ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΣΙΟΔΟΞΟΥΣ? (2012)
- ΕΙΔΟΣ: Κοινωνικό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Κωνσταντίνα Βούλγαρη
- ΚΑΣΤ: Μαρία Γεωργιάδου, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Δημήτρης Πιατάς, Θέμις Μπαζάκα, Κώστας Γανωτής, Αλέξης Χαρίσης
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 88ʼ
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Η Ηλέκτρα είναι 32 χρονών και ζει στην Αθήνα την εποχή της κρίσης. Ο αγαπημένος της βρίσκεται στη φυλακή για την αντιεξουσιαστική του δράση, η ίδια απασχολείται ως babysitter, αφήνοντας ανεκμετάλλευτες τις σπουδές της στο Λονδίνο, και οι γονείς της είναι ιδεαλιστές της γενιάς του Πολυτεχνείου που περιμένουν την ένωση της Αριστεράς. Αισιοδοξία σε αναζήτηση.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το «Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους?» είναι μια πολύ προσωπική ταινία. Και, μάλιστα, δεν είναι η μόνη προσωπική ταινία που καταφθάνει στις αίθουσες αυτό το διάστημα από την οικογένεια Βούλγαρη, με το «Higuita» του Αλέξανδρου Βούλγαρη να έχει ήδη προκαλέσει πλήθος συζητήσεων. Στην περίπτωση της Κωνσταντίνας Βούλγαρη, όμως, το «προσωπικό» δεν έγκειται στον πειραματισμό σχετικά με το ύφος αλλά στο ίδιο το περιεχόμενο της ταινίας, καθώς γίνεται από την αρχή ξεκάθαρο πως πρόκειται για μια τελείως υποκειμενική ματιά στις θεματικές και τους προβληματισμούς που απασχολούν την σκηνοθέτιδα.
Η ταινία δεν έχει αρχή και τέλος. Παρακολουθεί την ηρωίδα της στην καθημερινότητά της: όταν πηγαίνει να επισκεφτεί τον αγαπημένο της, όταν κολλάει τα αυτοκόλλητα της δουλειάς της στους τοίχους, όταν πηγαίνει για να κάνει babysitting σε ένα μικρό παιδί, όταν πηγαίνει για φαγητό στους γονείς της, όταν συμμετέχει στις πορείες που αναστατώνουν την Αθήνα. Υπάρχει χιούμορ, υπάρχει και προβληματισμός. Αισιοδοξία; Σαφής απάντηση δε δίνεται. Όταν στην σκηνή που επιλέγεται να κλείσει την ταινία, η Ηλέκτρα διστακτικά αφήνεται να την παρασύρει ο χορός στη συγκέντρωση των συναγωνιστών της, ο θεατής μένει με… τον υπαινιγμό.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Βούλγαρη δίνει μια ντοκιμαντερίστικη υφή στην ταινία. Ένα μεγάλο μέρος των σκηνών αποτελεί κινηματογράφηση των πραγματικών πορειών και αναταραχών που έλαβαν χώρα – και συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται συχνά – στη σύγχρονη Αθήνα. Παράλληλα, πολλοί διάλογοι είναι αυτοσχεδιαστικοί, με το σενάριο να ακολουθεί μόνο ένα αφηγηματικό προσχέδιο και να δίνει στους ηθοποιούς, στη συνέχεια, τη δυνατότητα να συμπληρώσουν τις λεπτομέρειες με την προσωπικότητά τους. Η ίδια η ταινία είναι, εξάλλου, μια σειρά συζητήσεων της Ηλέκτρας με τα σημαντικότερα πρόσωπα στη ζωή της, που στόχο έχουν να αναδείξουν τους φόβους της, την ελπίδα της, την αγωνία της, τους προβληματισμούς της και, εν τέλει, τις αντιφάσεις της, ως αντιπροσωπευτικό δείγμα της σημερινής πραγματικότητας.
Η προσέγγιση αυτή βοηθά την ταινία να αποκτήσει μια αμεσότητα και να καταστεί απόλυτα επίκαιρη. Από την άλλη, όμως, κάνει τόσο προσωπική και «αγωνιστική» τη φωνή της, που από ένα σημείο και μετά ο θεατής νιώθει ότι δε βλέπει ταινία. Υπό μια άποψη, η Βούλγαρη ακολουθεί την τακτική των ίδιων των ανθρώπων που κινηματογραφεί, διαδηλώνοντας με τον τρόπο της απέναντι σε όλα τα στοιχεία που συντελούν στη σύγχρονη κρίση, είτε αυτή ορίζεται ως πολιτική, είτε ως κοινωνική, είτε ως απλά κρίση σχέσεων. Και αυτό κάποια στιγμή αγγίζει την υπερβολή.
Η Μαρία Γεωργιάδου, στο ρόλο της Ηλέκτρας, αναλαμβάνει ουσιαστικά τον πολύ δύσκολο ρόλο να ερμηνεύσει ένα χαρακτήρα, έχοντας μόνο κάποιες κατευθυντήριες γραμμές. Η ίδια κάνει ό,τι μπορεί για το καλύτερο αποτέλεσμα, όμως, όταν δεν έχει την υποστήριξη έμπειρων ηθοποιών (όπως της Θέμιδος Μπαζάκα και του Δημήτρη Πιατά) μένει έκθετη να υπερασπιστεί μια έκδηλη αμηχανία, κυρίως σε σεκάνς με το μικρό παιδάκι που προσέχει. Οι στιγμές όπου συμμετέχει στις διαδηλώσεις ή στις αγωνιστικές δράσεις μοιάζουν πιο φυσικές και οργανικές στο τελικό αποτέλεσμα, όμως, το σύνολο δε διακατέχεται από συνοχή και οι μεταβάσεις ανάμεσα στις σκηνές γίνονται άτσαλα.
Στην τελική, πρόκειται για μια περισσότερο πολιτική ταινία από όσο θέλει να παραδεχτεί και αυτό δε θα ήταν απαραίτητα κακό, αν δεν προσπαθούσε να κάνει τόσο σαφή τον προσανατολισμό της σε κάθε σκηνή. Στo «Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους?», ο θεατής δεν καλείται να σχηματίσει άποψη. Οι μόνες επιλογές που έχει είναι να δεχτεί ή όχι την άποψη της δημιουργού και η τελική απόφασή του είναι κρίσιμης σημασίας στην επικοινωνία του με την ταινία.