ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΙ ΦΙΛΟΙ (2024)
(IF)
- ΕΙΔΟΣ: Οικογενειακή Δραμεντί
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζον Κραζίνσκι
- ΚΑΣΤ: Κέιλι Φλέμινγκ, Ράιαν Ρέινολντς, Τζον Κραζίνσκι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 104'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Ένα κορίτσι ανακαλύπτει ξαφνικά την ικανότητα να βλέπει τα «IF», τους φανταστικούς φίλους όλων των παιδιών του κόσμου. Κάποια αναζητούν την καινούργια τους ανήλικη συντροφιά, άλλα νοσταλγούν τους παλιούς τους ιδιοκτήτες που ενηλικιώθηκαν και τα ξέχασαν. Θα μπορέσει να τα βοηθήσει η Μπι;
Η αλήθεια είναι πως το «Φανταστικοί Φίλοι» δεν είναι μια ταινία για παιδιά (ειδικά μικρότερων ηλικιών, από εκείνα που έχουν ανάγκη τις μεταγλωττισμένες στα ελληνικά προβολές)! Το κοινό του fiction meets animated δράση φιλμ του Τζον Κραζίνσκι βρίσκεται κάπου γύρω στις ηλικίες των δέκα με δώδεκα ετών, οι οποίες μπορούν να χωνέψουν και την (κάργα) δραματική εισαγωγή της απώλειας της μητέρας της ανήλικης ηρωίδας από καρκίνο (!) και θα μπορούν να δεχτούν καλύτερα τα πιο σουρεαλιστικά στοιχεία της πλοκής, όσο και το ενήλικο συναίσθημα που κρύβει ουσιαστικά ο ψυχισμός του έργου.
Ατυχώς, όλα αυτά έχουν γραφτεί πάνω σε μια ξεδιάντροπη λογική (κλοπο)κοπιαρίσματος ιδεών από το «Μπαμπούλας Α.Ε.» (2001) της Pixar, με τον Κραζίνσκι να μην «το έχει» καθόλου στο σενάριο, καθώς η δραματουργία σταδιακά πελαγοδρομεί σε ασυνάρτητο βαθμό και σε καμία περίπτωση δεν διασώζεται από κάποιες εμβόλιμες σεκάνς ευφάνταστων CGI εικόνων (ξεχωρίζω κυρίως – αν όχι μονάχα – τη στιγμή που ο Ράιαν Ρέινολντς αποδρά από έναν ζωγραφικό πίνακα), οι οποίες ξεπετάγονται για να ερεθίσουν το βλέμμα, ενίοτε όντας εντελώς άστοχες και άσκοπες («you know, for kids» και καλά…).
Κι ενώ η πλοκή μας βάζει να παρακολουθούμε τις προσπάθειες της Μπι, να βρουν κάποια… ορφανά «IF» τα παιδιά που θα συντροφεύσουν μέσα σ’ ένα πλαίσιο φανταστικού, «παράλληλου» σύμπαντος, στο δεύτερο μισό του φιλμ το «όσα παίρνει ο άνεμος» σενάριο μετατοπίζει το κέντρο βάρους της δράσης σε ένα εντελώς διαφορετικό μοτίβο θεματικής που θέλει μερικούς ενήλικες να (πρέπει να) έρθουν σε επαφή με τους φανταστικούς φίλους της παιδικής τους ηλικίας, τους οποίους ξέχασαν μαζί με την παιδικότητα που άφησαν πίσω τους λόγω… ωρίμανσης.
Αυτό το τελευταίο μέρος του έργου αναζητά (πρωτίστως) την… ενήλικη συγκίνηση κάπως αργά, όσο χαριτωμένες κι αν είναι οι πρώτες απόπειρες (όπως η ανάμνηση της πάλαι ποτέ χορεύτριας γιαγιάς της Μπι που χαρίζει ξανά την εσωτερική λάμψη του «ξυπνήματος» στο «IF» της γλυκιάς Μπλόσομ). Η σεναριακή δομή έχει καταρρεύσει ανεπιστρεπτί, το exploitation του παιδιού «μέσα μας» είναι για σφαλιάρες και, ειλικρινά, η μονοκόμματη και απόλυτα μονοδιάστατη υποκριτική δεινότητα (γέλια στο βάθος) του Ρέινολντς… δεν υποφέρεται άλλο! Όσο για την ύπαρξη σεξιστικού υπονοούμενου στο άθλιο φινάλε, δεν τολμώ να την ακουμπήσω…
Η τραγική ειρωνεία είναι πως ο Κραζίνσκι κάπου στο ξεκίνημα του «Φανταστικοί Φίλοι» βάζει την Μπι να βλέπει στην τηλεόραση το αριστουργηματικό «Harvey» (1950) του Χένρι Κόστερ! Ανάθεμα κι αν έμαθε κάτι από αυτό!