FreeCinema

Follow us

Αν προσπαθούσα να υπερασπιστώ τον εαυτό μου, θα χρησιμοποιούσα κάμποσες ταινίες που μου προκάλεσαν το συναίσθημα ή με ταρακούνησαν ψυχολογικά, όπως έγραφα προ ολίγων ημερών, ενθυμούμενος τους «Ηλίθιους» του Τρίερ ή την «Συνεκδοχή της Νέας Υόρκης» του Κάουφμαν. Συνειρμοί που προέκυψαν ύστερα από την είδηση του θανάτου του Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν. Η απώλεια είναι μια βασική αφορμή για να γίνεις «κομμάτια». Όταν τη βιώνεις στην πραγματικότητα και το timing είναι «κακό» σε σχέση με κάτι που παρακολουθείς στο σινεμά, ζυγίζοντας αυτά τα δύο μαζί, το σινεμά συνήθως ηττάται.

Δεν είχα μοιραστεί κάτι τραγικό, δικό μου, με άλλους ανθρώπους πρόσφατα, οπότε δεν ήταν αυτός ο λόγος για τον οποίο δε με άγγιξε το φιλμ του Τζονζ. Απλά, το βρήκα κάπως εκβιαστικά «εγκεφαλικό», με πολλά συστατικά… προκατασκευασμένα, που δεν ακουμπάνε την καρδιά απαραίτητα. Αισθάνθηκα περισσότερο τη μιζέρια αυτού του ήρωα, παρά την ανάγκη του να θυμηθεί τι είναι η ανθρωπιά. Δεν αποκαλώ την επιστήμη τής ψυχανάλυσης… «κομπογιαννίτικη» συνομωσία του εγκεφάλου και εκείνοι που στρέφονται προς αυτή τη μέθοδο επίλυσης των όποιων προβλημάτων τους δεν είναι άτομα με «ειδικές ανάγκες». Κάπως έτσι, όμως, απεικονίζει το Θίοντορ ο Τζονζ. Και μέσα από αυτόν το χαρακτήρα αντανακλά, πιθανότατα, δικές του ψυχοπαθολογίες. Μια ματιά στη φιλμογραφία του μπορεί να σε πείσει ότι… κάτι δεν πάει καλά. Περισσότερο συχνά από το φυσιολογικό.

Για κάποιους ανθρώπους, αυτή η αυστηρότητά μου, λοιπόν, μεταφράζεται σε ψυχρότητα. Για μένα εκφράζει την αιώνια σύγκρουση, του μυαλού και της καρδιάς. Όταν το πρώτο κάνει «υπερωρίες» εις βάρους τού δεύτερου, το νόημα χάνεται. Σχεδόν όπως στο «Δικός της». Πιστεύω, όμως, στον αντίλογο. Γι’ αυτό και θα βρεις δύο αντίπαλες κριτικές για το φιλμ στο FREE CINEMA. Κανείς δεν είναι τέλειος. Σεβαστό. Και… #diplhs!

TAGS: