Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΑΝΤΑΜΣ (2019)
(THE ADDAMS FAMILY)
- ΕΙΔΟΣ: Animation
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γκρεγκ Τίρναν, Κόνραντ Βέρνον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 86'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: TULIP
Η οικογένεια Άνταμς έρχεται αντιμέτωπη με τον… κανονικό κόσμο μιας μικρής προαστιακής κοινότητας έξω από το Νιου Τζέρζι, την οποία ελέγχει μία τηλεπερσόνα του home improvement.
Αν το «Πάρτι με… Λουκάνικα» (2016) δεν ήταν μία αρκετά ασυνήθιστη εμπειρία για το είδος του animation, τι μπορεί να πει κανείς για τούτη την επιστροφή του σκηνοθετικού διδύμου των Γκρεγκ Τίρναν και Κόνραντ Βέρνον, οι οποίοι παίρνουν τις cartoonish βινιέτες του Τσαρλς Άνταμς και τις ζωντανεύουν ψηφιακά για να μας προσφέρουν μία… παιδική εκδοχή της «Οικογένειας Άνταμς»! Η παραδοξότητα του εγχειρήματος δεν είναι τόσο εξωφρενική, ειδικά για μία εποχή στην οποία θριαμβεύει ταμειακά το franchise του «Ξενοδοχείου για Τέρατα» (με ήδη δύο sequel, από το 2012 μέχρι πέρσι). Αλλά το αποτέλεσμα εδώ κάπου μπερδεύεται για το ηλικιακό κοινό στο οποίο απευθύνεται…
Με έναν τρόπο, το φιλμ λειτουργεί και λίγο σαν origin story, με την εισαγωγή του γάμου του Γκόμεζ και της Μορτίσια, ο οποίος διακόπτεται από όχλο λαουτζίκου (μία κάποια γεύση από τον κλασικό «Frankenstein» του Τζέιμς Γουέιλ) που τους καταδιώκει ως «μάγους». Σε κατάσταση φυγής, το ζεύγος μαζεύει από τον δρόμο και τον Λερτς, που θα γίνει ο butler τους, καταλήγοντας σε εγκαταλελειμμένο άσυλο για τρελούς, στο οποίο βρίσκουν μόνιμη στέγη. Την περίφημη έπαυλη της οικογένειας Άνταμς, δηλαδή. Μερικά χρόνια αργότερα, έχουν προστεθεί τα τέκνα των Γουένσντεϊ και Πάγκσλι και η ζωή συνεχίζεται με παιχνιδίστικη μακαβριότητα, μέχρι τη στιγμή που θα ανακαλύψουν ότι «κάτω από τα πόδια τους» υπάρχει μία ολόκληρη πόλη… κανονικών ανθρώπων, που έχει για πρότυπο τη Μάργκο, μία λαϊκιά ξανθιά Αμερικάνα που ασχολείται με το interior design (σε reality TV show) σαν πρόφαση, έτσι ώστε να εξυπηρετεί τα κτηματομεσιτικά της πλάνα για την περιοχή.
Συνδετικός κρίκος μεταξύ της οικογένειας Άνταμς και της Μάργκο θα γίνουν οι κόρες τους, με τη Γουένσντεϊ να ξεχωρίζει αμέσως ως το φρικιό του σχολείου (η σκηνή στο εργαστήριο με τα νεκρά βατραχάκια όχι μόνο παραπέμπει στο σινεμά του Γουέιλ, αλλά κάνει και μία – προφανέστατη – λατρευτική σύνδεση με το «Frankenweenie» του Τιμ Μπέρτον) που τραβά το ενδιαφέρον τής οριακά outcast κορούλας τής Μάργκο (εύκολα μαντεύει κανείς την… γκοθοεξέλιξή της). Ακολουθούν κόντρες, ίντριγκες και πάθη με την αρμόζουσα αίσθηση ενός μαύρου χιούμορ που επικοινωνεί καλύτερα με το adult κοινό, αλλά εδώ έχει μετριαστεί ώστε να μην κάνει τα ανήλικα να θέλουν να τρέξουν έξω από την αίθουσα ουρλιάζοντας (το φιλμ θα προβληθεί και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά). Αυτή η διάθεση «αυτο-λογοκρισίας» της παραγωγής κάνει την «Οικογένεια Άνταμς» να χάνει σημαντικό ποσοστό από εκείνο το «snap» τής παραξενιάς της, όσο κι αν οι δημιουργοί προσπαθούν να πείσουν ότι μπορούν να ικανοποιήσουν τους πάντες. Παρά τα αντικρουόμενα στοιχεία, πάντως, η διασκέδαση είναι εξασφαλισμένη, αρκεί να είναι κανείς έστω και ελάχιστα γνώστης του παρελθόντος των ηρώων του Τσαρλς Άνταμς, που έχουν μία τεράστια παράδοση στην pop κουλτούρα, από τη δεκαετία του ’30 έως και σήμερα.