ΕΝΚΑΝΤΟ: ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΓΙΚΟΣ (2021)
(ENCANTO)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπάιρον Χάουαρντ, Τζάρεντ Μπους
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 99'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Πολυπληθής κι ευτυχισμένη κολομβιανή οικογένεια, κάθε μέλος της οποίας διαθέτει μαγικά χαρίσματα, βρίσκεται προ του κινδύνου να τα χάσει ολοσχερώς! Κόρη αποκαρδιωμένη από την ατυχία της να είναι η μόνη που την τέχνη της μαγείας δεν κατέχει, βάζει μπρος σχέδιο σωτηρίας για όλους. Θα μαγέψει;
Συνεχίζει την animated περιπλάνηση ανά τον κόσμο ο οργανισμός Disney. Έπειτα από την Πολυνησία της «Βαϊάνα» (2016), το παγωμένο αρκτικό τοπίο του «Ψυχρά κι Ανάποδα ΙΙ» (2019) και την νοτιοανατολική Ασία του φετινού «Η Ράια και ο Τελευταίος Δράκος», έρχεται η Κολομβία του «Ενκάντο» (μόνο το «Ραλφ Εναντίον Ίντερνετ» του 2018 έσπασε το άτυπο… ταξιδιωτικό σερί). Δυστυχώς, ο εξωτισμός δε σημαίνει απαραίτητα και σπουδαία έμπνευση, με το studio να δείχνει με τούτη την εξηκοστή animated ταινία της ιστορίας του πως έχει βαλτώσει σε μία επαναλαμβανόμενη (πλην, όμως, χρυσοφόρα…) συνταγή, η οποία ως αποκλειστικό της στόχο έχει το παιδικό (βία εφηβικό) κοινό. Με την προσθήκη του Disney+ στην εξίσωση, δε, το συγκεκριμένο μοντέλο μάλλον τείνει προς παγίωση, παρά προς κάτι το διαφορετικό.
Το «Ενκάντο» εξερευνά την πολυπλοκότητα των σχέσεων της πολυμελούς οικογένειας των Μαδριγάλ, υπό το πρίσμα της μαγείας που έκαστο εξ αυτών διαθέτει. Εκδιωγμένοι από τον τόπο τους κι έχοντας βρει καταφύγιο σε ασφαλές απομονωμένο βουνό, υπό την καθοδήγηση γιαγιάς – αρχηγού και άσβεστου φωτός, μέσω του οποίου το μαγικό χάρισμα μεταλαμπαδεύεται στον εκάστοτε κληρονόμο του (τρέχα γύρευε…), οι Μαδριγάλ ζουν ζωή χαρισάμενη μακριά από κάθε σκοτούρα. Το μόνο μέλος που μια κάποια έγνοια την έχει, είναι η ολίγον ιδιότροπη Μιραμπέλ, μιας και στέκει ως η μόνη που κατά την διάρκεια της σχετικής ειδικής τελετής απέτυχε ν’ αποκτήσει κάποιο συγκεκριμένη μαγική ικανότητα. Αντιλαμβανόμενη πως το νοήμον «έξυπνο σπίτι» τους (ένεκα πλήρους ενσωμάτωσης στο περιβάλλον της ολούθε μαγείας) παρουσιάζει συθέμελες ρωγμές που καθιστούν την ανέμελη (μετά χορών και τραγουδιών) διαβίωσή τους αμφίβολη, προσπαθεί από μόνη της να προλάβει το κακό που μονάχα εκείνη βλέπει να έρχεται. Ο δρόμος της σωτηρίας του (μικρο)κόσμου της οικογένειάς της, θα οδηγήσει την Μιραμπέλ σε μυστικά του παρελθόντος που, όμως, ενδέχεται να κάνουν τα ρήγματα των τοίχων του σπιτιού να προκαλέσουν χάσματα και στις αναμεταξύ τους σχέσεις. Αυτό είναι κάτι που η γιαγιά Μαδριγάλ απεύχεται να δει να συμβαίνει.
Εάν το στόρι έκρυβε έναν εξωτερικό εχθρό, ο οποίος επιβουλεύεται τη «δύναμη» των Μαδριγάλ, τότε αφενός το φιλμ θα μπορούσε ν’ αποκτήσει μια κάπως πιο σκοτεινή τροπή, αφετέρου θα γινόταν πολύ πιο εύκολα κατανοητό ως σύλληψη. Αντ’ αυτού, η πλήρης ενδοοικογενειακή σεναριακή προσήλωση, καθώς ένας μυστήριος και ολίγον αλλού γι’ αλλού θείος (που μόνο «κακό» δεν τον λες) είναι εκείνος που κρατά το μυστικό του αόρατου κινδύνου και μαζί τη λύση του προβλήματος, κάνει την ταινία κομματάκι ακατανόητη και γεμάτη κενά, τα οποία ευλόγως δημιουργούν απορίες. Τι είναι αυτή η φλόγα που μοιράζει μαγικά χαρίσματα και γιατί έπεσε στα χέρια των Μαδριγάλ; Ποιοι και για ποιο λόγο εκδίωξαν τη γιαγιά και τους δικούς της από τον τόπο τους (κάτι σαν conquistadores εμφανίζονται σ’ ένα flashback, αλλά πέραν τούτου… ασάφεια); Πως σχετίζονται τα δύο αυτά γεγονότα; Και, φυσικά, αφού η μαμά της Μιραμπέλ διαθέτει το χάρισμα της άμεσης θεραπείας οποιασδήποτε πάθησης μέσω της μαγειρικής της (τα μαγικά trick είναι τέτοιου στυλ), γιατί δεν κάνει κάτι για… τη μυωπία της κόρης της;
Εμμέσως πλην σαφώς, γίνεται κατανοητό πως η υπερφυσική υπεροχή των Μαδριγάλ έναντι των υπολοίπων συγχωριανών τους, κρύβει κάτω από τον μανδύα της αιώνιας ευτυχίας μικρά αγκάθια δυστυχίας που εύκολα, όμως, μπορούν ν’ ανοίξουν μεγάλες πληγές. Το κατά πόσο το «θείο δώρο» της επίκτητης μαγείας είναι πράγματι τέτοιο, τίθεται εν αμφιβόλω, με την πλοκή να σκοντάφτει σ’ ένα σταθερά άλυτο παράδοξο. Αφού οι μαγικές ιδιότητες λογίζονται από ένα σημείο κι έπειτα ως οι υπαίτιες μιας επίπλαστης ευημερίας, τότε γιατί πρέπει πάση θυσία να διασωθούν και να συνεχίσουν να υφίστανται; Απάντηση (μάλλον) δεν υπάρχει ή, εάν υπάρχει, χάνεται κάπου στα γνωστά Disney-κα τετριμμένα περί οικογενειακής αφοσίωσης, συγχώρεσης κι αποδοχής, συνοδεία… πολλών τραγουδιών. Οι συνθέσεις του πανταχού παρόντος εσχάτως Λιν-Μανουέλ Μιράντα δεν διεκδικούν σπουδαίες δάφνες (με μια-δυο εξαιρέσεις που τείνουν προς το συμπαθές), αν και στην περίπτωση του τραγουδιού που άδει η (έχουσα υπερφυσική δύναμη ικανή να σηκώσει ολόκληρα βουνά!) αδελφή της Μιραμπέλ, η οπτική ψυχεδέλεια που το συνοδεύει αποζημιώνει. Το αυτό (φυσικά) πράττει συνολικά η αψεγάδιαστη ποιότητα της παραγωγής, αν και δεν θα μπορούσε να συμβαίνει κι αλλιώς, μιας και μιλάμε για το studio της Disney. Το κακό, βέβαια, είναι πως τελευταία οι ταινίες της μόνο γι’ αυτό μπορούν να καυχιόνται. Διότι από αληθινή κινηματογραφική μαγεία, ο κραταιός οργανισμός, δυστυχώς, δείχνει ν’ ακολουθεί τα χνάρια της Μιραμπέλ και των υπολοίπων Μαδριγάλ…