FreeCinema

Follow us

Η ΧΙΜΑΙΡΑ (2023)

(LA CHIMERA)

  • ΕΙΔΟΣ: Δραματική Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλίτσε Ρορβάκερ
  • ΚΑΣΤ: Τζος Ο’Κόνορ, Κάρολ Ντουάρτε, Ιζαμπέλα Ροσελίνι, Άλμπα Ρορβάκερ, Βιντσέντζο Νεμολάτο, Τζουλιάνο Μαντοβάνι
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 130'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: CINOBO

Φυλακόβιος αρχαιοκάπηλος επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, όπου ξαναβρίσκοντας την παλιοπαρέα των συναδέλφων του, ξηγιέται… παλιά του τέχνη κόσκινο. Ή μήπως κυνηγάει χίμαιρες;

Η τρίτη ταινία της Αλίτσε Ρορβάκερ που πετυχαίνει να διανεμηθεί στη χώρα μας, μοιάζει να συμπληρώνει μια άτυπη τριλογία πλάι στα «Θαύματα» (2014) και τον «Ευτυχισμένο Λάζαρο» (2018). Με φόντο τη γη και τους τάφους της περιοχής που κάποτε ήταν η Αρχαία Ετρουρία, η Ιταλίδα auteur προσγειώνεται εκ νέου σ’ έναν κόσμο που μοιάζει τόσο αταίριαστος με την πεζή πραγματικότητα του σήμερα, διανθίζοντάς τον με πλήθος σουρεαλιστικών καταστάσεων, ονειροπολήσεων και ετερόκλητων πληθών. Έχει κάτι το «φελινικό» η ματιά της, όμως, μόνο με την οικειότητα και τη ζεστασιά που αποπνέουν οι χαρακτήρες και τα πλάνα της είναι εξαιρετικά δύσκολο να προκύψουν εκατόν τριάντα λεπτά αμείωτου ενδιαφέροντος. Εύλογα, «Η Χίμαιρα» πέφτει στην ολοφάνερη παγίδα της επανάληψης κι ενός εύκολου σεναριακού twist.

Άρτι αποφυλακισθείς, ο αγγλικής καταγωγής Άρθουρ καταφθάνει σε μικρή ιταλική πόλη των παράλιων του Τυρρηνικού Πελάγους, όπου… μεγαλούργησε εξασκώντας το επάγγελμα του αρχαιοκάπηλου! Δεν δείχνει να κρατά κακία στους φίλους του (μιας και εξαιτίας τους βρέθηκε να εκτίει ποινή φυλάκισης), πιάνοντας να ξεθάβει ξανά μανά αρχαίους τάφους μαζί τους, χάρη στο αλάθητο αισθητήριο εύρεσης το οποίο διαθέτει. Εξίσου βασικός λόγος της επιστροφής του στα «πάτρια» εδάφη, εν τούτοις, φαίνεται να είναι η κρυφή ελπίδα επανασύνδεσης με την μεγάλη του αγάπη Μπενιαμίνα. Το πρόβλημα είναι πως αυτή έχει εξαφανιστεί από τα εγκόσμια εδώ και πολύ καιρό, με την εκκεντρική μητέρα της να την περιμένει (μάλλον μάταια) να φανεί στην ερειπωμένη οικογενειακή τους βίλα, έχοντας για παρέα μια ελαφρώς φευγάτη νεαρή υπηρέτρια.

Εξαρχής, ο Άρθουρ περιβάλλεται από μια μόνιμη κούραση κι έναν σαφή υπαινιγμό θανάτου. Γνωρίζει πως έχει χάσει για πάντα κάτι το δυσαναπλήρωτο γι’ αυτόν, αναζητώντας στα υπόγεια της ετρουσκικής γης μια μεταφυσική σύνδεση με την απώλεια ή (έστω) ένα ίχνος «παραμυθένιας μαγείας», μέσω της οποίας θα μπορέσει να νιώσει για μια τελευταία φορά την Μπενιαμίνα του. Η σύληση των αρχαίων τάφων μοιάζει (από ένα σημείο κι έπειτα) να λειτουργεί ως πάρεργο για τον Άρθουρ, όχι όμως και για την κουστωδία των «tombolini» που σέρνει μαζί του, για τους οποίους τα διάφορα κτερίσματα είναι αντικείμενα ζωτικής (για την επιβίωσή τους) σημασίας.

Από το όνομα… Ιτάλια της μόνιμα απλήρωτης οικονόμου της μαμάς Φιόνα, μέχρι τον… Σπάρτακο του συνήθους αγοραστή της λείας του Άρθουρ και της παρέας του, η Ρορβάκερ υφαίνει συνεχώς έναν ιστό μυθολογικών αναφορών και φιλοσοφικών σκέψεων. Ατυχώς, αδυνατεί να βρει τον συνδετικό εκείνο ιστό που θα κατάφερνε να ενώσει την αλληγορία του ιστορικού πλούτου του ένδοξου αρχαίου παρελθόντος με το χυμαδιό της σύγχρονης απαξίωσής του. Η παράξενη κοινότητα των «tombolini» ναι μεν σπάει συχνά τον τέταρτο τοίχο, ρίχνοντάς το στο τραγούδι και στον χορό, όμως, η γραμμή που χωρίζει την ονειροπόλησή της από την πραγματικότητα χαράσσεται με τρόπο ανεπαίσθητο. Σημαντικά στοιχεία που αφορούν τον Άρθουρ και τον μεγάλο του έρωτα ουδέποτε εξηγούνται, με την Ρορβάκερ να φαίνεται πως το διασκεδάζει αφάνταστα με το… πανηγύρι των ζουρλών που έχει στήσει, όμως, επιμένοντας στην αποσπασματικότητα ενός αέναου καταστασιακού. Η ιταλική γη είναι γεμάτη με ανεύρετα τεχνουργήματα σπάνιας ομορφιάς, αλλά η ζωή με τα φαντάσματα του παρελθόντος (όσο παλιά κι αν είναι) θέλει κάτι περισσότερο από μια κόκκινη κλωστή για να εξαγνιστεί.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Πολύ μακριά από τα ρεαλιστικά συνήθη του σύγχρονου art-house ευρωπαϊκού κινηματογράφου, η «Χίμαιρα» λειτουργεί θαυμάσια στο μάτι (εύφημος μνεία στη βγαλμένη μέσα από το λυκόφως φωτογραφία της Ελέν Λουβάρ), όμως, πάσχει στην εξέλιξη της μονοδιάστατης πλοκής της. Το ενίοτε σουρεάλ καλαμπουρτζίδικο κλίμα, σε εμένα τουλάχιστον, θύμισε το κλίμα των ταινιών της ύστερης εποχής του Σταύρου Τσιώλη. Οι φελινικές αναφορές, από την άλλη, κάνουν μπαμ, απέχοντας πάντως από τον σχετικό τραγέλαφο ενός Πάολο Σορεντίνο. Σε ένα γενικότερο σχόλιο για τις πρεμιέρες της εβδομάδας, τρεις ιταλικές ταινίας στο ίδιο επταήμερο… αμφιβάλω αν διανέμονται ακόμα και στην Ιταλία!


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.