FreeCinema

Follow us
10.1123:30

Θεσσαλονίκη 57: Άνθρωποι. Αυτή η παράνοια.


Ενώ βρίσκομαι ήδη στην Αθήνα, κάποιες τελευταίες ταινίες από το 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης που μου άφησαν ανάμεικτα συναισθήματα και με «ακολούθησαν» με σκέψεις ως το δρόμο του γυρισμού. Ο επίλογος και περεταίρω σχολιασμός μετά την ανακοίνωση των βραβείων…

Τρία φιλμ από το τμήμα του διεθνούς διαγωνιστικού προγράμματος, από τα τελευταία τα οποία παρακολούθησα στο φετινό Φεστιβάλ, προσεγγίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά και τις σχέσεις σαν κάτι το «ανεξήγητο», σχεδόν παρανοϊκό και συνοδευόμενο από διαφορετικού είδους… ήττες! Στο αργεντίνικο «Los Decentes» του Λούκας Βαλέντα Ρίνερ, η γουρλομάτα Μπελέν, κάτι σαν την υπηρέτρια «από το χωριό» που λέγαμε κάποτε, πιάνει δουλειά ως εσωτερική σε πλουσιόσπιτο, το οποίο εντάσσεται σε περιφραγμένη «κοινωνία» μεγαλοαστών, με φράχτες, τείχη, δικούς της φύλακες. Έξω από εκεί, φανταζόμαστε ένα Μπουένος Άιρες υποβαθμισμένο, με έντονες ταξικές διακρίσεις και διαφορές.

Los Decentes

Δίπλα από το σπίτι στο οποίο εργάζεται η Μπελέν έχει εγκατασταθεί ομάδα… γυμνιστών, με άλλους, δικούς της κανόνες διαβίωσης, ελευθεριότητα στο σεξ (αν και απέχουν τις περισσότερες μέρες της εβδομάδας, υπακούοντας σε πρόγραμμα σεξουαλικής εγκράτειας!) και αγάπη προς τη μητέρα Φύση. Η κεντρική ηρωίδα θα έχει την περιέργεια να επισκεφτεί τον χώρο, να αφαιρέσει και τα δικά της ρούχα σταδιακά, στην κάθε της επίσκεψη εκεί, όπως και να πλησιάσει τους ανθρώπους της ομάδας, διατηρώντας κάποιες ελαφρές επιφυλάξεις ως προς τη συμμετοχή της στις δράσεις τους. Η συνήθεια της αποδοχής του σώματος είναι ήδη ένα μεγάλο πρώτο βήμα για εκείνην. Το ερώτημα είναι… πού το πάει ο «ποιητής»; Οι προβληματισμοί του σεναρίου γίνονται άμεσα αντιληπτοί και είναι σίγουρα προβλέψιμοι, η σκιαγράφηση της εξαντλητικά λιγομίλητης Μπελέν και οι σχέσεις της με τους γύρω της (κυρίως το flirt με έναν σεκιουριτά) δεν προχωράνε ιδιαίτερα σαν ιστορία, μέχρι να φτάσουμε σε ένα ακραίο και παρανοϊκό ξέσπασμα οργής στο φινάλε, το οποίο θα ήθελε να δείχνει περισσότερο σουρεαλιστικό, αλλά αποτυγχάνει στο να τοποθετηθεί κοινωνικά ως κατακλείδα. Οι θεατές εξέρχονταν της προβολής σαστισμένοι – και δεν τους αδικώ.

LADY MACBETH 2016

Ενδεχομένως η πιο πλήρης (μαζί με το «Hjartasteinn» του Γκούντμουντουρ Άρναρ Γκούντμουντσον) ταινία του διαγωνιστικού, από όσες πρόλαβα να παρακολουθήσω στο διάστημα της διαμονής μου στη Θεσσαλονίκη, ήταν το «Lady Macbeth» του – μονιμά στο Young Vic Theater του Λονδίνου σκηνοθέτη – Γουίλιαμ Όλντροϊντ. Ντεμπούτο μεγάλου μήκους, βασισμένο στη νουβέλα «Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» του Νικολάι Λεσκόφ, μαρτυρά εν μέρει τη ματιά ενός δημιουργού μαθημένου στη θεατρική σκηνή, μεταφέροντας και στις εικόνες του έναν κόσμο minimal αισθητικής και αυστηρότητας. Νεαρά κοπέλα «πωλείται» ως νύφη και εγκαθίσταται στον οίκο του αρκετά μεγαλύτερου στα χρόνια συζύγου της, με εντολή να μην βγαίνει ποτέ από εκεί, τηρώντας ένα πρωτόκολλο συμπεριφοράς που κοντεύει να την… θανατώσει από πλήξη. Η ανατροπή στην ιστορία έρχεται, φυσικά, μέσω μιας σχέσης απιστίας, η οποία προκαλεί τα κίνητρα για πράξεις αδίστακτες και μάλλον αναπάντεχες, κρίνοντας από τον χαρακτήρα τον οποίο έχει επιδείξει η κεντρική ηρωίδα. Ισορροπώντας περίεργα μια κάποια διάθεση σαρκασμού απέναντι στις στυγνές κοινωνικές τάσεις της περιόδου του 19ου αιώνα, ο Όλντροϊντ συγκρούεται άνισα με τις δραματικές κορυφώσεις του φιλμ, απομακρύνεται από κάποια στεγανά της πλοκής που γεννούν ερωτηματικά αναπάντητα, αλλά καταφέρνει να προσφέρει μέχρι τέλους ένα έργο συμπαγές, που δηλώνει τις εικαστικές του αντιλήψεις και προθέσεις για τον κινηματογράφο.

afterlov

Η δεύτερη ελληνική παραγωγή που διαγωνίζεται στο διεθνές τμήμα είναι το «Άφτερλωβ» του Στέργιου Πάσχου, πρώτη μεγάλου μήκους και εδώ. Ο Νίκος φροντίζει σπίτι φίλου για το καλοκαίρι. Σκύλος, τα φυτά, καταλαβαίνεις. Βίλλα βορείων προαστείων με πισίνα, παρακαλώ. Βρίσκει ευκαιρία να το χρησιμοποιήσει ως άλλοθι για να πλησιάσει ξανά την πρώην του, Σοφία, την οποία σχεδιάζει να κλειδώσει εντός, μέχρι να του εξομολογηθεί γιατί χώρισαν. Η ταινία αρχικά ξαφνιάζει… θετικά! Το σπάσιμο του λεγόμενου «fourth wall» από τον Χάρη Φραγκούλη λειτουργεί χιουμοριστικά, και σεναριακά και υποκριτικά, δίνοντας σοβαρές υποσχέσεις για αυτό που θα ακολουθήσει. Όλο αυτό το εύρημα κάπου παραμερίζεται στην πορεία (λάθος), για να μείνουμε στις τριβές μεταξύ των δύο χαρακτήρων, που μέχρις ενός βαθμού προφανώς και ακολουθούν ένα κάποιο σενάριο, αλλά σε διάφορες στιγμές αισθάνεσαι ότι έχουν αφεθεί σε κάτι ξεκάθαρα αυτοσχεδιαστικό. Η Ηρώ Μπέζου δεν κάνει την καλύτερη «χημεία» με τον Φραγκούλη ή κάπου αφήνεται να την συμπαρασύρει εκείνος προς αυτό που έχει αποφασίσει να υποδυθεί και, αν εξαιρέσεις μια αδυναμία στην αφήγηση μιας πλήρους ιστορίας σεναριακά, ο Πάσχος δεν φαίνεται ακόμη έτοιμος στο να καθοδηγήσει ηθοποιούς. Το μονοπλάνο πριν το τέλος (χωρίς spoilers) σίγουρα ήθελε «μαχαίρι» στο μοντάζ. Σε γενικές γραμμές, κάτι μικρό αλλά φρέσκο, ένα ενδιαφέρον ξεκίνημα που επιχειρεί να εισαγάγει μια «νέα» γλώσσα στο ελληνικό σινεμά, εκείνη που δεν διστάζει μπροστά στο no budget της σημερινής παραγωγής, με αποδέκτη ένα σχετικά νεανικό κοινό, το οποίο μπορεί να ταυτιστεί με πρόσωπα και καταστάσεις. Καλοδεχούμενο τώρα, αλλά ελπίζω να μην γίνει η επόμενη «πατέντα» που θα πολλαπλασιαστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Φεύγοντας από την πόλη της Θεσσαλονίκης έγινε και ένας κανονικός σεισμός (με επίκεντρο κοντά στο Κιλκίς), μεγέθους 4,5 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ! Ένας συνάδελφος σχολίασε χιουμοριστικά τη σημειολογία του timing. Γέλασα, δεν το κρύβω.

thess poster 2016