MAY DECEMBER (2023)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τοντ Χέινς
- ΚΑΣΤ: Νάταλι Πόρτμαν, Τζουλιάν Μουρ, Τσαρλς Μέλτον, Κόρι Μάικλ Σμιθ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 117'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: THE FILM GROUP
Είκοσι χρόνια μετά την καταδίκη της ως sex offender, η Γκρέισι γίνεται στόχος από το… Χόλιγουντ και δέχεται την επίσκεψη μιας star του σινεμά που πρόκειται να την υποδυθεί στο βασισμένο στην ιστορία της βιογραφικό φιλμ.
Με το μπαρδόν για το «γαλλικό», αλλά ακόμη και στο… «αδερφίστικο» camp υπάρχουν όρια! Τα οποία εδώ ξεπερνά άνευ προηγουμένου (και χιουμοριστικής έμπνευσης), παραδίδοντας ένα έργο που μέχρι και ο Τζον Γουότερς (για παράδειγμα) θα ντρεπόταν να υπογράψει! Βέβαια, υπάρχει και ο προφανής κίνδυνος το «May December» να φιγουράρει στη λίστα με τις πιο αγαπημένες του ταινίες για το 2023.
Ελεύθερα (και άναρχα…) βασισμένο σε μία σκανδαλοθηρική υπόθεση που έδωσε άφθονη τροφή στα αμερικανικά tabloids το 1997, το σενάριο του φιλμ παρουσιάζει το πορτρέτο μιας γυναίκας που στο παρελθόν ερωτοτροπούσε με ένα ανήλικο αγόρι, μπήκε φυλακή με το που το θέμα πήρε δημόσιες διαστάσεις, έμεινε έγκυος από το… θύμα της και όταν αποφυλακίστηκε… έκαναν οικογένεια! Από μία άποψη, μοιάζει ο Τοντ Χέινς να θέλει να σπάσει πλάκα με τον θεσμό του γάμου, της οικογένειας, της straight «κανονικότητας» και του ευρύτερου αμερικανικού «ονείρου». Η προσέγγισή του, όμως, ταυτίζεται περισσότερο με την διακωμώδηση, αν και με γραμμή που παραπέμπει σε… telenovela! Στα σοβαρά! Το σκηνοθετικό του ύφος (αν)ισορροπεί αδέξια με το κοινωνικό δράμα, δίπλα σε ερμηνείες τόσο «φωνακλάδικα» υπερβολικές (με μπροστάρη την Τζουλιάν Μουρ, που σε κάποιες στιγμές θυμίζει την «Serial Mom» του Γουότερς!), οι οποίες συνοδεύονται από ένα μουσικό θέμα (παραλλαγή του score του Μισέλ Λεγκράν για τον «Μεσάζοντα» του Τζόζεφ Λόουζι!) ανελέητα σαπουνοπερέ, που προκαλεί το μειδίαμα (αρχικά). Πάντως, η αναφορά στον Γουότερς ταιριάζει και με το κουτί που έρχεται ταχυδρομικά για την Γκρέισι στην αρχή της ταινίας και περιέχει… μια σκατούλα!
Η εμφάνιση της χολιγουντιανής star του «method acting», η οποία θέλει να ψυχολογήσει την ηρωίδα που θα υποδυθεί στο σινεμά, θα ανατρέψει τις σχέσεις του (πιο ώριμου πλέον) ζευγαριού, χωρίς όμως το σενάριο να ενσωματώνει στα δρώμενα κάτι καινούργιο ή δημιουργικό, ένα κάποιο σχόλιο για τη συγγένεια της αληθινής ζωής με την φιλμική αναπαράσταση. Τα πάντα βαράνε στο δόξα πατρί, χωρίς κανέναν σαφή προσανατολισμό, προθέσεις και συμπεράσματα. Ειδικά στο φινάλε, με το set του γυρίσματος της σκηνής της αποπλάνησης (ξανά και ξανά, διότι η Ελίζαμπεθ δεν αισθανόταν ότι μπήκε στον ρόλο), δεν μπόρεσα να κρατήσω τα γέλια μου. Όχι επειδή ήταν αστείο το θέαμα, αλλά επειδή το κακό είχε εκτροχιαστεί πέρα από τα αποδεκτά σύνορα της banalité. Ναι, ο Χέινς το κατάφερε (κι) αυτό!