FreeCinema

Follow us

ΑΡΩΜΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (2014)

(ROSEWATER)

  • ΕΙΔΟΣ: Βιογραφικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζον Στούαρτ
  • ΚΑΣΤ: Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Κιμ Μποντνία, Ντιμίτρι Λεωνίδας, Χαλούκ Μπιλγκινέρ, Σορέ Αγκντασλού
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 103'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Το 2009 και ενόψει των εκλογών στο Ιράν, ο Ιρανο-Καναδός δημοσιογράφος Μαζιάρ Μπαχάρι ταξιδεύει από την έδρα του, το Λονδίνο, στην πατρίδα του για να καλύψει το πολιτικο-ιστορικό γεγονός για το Newsweek. Όταν, όμως, κινηματογραφεί αιματηρές διαμαρτυρίες εναντίον του καθεστώτος Αχμαντινετζάντ, συλλαμβάνεται, ανακρίνεται και κρατείται σε απομόνωση για 118 ημέρες, ως ύποπτος κατασκοπίας για τη CIA.

H ιστορία του Μπαχάρι αληθινή και επαρκώς καλυμμένη από τα media της εποχής, τα οποία τελικά βοήθησαν στην απελευθέρωσή του, έστω και σχεδόν τέσσερις μήνες μετά τη σύλληψή του από τις ιρανικές αρχές. Μια από τις τηλεοπτικές εκπομπές που είχαν έμμεση σχέση με την υπόθεση ήταν το δημοφιλέστατο «The Daily Show» του Τζον Στούαρτ, ο οποίος είχε στείλει έναν από τους συνεργάτες κωμικούς της σειράς, τον Τζέισον Τζόουνς, να κάνει ένα από τα διάσημα «ψεύτικα» ρεπορτάζ / συνεντεύξεις της εκπομπής, με τον Μπαχάρι στην Τεχεράνη, λίγες μόλις μέρες πριν την ύποπτη επανεκλογή του Αχμαντινετζάντ και τη σύλληψη του Μπαχάρι. Στην «ψευδο-συνέντευξη», ο δημοσιογράφος αστειευόταν με τον Αμερικανό Τζόουνς, όμως οι ιρανικές αρχές δεν έπιασαν το αστείο, και αυτή η «συνέντευξη» θεωρήθηκε αρκετή απόδειξη για τις «ύποπτες» επαφές τού Μπαχάρι με την Αμερική. Αυτό, σε συνδυασμό με τα πλάνα που τράβηξε κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας πολιτών που εξελίχθηκε σε βίαιη (και θανατηφόρα για ορισμένους) αντιπαράθεση με τις Αρχές, οδήγησαν τον «δυτικοποιημένο» δημοσιογράφο στην απομόνωση, τον ψυχικό και σωματικό βασανισμό και τις ατέλειωτες ώρες ανάκρισης από έναν τραχύ, αμόρφωτο και όχι ιδιαίτερα έξυπνο ανακριτή / βασανιστή, με ένα ξεχωριστό χαρακτηριστικό: τη μυρωδιά ροδόνερου, που αφειδώς ψέκαζε πάνω του.

Ο Στούαρτ, εν μέρει λόγω του ιδιαίτερου συνδέσμου της ιστορίας τού Μπαχάρι με την εκπομπή του κι εν μέρει λόγω του προσωπικού (και επαγγελματικού) ενδιαφέροντός του για την παγκόσμια πολιτική σκηνή, αποφάσισε να μεταφέρει το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Μπαχάρι στη μεγάλη οθόνη, γράφοντας ο ίδιος το σενάριο και αναλαμβάνοντας, για πρώτη φορά στην πολυσχιδή καριέρα του, και την σκηνοθεσία. Σε αντίθεση με άλλους δημιουργούς που προσπαθούν (έστω και υποκριτικά ορισμένοι) να δώσουν μια ισορροπημένη απεικόνιση και των δυο πλευρών, ο Στούαρτ, είτε λόγω της προσωπικής του ανάμειξης είτε λόγω μιας κάποιας «αφέλειας» ενός πρωτάρη κινηματογραφιστή, παίρνει ξεκάθαρα θέση εναντίον του καταπιεστικού, δικτατορικού καθεστώτος του Αχμαντινετζάντ.

Ο Μπαχάρι της ταινίας του είναι αφελώς ρομαντικός (π.χ. ελπίζοντας σε νέα καταμέτρηση ψήφων όταν το αποτέλεσμα των εκλογών είναι σκανδαλωδώς άνισο), ένας δημοσιογράφος που έχει λάβει τα καλύτερα στοιχεία από τις δυο διαφορετικές του κουλτούρες, της Ανατολής (καταγωγή) και της Δύσης (νέα πατρίδα – νέες ρίζες). Η σύναψη φιλίας με έναν νεαρό από την Τεχεράνη θα τον φέρει στην «άλλη» πλευρά, αυτή των υποστηρικτών τού Μουσάβι, εκλογικού αντιπάλου τού Αχμαντινετζάντ, κι εκεί ο Στούαρτ δημιουργεί το μεγάλο «χάσμα»: εκεί που οι καθεστωτικοί είναι φανατισμένοι, δογματικοί, καταπιεστικοί, με παντελή έλλειψη χιούμορ και – στην πλειοψηφία τους – καλλιέργειας (χαρακτηριστικά που θα βιώσει αργότερα κυριολεκτικά στο πετσί του ο Μπαχάρι), οι αντίπαλοι είναι τα «παιδιά του λαού», ειλικρινείς, φιλόξενοι, με χιούμορ, ευγένεια, ανοιχτά μυαλά και καρδιές και με δίψα για ενημέρωση, κυρίως από τα δυτικά media. Αλλά και ο ανακριτής του, ο Τζαβάντι, συμβολίζει αυτήν ακριβώς την εικόνα του χυδαίου «Ανατολίτη»: ακαλλιέργητος, με μηδενικές γνώσεις της δυτικής κουλτούρας (θα φανταζόσουν πως, τουλάχιστον οι ανακριτές δυτικών και κυρίως ανθρώπων υψηλού προφίλ θα ήταν πιο «εξελιγμένοι» ώστε να τους νικήσουν ευκολότερα, αλλά όχι…), προφανώς σεξουαλικά καταπιεσμένος (από τους τηλεοπτικούς «Sopranos» στο κινηματογραφικό περιοδικό Empire, τα πάντα είναι πορνό στα μάτια του), με μοναδικό όνειρο την αναγνώρισή του από τους ανωτέρους του, ο Τζαβάντι παραμένει, τελικά, ένας δισδιάστατος χαρακτήρας, κλίνοντας περισσότερο προς την καρικατούρα που βλέπουμε χρόνια τώρα σε παρόμοιους ρόλους – αν και ο Κιμ Μποντνία δίνει την καλύτερη δυνατή ερμηνεία, δίπλα στον πρωταγωνιστή Μπερνάλ, ο οποίος αποτελεί ιδανική επιλογή για τον ρόλο τού Μπαχάρι.

Ένα «τρικ» που χρησιμοποιεί ο Στούαρτ και προσθέτει στη γενικότερη αίσθηση «αφέλειας», είναι η εμφάνιση των «φαντασμάτων» του νεκρού πατέρα και αδελφής του Μπαχάρι όσο είναι έγκλειστος στο απομονωμένο του κελί. Οικογένεια πολιτικών ακτιβιστών, ο πατέρας του φυλακίστηκε και βασανίστηκε επί ανατροπής του δημοκρατικού καθεστώτος Μοσαντέγκ το 1953, ενώ η αδελφή του φυλακίστηκε επί Χομεϊνί τη δεκαετία του ’80, και ο ώς τώρα «προστατευμένος» Μαζιάρ αντιμετωπίζει την ίδια μοίρα σε άλλο ένα ταραγμένο κεφάλαιο της ιρανικής ιστορίας. Ωστόσο, η σωματική παρουσία των δυο φαντασμάτων στο κελί (που ασφαλώς συμβολίζουν τις ενδόμυχες σκέψεις και την ελπίδα του ήρωα) αλλοιώνει το γενικότερο ντοκιμαντερίστικο ύφος της ταινίας, προσδίδοντάς του μια αναπάντεχη θεατρικότητα που μάλλον δεν κολλάει με το υπόλοιπο σύνολο.

Με το τελικό αποτέλεσμα, κάτι ανάμεσα σε καλογυρισμένη τηλεταινία και δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ με ρεπορταζιακό ύφος, φωτογραφία και μοντάζ (εμπλουτισμένο και με αρκετό αληθινό οπτικοακουστικό υλικό της εποχής), το «Άρωμα Ελευθερίας» του Στούαρτ, αν και παίρνει «λίαν καλώς» για ντεμπούτο κι έχει έντονες νότες ειλικρινούς πρόθεσης να αναδείξει την ιστορία του Μπαχάρι και, μέσω αυτής, πολλών άλλων δυτικών και μη παράνομα κρατούμενων επί του σημερινού ιρανικού καθεστώτος, ξεθυμαίνει αρκετά γρήγορα, κυρίως λόγω αυτής της γενικότερης αφέλειας που μοιάζουν να μοιράζονται ο κεντρικός ήρωας με τον – κατά τα άλλα ιδιοφυή – δημιουργό αυτής της σοβαρών προθέσεων μεν, αλλά εν τέλει «άοσμης» ταινίας (και σταματώ με τις… αρωματικές μεταφορές εδώ).

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Δυνατό αλλά όχι και αλησμόνητο δράμα, με μια σημερινή, απτή θεματική και την ιστορία ενός καθεστώτος που υφίσταται μέχρι σήμερα, μέσα από την αληθινή ιστορία ενός δημοσιογράφου με «διπλή» πατρίδα και από τη σκοπιά ενός Αμερικανού που έχει ήδη αφήσει το προσωπικό του στίγμα στο σύγχρονο παγκόσμιο γίγνεσθαι, μέσω της κωμικής / σατιρικής του ιδιοφυίας. Σαν κινηματογραφικός δημιουργός δεν τα καταφέρνει εξίσου καλά, όμως η παρθενική του προσπάθεια αξίζει τουλάχιστον θέασης, έστω και ως μεταγενέστερο θέμα συζήτησης και τροφής για σκέψη.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.