FreeCinema

Follow us

ΖΑΝ ΝΤΙ ΜΠΑΡΙ: Η ΕΡΩΜΕΝΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ (2023)

(JEANNE DU BARRY)

  • ΕΙΔΟΣ: Ιστορικό Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαϊγουέν
  • ΚΑΣΤ: Μαϊγουέν, Τζόνι Ντεπ, Μπενζαμέν Λαβερνέ, Μελβίλ Πουπό, Ίντια Ερ, Πιερ Ρισάρ, Μαριάν Μπασλέρ, Μισά Λεσκό, Πολίν Πολμάν, Πασκάλ Γκρεγκορί, Νοεμί Λβοβσκί
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 113'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΣΠΕΝΤΖΟΣ

Η Ζαν, νεαρή γυναίκα της εργατικής τάξης με έφεση στις σεξουαλικές απολαύσεις, χρησιμοποιεί σώμα και μυαλό για ν’ ανέλθει κοινωνικά. Ο κόμης ντι Μπαρί θα γίνει το «διαβατήριό» της, ώσπου ο δούκας του Ρισελιέ σκαρφιστεί να την παρουσιάσουν στον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ΄. Ο έρωτάς τους θα είναι κεραυνοβόλος και οι Βερσαλλίες θα σκανδαλιστούν όσο ποτέ άλλοτε!

Πολύ τίμια (και υπέρ της), η Μαϊγουέν δήλωσε σε συνέντευξή της πως ο χαρακτήρας της Ζαν ντι Μπαρί της τράβηξε την προσοχή στο (εξαιρετικό κατά τη γνώμη μου) «Marie Antoinette» (2006) της Σοφία Κόπολα (εκεί την υποδυόταν η Άζια Αρτζέντο). Για δέκα χρόνια το κουβαλούσε στο μυαλό της σαν project, διάβαζε βιογραφίες και ιστορικά βιβλία, παρακολούθησε φιλμ αντίστοιχης περιόδου κι έρχεται σήμερα ν’ αποτολμήσει μια αναμέτρηση με την Ιστορία, την Τέχνη της και τους κοινωνικούς συσχετισμούς με το (επίσης) ταραγμένο σήμερα, καθώς η πλοκή του «Ζαν ντι Μπαρί» φτάνει μέχρι… τη Γαλλική Επανάσταση.

Με την ασφάλεια της χρήσης του voice-over, η Μαϊγουέν ξεγλιστρά έξυπνα από μερικούς βασικούς «σκοπέλους» τούτης της θαυμάσιας σε περιεχόμενο ιστορίας, που ξεκινά με δυο μικρά «flashback» της παιδικής κι εφηβικής περιόδου της ηρωίδας, για να καταλήξουμε στην ολοκληρωμένη και έμπειρη από τη ζωή Ζαν, η οποία απολαμβάνει την ηδονή και τους καρπούς της σαγηνευτικής της παρουσίας σ’ έναν εξευγενισμένο οίκο ανοχής, όπου και θα τραβήξει την προσοχή του κόμη ντι Μπαρί. Εκείνος θα γίνει ο «προστάτης» της, διατηρώντας μαζί του μια παράδοξη ερωτική σχέση, με την Ζαν να δείχνει μεγαλύτερη αφοσίωση στην ανατροφή του νεαρού υιού του, χωρίς να πιστεύει (ή και να αισθάνεται) την αγάπη του κόμη, ο οποίος αποκομίζει διαφόρων ειδών οφέλη από την εκμετάλλευση της συντρόφου του.

Η Ζαν θ’ ακολουθήσει το σχέδιο του δαιμόνιου δούκα του Ρισελιέ και θα οδηγηθεί στις Βερσαλλίες, θεωρώντας ότι η εξωτική και μυστηριώδης παρουσία της θα προσελκύσει το ενδιαφέρον του Λουδοβίκου ΙΕ΄, με την ελπίδα να «σπιτωθεί» στ’ ανάκτορα ως μία (ακόμη) εκ των «κρυφών» παλλακίδων του. Ο βασιλιάς θα χάσει το μυαλό του με τον αυθεντικό κι ανυπότακτο χαρακτήρα της Ζαν και οι δύο εραστές θ’ αρχίσουν ένα «παιχνίδι» με άπειρους συμπεριφορικούς κανόνες, για να οδηγηθούν σε μία πραγματικά θερμή συναισθηματικά σχέση, που θα σκανδαλίσει σε μεγάλο βαθμό τα ανάκτορα και τον στενό οικογενειακό κύκλο του Λουδοβίκου.

Επιλέγοντας μία απόλυτα διαφορετική διαχείριση του χώρου και της περιόδου από εκείνη της Κόπολα, η Μαϊγουέν δίνει βάση σε κοινωνικά ζητήματα τα οποία θίγει η ιστορία της Ζαν, πράγματα που ποτέ δεν παύουν να ενδιαφέρουν ή να συναρπάζουν τον θεατή (από το «savoir vivre» και την ιεραρχία της αυλής, μέχρι την ψευτοηθική πολιτικών και θρησκευτικών ηγετών που πλαισίωναν τον βασιλιά) στο δίωρο που (σχεδόν) διαρκεί το φιλμ. Είχε αβανταδόρικα όπλα στα χέρια της (το μεγαλείο των αυθεντικών locations, για παράδειγμα), όμως, δεν τα αξιοποίησε τόσο στιλιστικά ή φωτογραφικά (ατυχής η επιλογή του Λοράν Νταϊλάντ στο πόστο του dp), ενώ η μεγαλύτερη «παγίδα» του «Ζαν ντι Μπαρί» ήταν η επιλογή της πρωταγωνίστριας, όπου η σκηνοθέτις διέπραξε ένα προφανές «αμάρτημα», για ν’ αποδείξει πως τούτο το φιλμ ήταν (και) ένα τεράστιο vanity project. Της γυρίζει σαν ένα αλαζονικό boomerang τούτη η απόφαση, ειδικά στις πρώτες σκηνές στις οποίες εμφανίζεται, με το πρόσωπό της να ξενίζει (σχεδόν ενοχλητικά!), πόσω μάλλον να πείσει για τα κατορθώματα της ηρωίδας που υποδύεται. Σταδιακά, είναι κάτι που συνηθίζει το βλέμμα και είναι η εξέλιξη της ιστορίας εκείνη που την «προστατεύει» σε μέγιστο βαθμό.

Ξεπερνώντας, λοιπόν, το «πρόβλημα»… υποκριτικής και πειθούς που (δεν) εμπνέει η Μαϊγουέν, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα έργο πολλαπλών συμβολισμών που αντανακλούν και στο σήμερα: ταξική πάλη ή υποκρισία, ανισορροπία στη σχέση των δύο φύλων, ο ρόλος της γυναίκας – πουτάνας και ο διασυρμός αυτής, τα σύνορα της ανηθικότητας και πώς να τα ξεπερνάς αλώβητος, οι μηχανισμοί διατήρησης της εξουσίας και η αναπόφευκτη πτώση από αυτήν, ο ρατσισμός (που αγγίζει από την καταγωγή έως και το χρώμα του δέρματος) και πλείστα όσα επίκαιρα και μη, σχολιάζονται με νηφαλιότητα και από καίρια κριτική σκοπιά, προσφέροντας στο κοινό τροφή για σκέψη και μετά το τέλος της προβολής. Όχι ότι δεν θα μπορούσε και καλύτερα, αλλά βγήκα χορτασμένος και πιο ενημερωμένος για τη δράση της Αυλής του Λουδοβίκου ΙΕ΄, λίγο πριν προκύψουν… τα παντεσπάνια και οι γκιλοτίνες!

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Ειλικρινά «τραβηχτικό» θέμα και περιεχόμενο, η ευπρόσδεκτη (και χαμηλών τόνων) επιστροφή του Τζόνι Ντεπ, μαζί με το βασιλικό λούσο της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, συνθέτουν ένα μείγμα που μπορεί να αφορά μεγάλη μερίδα του mainstream κοινού, φροντίζοντας να μην ξεχνά το φιλμ και τη σημασία του ψυχαγωγικού παράγοντα. Κρίμα για το ποσοστό ματαιοδοξίας της Μαϊγουέν.


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.