ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΝΤΟΡΙ (2016)
(FINDING DORY)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άντριου Στάντον, Άνγκους ΜακΛέιν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 97'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Το ψαράκι Ντόρι χάνει τους γονείς του, αλλά με τα προβλήματα μνήμης που έχει, με δυσκολία θυμάται ακόμη και το όνομά του. Το ταξίδι της αναζήτησης (που μπορεί πριν από έναν ολόκληρο χρόνο να έκαναν και οι γονείς του) θα το φέρει κοντά σε καινούργιες γνωριμίες και φίλους παλιούς, οι οποίοι ορκίζονται να μην παραιτηθούν ποτέ από την αποστολή τους, να σμίξουν ξανά την οικογένεια της Ντόρι.
Πριν ξεκινήσει η ταινία για την οποία βρέθηκες (κάνουμε αυτή την αυθαίρετη υπόθεση…) στον κινηματογράφο, θα παρακολουθήσεις το «Piper». Είναι το εξάλεπτο σκηνοθετικό ντεμπούτο ενός animator της Pixar, του Άλαν Μπαριλάρο, με θέμα ένα θαλασσοπούλι που εγκαταλείπει για πρώτη φορά τη φωλιά του και αναζητά τροφή χωρίς τη βοήθεια της μητέρας του. Αυτό εδώ το φιλμάκι είναι ένα αριστούργημα. Σχεδιασμού, τεχνικής, συναισθημάτων. Όλα! Βγάζει credits τέλους κι εσένα σε πιάνει στενοχώρια! Κι ας μην πήγες στο σινεμά γι’ αυτό. Εκεί σε οδήγησαν… «τα ψαράκια». Με τα οποία είχες ξεκαρδιστεί από τα γέλια το 2003. Και με παρόμοια διάθεση (θα) πας και σήμερα στο σινεμά. Επειδή έχεις καλή μνήμη (σε αντίθεση με την Ντόρι, δηλαδή). Μετά το τέλος της μεγάλου μήκους ταινίας, λοιπόν, θα αισθανθείς πως εκείνος που είχε το πρόβλημα μνήμης δεν ήταν η Ντόρι αλλά… το studio της Disney, που πήρε μια τεράστια εισπρακτική επιτυχία του παρελθόντος και τη μετέτρεψε σε ένα «υποχρεωτικό» sequel… για παιδιά. Για αυτά τα χαριτωμένα, ανήλικα πλασματάκια που θα καταναλώσουν οτιδήποτε (ξέρεις από merchandising;) με «τα ψαράκια», ξανά και ξανά και ξανά. Όχι επειδή έχουν πρόβλημα με τη μνήμη τους τα καημένα. Απλά, επειδή τα παιδάκια ζητάνε και απολαμβάνουν περισσότερο τις πολύχρωμες, φαντεζί, ανόητες «φούσκες». Αυτό ακριβώς που είναι και το «Ψάχνοντας την Ντόρι», με άλλα λόγια…
Σε αυτό το σημείο να εξομολογηθώ κάτι προσωπικό. Με το που ξεκίνησε το «Ψάχνοντας την Ντόρι» ανακάλυψα ότι μάλλον εγώ είχα πάθει… αμνησία! Είναι αλήθεια ότι όταν πρωτοείδαμε το «Ψάχνοντας τον Νέμο» είχαμε «χαζέψει», σχεδόν σα μικρά παιδιά. Και είχαμε γελάσει. Είχαμε γελάσει πολύ. Δυνατά. Έκτοτε, όμως, το studio της Pixar μας έδωσε ολοκληρωμένες ταινίες που αψήφησαν τον χαρακτηρισμό – ρετσινιά του έργου «κινουμένων σχεδίων» (εδώ να επισημάνω και το χρόνιο πρόβλημα της ντόπιας κριτικής στο να αξιολογήσει δίχως ίχνος taboo το σχετικό genre και να βαθμολογήσει ανάλογα τα φιλμ αυτά), παραδίδοντας υποδειγματικές δουλειές αφηγηματικού σινεμά. Σινεμά τόσο συναρπαστικό που ξεπερνούσε κάθε πλαίσιο αναληθοφάνειας και σε έκανε να ξεχνάς ακόμη και τη φύση των ηρώων του (βλέπε τον ποντικό chef στο αληθινά αριστουργηματικό «Ratatouille» του 2007)! Πάρε τους «Απίθανους», πάρε το «Ψηλά στον Ουρανό», πάρε το «Toy Story 3». Και ιδού η αιτία για την οποία… ξέχασα τι γινόταν στον τότε «Νέμο» του 2003. Φταίω εγώ; Να ανησυχώ για τη μνήμη μου; Ή μήπως εκείνη η ταινία είχε απλά… μόνο χαβαλέ; Παρακολουθώντας την «Ντόρι», προσπαθούσα να θυμηθώ την πλοκή της προηγούμενης ταινίας και το μυαλό μου «ξέβραζε» μόλις κάτι καρχαρίες, ένα διαβολικό κοριτσάκι σ’ ένα οδοντιατρείο και, κυρίως, ένα σμήνος γλάρων που γκάριζε διαρκώς «mine, mine, mine, mine, mine» σε μια λούπα οχλαγωγίας. Η «Ντόρι» είχε χάσει τη σύνδεση με το παρελθόν για μένα. Και αυτό (μου) στοίχισε λίγο στην τελική ετυμηγορία για το φιλμ.
Τα δύο βασικά προβλήματα της «Ντόρι» είναι η αδυναμία τής πλοκής και η παντελής ατολμία τής παραγωγής να πάρει ρίσκα που στο παρελθόν αποτελούσαν και ντισνεϊκή παράδοση, διάβολε! Στο πρώτο σκέλος, οι ωκεανοί εδώ γρήγορα αντικαθίστανται από ένα κάποιο Marine Life Institute της Καλιφόρνια, στο οποίο η πολιτική ορθότητα έχει καταπνίξει κάθε έκφανση χιούμορ, με εξαίρεση το voice-over των μηνυμάτων τής «οικοδέσποινας»… Σιγκούρνι Γουίβερ! Για το ζήτημα του ρίσκου, χωρίς να κάνω σοβαρό spoiler, να ομολογήσω ότι στο βάθος του μυαλού μου η σκέψη ότι οι γονείς της Ντόρι, έναν ολόκληρο χρόνο μετά την εξαφάνισή της, δεν αποκλείεται να είχαν πάθει και… «Μπάμπι». Ή «Βασιλιά των Λιονταριών»! Κάτι το οποίο θα μπορούσε να φαινόταν και λογικό. Αλλά… όχι! Τούτο το sequel θέλει να το παίξει απόλυτα safe (πόσο παράδοξο, αν θυμηθεί κανείς την τραγωδία στην αρχή τού «Νέμο»), να μην κακοκαρδίσει κανένα παιδάκι και να πουλήσει γούτσου-γούτσου συναισθήματα οικογενειακής θαλπωρής. Οπότε, αν περιμένεις τέτοιου είδους «ανατροπή», ναι, σου το χάλασα!
Οι δεύτεροι «ρόλοι» δεν είναι τόσο ζουμεροί ή αστείοι όσο εκείνοι του πρώτου φιλμ, με ένα ζωηρό χταπόδι, το ζαβό πτηνό Μπέκι, δύο τεμπέλικες φώκιες και ουκ ολίγα πλάσματα του βυθού να… σπρώχνουν την αφήγηση όσο πιο χιουμοριστικά γίνεται, με σχεδόν μοναδική εξαίρεση fun τη σεκάνς της ομηρίας ενός φορτηγού. Φυσικά, όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι το έργο είναι κακό, ότι ένα μικρό παιδί θα υποφέρει στο σινεμά, ότι η τεχνική αρτιότητα στην κατασκευή δεν είναι κορυφαία και διάφορα άλλα αυτονόητα. Η βασική μου διαφωνία με την «Ντόρι» είναι το ότι «εκβιάζει» το target group της να τρέξει στους κινηματογράφους και να δει κάτι αντάξιο του «Νέμο». Ενώ, στην ουσία, σου πουλάει μονάχα «την ούγια» ενός σίγουρου sequel. Που μας κάνει να στενοχωριόμαστε για τη σύμπραξη της Pixar με το studio της Disney. Για ακόμη μια φορά. Κι αυτό δεν είναι κάτι που… ξεχνιέται.