FreeCinema

Follow us

Τις προάλλες έβλεπα ξανά το «Playtime» (1967) του Ζακ Τατί. Κάθε φορά που το σινεμά σε γεμίζει πίκρα, Πάολο Σορεντίνο ή απόγνωση, το «γιατρικό» είναι ο κόσμος των εικόνων του Ζακ Τατί. Να το θυμάσαι αυτό. Λοιπόν, σε αυτή την ταινία υπάρχει εκείνη η σκηνή στην οποία ο κύριος Ιλό συναντά έναν παλιό γνωστό από τον στρατό που θα τον καλέσει στο μοντέρνο διαμέρισμά του για να γνωρίσει την οικογένεια. Η πρόσοψη του κτηρίου μετατρέπει το κάθε διαμέρισμα σε μια «βιτρίνα» καθημερινής ζωής, όπου η επανάληψη και η ρουτίνα των χειρονομιών, συνοδευόμενα από την απουσία εσωτερικών ήχων και διαλόγων, κάνει τους ανθρώπους να δείχνουν πως εκτελούν νούμερο παντομίμας.

Playtime - Tati

Είναι μια υποδειγματική σκηνή, η οποία καταργεί κάθε όριο – σύνορο της αληθινής ζωής και του φιλμικού τόπου, άσχετα από το ποιος βρίσκεται σε ποια θέση και παρακολουθεί ποιον! Ο θεατής παρακολουθεί το φιλμ – κάδρο σαν ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο, ενώ οι κάτοικοι δύο αντικριστών διαμερισμάτων την απέναντι πλευρά ενός «αδιόρατου» τοίχου που τους χωρίζει. Αμφότερες πλευρές μοιάζουν με ένα θέαμα κοινό, μέχρι την αποκάλυψη δύο τηλεοπτικών οθονών που κι αυτές με τη σειρά τους ανοίγουν ένα μικρότερο «κάδρο» μέσα σε τούτη την αναπαράσταση ζωής.

Οι ήρωες του Τατί παριστάνουν τους θεατές, μπροστά σε αληθινούς θεατές, εμάς τους ίδιους. Σπαταλάνε μια «ζωή» που κλέβει χρόνο από την αληθινή ζωή (μας). Μα, και η ίδια η ζωή μπορεί να παρομοιαστεί με ένα θέαμα, καθώς το βλέμμα σου «καδράρει» το έξω σύμπαν μέσα από απέναντι παράθυρα διαμερισμάτων, παρμπρίζ αυτοκινήτων, γυαλιά οράσεως. Επειδή αυτή η ζωή θυμίζει συχνά κακό σινεμά, η μεγάλη οθόνη καλείται, έστω για μερικούς από εμάς, να αντικαταστήσει τον… χαμένο χρόνο εκεί έξω. Πιθανότατα κλέβοντας από τα – καλύτερα; – χρόνια της ζωής μας πολύτιμο χρόνο.

Rear Window

Υπάρχει, βέβαια, και η θεωρία του… «Σιωπηλού Μάρτυρα» (1954) του Άλφρεντ Χίτσκοκ, που ευνουχίζει και τον αληθινό θεατή (ανήμπορο να ανατρέψει τη ροή της φιλμικής δράσης) και τον κινηματογραφικό ήρωα (καθηλωμένο σε ένα αναπηρικό αμαξίδιο λόγω ατυχήματος), κάνοντας και τους δύο αυτόπτες μάρτυρες ενός προμελετημένου εγκλήματος που λέγεται… βίος γειτονικών διαμερισμάτων! Ο χιτσκοκικός ήρωας σκοτώνει τον… χαμένο χρόνο του παρατηρώντας τα απέναντι διαμερίσματα σε κάτι σαν προπομπό του τηλεοπτικού zapping και ο ρεαλιστικός θεατής καλύπτει από τη θέση του τις ανάγκες ενός υπερβατικού θεάματος, διότι ο φόνος (πόσω μάλλον και η υποψία τεμαχισμού του θύματος) δεν ανήκει στις καθημερινές δραστηριότητες των γειτόνων του!

Ειρωνικά, η ανάγνωση αυτών των σκέψεων μπορεί επίσης να μεταφράζεται σε… χάσιμο χρόνου! Στο τέλος όλα μπερδεύονται γλυκά και – μα τι άλλο; – χάνονται στον χρόνο. Είναι τόσο άδικο, λοιπόν, σε μια εποχή που η αληθινή ζωή έχει χάσει το νόημά της, το σινεμά να αδυνατεί να προσφέρει… χρόνο φυγής και διασκέδασης στον θεατή που στέκει ακόμη (έως πότε;) μπροστά από μια μεγάλη οθόνη. Για να βιώσει το ακόμη μεγαλύτερο κενό τού σήμερα και μιας Τέχνης που, εμένα προσωπικά, μάλλον μου κόστισε τη… «Νιότη» μου. Οποία ειρωνεία! Μάλιστα.

TAGS: