπορεί και να έβγαιναν από τους τάφους τους. Ο Ρομάν Γκουπίλ του «Ψηλά τα Χέρια!» (2010) κι ο Τόμας Βίντερμπεργκ του «Κοινοβίου» θα γνέψουν με συγκαταβατική κατανόηση (τύπου «δε βαριέσαι, νιουμπάς είναι ακόμα, θα μάθει»), αν κάποιος τους το προφτάσει γιατί οι ίδιοι δε νομίζω ότι θ’ ασχοληθούν. Κάπου στη μέση τραβολογιέσαι κι εσύ, με αυτή την επίσης μεσοβέζικη, βάσει ενός σεναρίου τετράδας νοματαίων εταιρική παραγγελιά στον Γκαμπριέλ-Ζουλιάν Λαφεριέρ, που υφάρπαξε και στρίμωξε στην ίδια διπλή κουκέτα από ίντριγκες μέχρι προβληματικές των καλύτερων (του συμπατριώτη του πολύ, του Δανού πολύ λιγότερο) ταινιών των δύο ονομαστότερων συναδέλφων του μ’ ένα je ne sais quoi «Ελευθερίας – Ισότητας – Αδελφότητας» – της τελευταίας, κυριολεκτικά.

Η «είμαστε όλοι μετανάστες» αιχμή ανθρωπίνων δικαιωμάτων τού αλληλέγγυου κόντρα στην ξενοφοβία, αγωνιστικού μελλοντ(ολογ)ικού classic του monsieur «Πεθαίνοντας στα 30», φυσικά, λάμπει δια της απουσίας της, καθώς ο εδώ αγγελικά πλασμένος πολυφυλετικός κόσμος είναι στον chic… κόσμο του, το μεγαλοαστικό παριζιάνικο χωνευτήρι της νέας χιλιετίας που διόλου τυχαία επικοινωνεί απευθείας με τη δεξαμενή τού δημογραφικού τού «Θεέ μου, Τι σου Κάναμε;» και δη με τα ηλικιακά κατώτερα στρώματά της. Το κλου είναι ότι οι επτά καταληψίες… νάνοι (ο Γκρινιάρης, ο Ντροπαλός κ.λπ., ο παραλληλισμός τους με τους ήρωες του παραμυθιού των αφών Γκριμ γίνεται εξαρχής έξυπνα αλλά εγκαταλείπεται γρήγορα, καθόλου δυσεξήγητα δεδομένης της ελλειμματικής προσοχής της πλοκής) αποδεικνύονται πολύ πιο ταγμένοι στον κοινό σκοπό τους, τη διεκδίκηση της μη σαθρής φωλιάς που θα καλύπτει τις ανάγκες τους, απ’ ό,τι οι εν πολλοίς ανώριμοι κι εαυτούληδες προστάτες τους (η δική τους τυπολογία ξεπετιέται κι αυτή, με πιο εξαντρίκ αλλά τζούφιες εμπνεύσεις όπως μια δασκάλα της yoga κι ένας δημιουργός βιντεοπαιχνιδιών), που έχοντας κάνει μπαλάκι τα βλαστάρια τους τα οδήγησαν στο να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους και τώρα θα δουν τι εστί βερύκοκο.

Το δυσλειτουργικό «εκεί που είσαι ήμουνα, εδώ που είμαι θα ‘ρθεις» της συλλογικότητας των δύο πλευρών (και του ατομισμού στην περίπτωση των μαντράχαλων), η οποία μοιράζει παιδοψυχολογικά τις ευθύνες, χαλιέται ομοίως σ’ ένα δειγματολόγιο προ των εκατέρωθεν επανεκτιμήσεων, ανατοποθετήσεων κι επιβεβαιώσεων του «η ισχύς εν τη ενώσει» ως αξίας. Καλά οι βινιέτες ακόμη κι ως εξτραβαγκάντζες εστίας (ένα party με αφρό, μια κούνια στο σαλόνι, φροντιστήριο στη γραμματική μέσω Skype), αλλά δυστυχώς το αυτό συμβαίνει και με τις καταστάσεις που ξεπετιούνται ρυθμικά στο μοντάζ κι ενώ καταβάλλεται συνεχής προσπάθεια να ελαφραίνουν με χαδάκια χαριτωμενιάς. Σ’ αυτή την ανοιχτόμυαλη Νέα Οικογένεια όπου έρχονται τα πάνω κάτω, ο μόνος ζωντανός αν κι ασταθής μέσα στους τριγμούς του γάμος φαντάζει ασταθέστερα γραμμένος (ούτε σε boulevard τόσο επιδερμική η υποψία μοιχείας με συγγενή ως βασανάκι) κι ακόμη πιο ασταθώς ερμηνευμένος (όχι τυχαία απ’ την ανεπίσημη κα Ολάντ, Ζουλί Γκαγιέ). «Φάσεις», όπως μια μαλακιά μαστούρα, γίνεται προσπάθεια να σαρκώσουν χαρακτήρες – περιβόλια σε τυφλές στροφές τους, ιδέ την παντελώς αφερέγγυα αλήτρα mamie που μπαίνει σβέλτα στο παιχνίδι και στο νόημα των αναγκών των εγγονιών της και του πρακτέου των γεννητόρων τους. Και ο ελέφαντας-στο-δωμάτιο, μια επιχειρούμενη πώληση του ενδιαιτήματος από έναν εκ των μπαμπάδων που έχει την ιδιοκτησία, γεννάει τραβηγμένες ακόμη και για μαθητές τού δημοτικού slapstick φάρσες όπως του «λούσου τα» με θύμα έναν λεφτά με γερμανικές άκρες (εδώ το «Ελλάδα – Γαλλία, συμμαχία» εναντίον των Τευτόνων θα επικροτηθεί απ’ τον λαό) και τη μεσίτριά του (η οποία… από την πίσω πόρτα φλερτάρει κι αυτή με το σόι).

Υφίστανται γωνίτσες θυμηδίας, μα στο υποκριτικό rococo (το ανεπίγνωστα ορατό show του ημίγυμνου γυναικά πατέρα Τιερί Νεβίκ) μα σε τσαλίμια της πένας στα κονέ (η καλή γειτονία με τον χειρουργό οφθαλμίατρο που, γιατί όχι, μπορεί να ρίξει ακόμα και τους τοίχους υπέρ των τετραγωνικών τού τσούρμου). Και, βέβαια, δεν είναι αμελητέα η χειρονομία: να θιγεί με ζωντάνια, συνδυαστικά το multitasking «πακέτο» του σε σχεσεακή κινητικότητα σύγχρονου κουβαλητή της Μe Μe Μe γενιάς κι ο τεχνολογικός συναισθηματικός επιταχυντής των enfants terribles της, τα οποία όμως δεν θα αποφύγουν τα πατροπαράδοτα ζόρια τής μύησης στις αλήθειες της ζωής – όπως ο πρώτος έρωτας στο διπλανό θρανίο του junior κιθαρίστα του παρεακίου, ένα σκίρτημα καλή ώρα όπως αυτά που έσπειραν και δαύτον και τους frères ή τις soeurs του ακόμη κι αν… μεγάλωσαν, άλλαξαν και πέταξαν γι’ αλλού (τα σκιρτήματα). Αλλά να σ’ τη φυλάει με την κοιλιά στο στόμα και σχολική συναυλιούλα με ρεπερτόριο Μισέλ Πολναρέφ («On Ira Tous au Paradis», θα πάμε όλοι στον παράδεισο και καλά), επειδή έχει και το «Η Οικογένεια Μπελιέ» κολόνα τού σπιτιού των αναφορών του το λιλιπούτειο; C’ est trop. Δώσ’ μου χώρο να πιαστώ, να πιαστώ να κρατηθώ. Και ει δυνατόν, όχι πάλι υιοθετημένο και σε υφάκι γαλλικό…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Μες στην καλή χαρά και καλοχτενισμένος απόγονος ενός genre, το οποίο σχεδόν σίγουρα θα κάνουν παρέα τα τέκνα σου κι εσύ λίγο-πολύ μπορείς ν’ ανεχτείς. Εφόσον, όμως, το πάρεις πρώτα απόφαση ότι στερείται των γονιδίων πολύ πιο προικισμένων προκατόχων του: σε ευφυία, χιούμορ, φιλαλήθεια, καρδούλα. Ακόμη και οι francophones θα το βρουν un petit peu αμερικανιά. Οι δυσανεκτικοί με τα νιάνιαρα θα νιώσουν la peine επί Μακρόν.


MORE REVIEWS

GODZILLA MINUS ONE

Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Σικισίμα επιστρέφει σ’ ένα κατεστραμμένο Τόκιο, γεμάτος ενοχές από τη φήμη του kamikaze πιλότου που δεν θυσιάστηκε για πατρίδα του. Θα προστατεύσει μια νεαρή κοπέλα που έχει υιοθετήσει ένα ορφανό μωρό και θα συγκατοικήσουν αναζητώντας τη γαλήνη, καθώς η πόλη αρχίζει να στέκεται ξανά στα πόδια της, ώσπου να εμφανιστεί… ένα γιγάντιο και μεταλλαγμένο από πυρηνικές δοκιμές τέρας.

ΠΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ

Μεροκαματιάρης εργάτης με «αθώο» πρόβλημα αλκοολισμού γνωρίζει προλετάρια «αδελφή ψυχή» σε karaoke bar, εμφανίζεται το ενδεχόμενο του ρομαντικού σκιρτήματος, μα η κακοτυχία δέρνει και τους δύο, λες κι η μοίρα δεν επιθυμεί την ένωσή τους.

ΣΙΩΠΗΛΗ ΟΡΓΗ

Πατέρας που πενθεί τον θάνατο του γιου του, ορκίζεται να εκδικηθεί τις συμμορίες ναρκωτικών που μεταμόρφωσαν τη ζωή του σε βουβό δράμα. Όταν μιλούν τα πιστόλια, ποιος έχει ανάγκη τα λόγια;

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

Στο Σέιλεμ, ομάδα από νεαρά αγόρια και κορίτσια ανακαλύπτει κατά τύχη ένα καταραμένο μαχαίρι. Μέσα από μια σειρά από flashbacks, μαθαίνουμε πως το συγκεκριμένο αντικείμενο υπήρξε η αφορμή για πολλούς θανάτους και καταστροφές στο παρελθόν. Η χρήση του σε δαιμονικά παιχνίδια μεταξύ των παιδιών, αποκαλύπτει μια μικρή λεπτομέρεια: ο κάθε χαμένος, πεθαίνει πραγματικά!

ΦΟΝΙΣΣΑ

Σ’ ένα νησιωτικό χωριό, γύρα στα 1900, η γιαγιά Φραγκογιαννού αποφασίζει να κάνει πράξη αυτό που της δίδαξε η ζωή: απαλλάσσει βρέφη θηλυκά και μικρά κορίτσια από τη μαρτυρική εμπειρία του να μεγαλώσουν και να υποταχθούν σε μια σκληρή κοινωνία ανδροκρατίας, που μόνο βάσανα και δυστυχία μπορεί να τους προσφέρει.