FreeCinema

Follow us

ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕΣ, ΜΠΕΡΝΑΝΤΕΤ (2019)

(WHERE'D YOU GO, BERNADETTE)

  • ΕΙΔΟΣ: Κομεντί
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ
  • ΚΑΣΤ: Κέιτ Μπλάνσετ, Τζούντι Γκριρ, Κρίστεν Γουίγκ, Τρόιαν Μπελισάριο, Λόρενς Φίσμπερν, Μπίλι Κρούνταπ, Στιβ Ζαν, Γιοχάνες Χάουκουρ Γιοχάνεσον, Μέγκαν Μουλάλι, Έμμα Νέλσον
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 130'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON

Αρχιτεκτόνισσα αποτραβηγμένη από τα κοινά βιώνει κρίση οικογενειακή και στο είναι της, και παίρνει… τους πάγους της Ανταρκτικής αναζητώντας μία απάντηση για την ύπαρξή της. Θα ψάξει να τη βρει κανείς;

Έργο εντελώς ξένης ιδιοσυγκρασίας, από έναν επίσης εντελώς άνισο σκηνοθέτη, το «Πού Χάθηκες, Μπερναντέτ» επιχειρεί να εξηγήσει την ανάγκη της φυγής ενός ανθρώπου που «διαφέρει» από την πλειοψηφία ενός κοινωνικού συνόλου, ασφυκτιά πέρα από τα όρια της οικίας του και κάποια στιγμή «εκρήγνυται», για να βρεθεί… στο πουθενά της Ανταρκτικής! Δεν το παρακολούθησα με ενόχληση ή αδιαφορία, αλλά μου έδωσε την εντύπωση ότι δεν αφορά παρά μονάχα γυναίκες. Αμερικανίδες. Που μπορεί να έκαναν bestseller το ομώνυμο βιβλίο της Μαρία Σεμπλ.

Η Μπερναντέτ Φοξ της ταινίας είναι μία «εκκεντρική» (κατά τα δεδομένα των… πολλών) γυναίκα – μύθος για τον κόσμο των αρχιτεκτόνων, η οποία έχει σχεδόν αποσυρθεί σε ένα παλιακό σπίτι που δείχνει ερείπιο μερικώς ή λες και μονίμως ανακαινίζεται (εδώ και χρόνια). Έχει παντρευτεί, έχει γίνει μάνα, έχει προσπαθήσει να τα κάνει και τα δύο με επιτυχία, όμως, ακριβώς όπως το παρουσιαστικό του εσωτερικού της οικίας της, έτσι και όλοι οι ρόλοι της στον πραγματικό κόσμο φαντάζουν (ή όντως είναι) ατελείς. Μία σειρά από συγκρούσεις με τη μεσοαστή και τυπική Αμερικανίδα γειτόνισσά της («γάντι» ο χαρακτήρας για μία κωμίκα του επιπέδου της Κρίστεν Γουίγκ) προκαλούν σταδιακά «ρωγμές» στο όλο οικοδόμημα της ζωής της, ο σύζυγός της φτάνει κι εκείνος στο αμήν, η δε κόρη της ελάχιστα αντιλαμβάνεται το νόημα της μητρικής σχέσης / σύνδεσης.

Ενδιαφέροντα όλα αυτά, όμως ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ έχει αποφασίσει να σκηνοθετήσει την Κέιτ Μπλάνσετ σαν… την ίδια την Άννα Γουίντουρ (!), με το μπλαζέ παρουσιαστικό εκείνης, το οποίο υποστηρίζει με άνεση η ηθοποιός, λες και υποδύεται την πρώην editor-in-chief της Vogue. Όλο αυτό κάπου «κλωτσάει» σε συνδυασμό με τον φιλμικό ρόλο της Μπερναντέτ Φοξ και δημιουργεί στο έργο μία αίσθηση αχρείαστης πολυπλοκότητας (κατά το «μπλέξαμε τα μπούτια μας»). Όταν η κόρη της προτείνει ένα ταξίδι στην Ανταρκτική, η αγοραφοβική μάνα θα πάθει κρίσεις πανικού, σε συνδυασμό με τα πλέον άκυρα ατυχήματα που προκαλεί η δήθεν απερισκεψία της στο σπίτι τής γειτόνισσας νιώθει πως δεν έχει θέση στον κόσμο καμία και… «εξαφανίζεται». Σύζυγος και κόρη θα αναζητήσουν τα ίχνη της, τα οποία οδηγούν… στο great wide open παγωμένου προορισμού.

Ο Λινκλέιτερ μάλλον αστοχεί στο κομμάτι της συμπεριφορικής μελέτης της ηρωίδας του, με την οποία η ταύτιση είναι σχετικά… απροσπέλαστη (ίσως λιγότερο αν είσαι γυναίκα και μάνα) και το φιλμ δείχνει να σέρνεται αφηγηματικά, με το συναίσθημα να απουσιάζει και τους κωμικούς τόνους να βασανίζονται από τις πλείστες νευρώσεις όλων των χαρακτήρων. Ίσως μοναδική στιγμή ανάσας, η σκηνή στο αυτοκίνητο με το «Time After Time» της Σίντι Λόπερ, ενός τραγουδιού που προκαλεί τη θέρμη στην ψυχή ακόμη και στον πιο τελειωμένα ψυχρό άνθρωπο του πλανήτη (η επανάληψή του στους τίτλους τέλους λειτουργεί ελαφρώς σαν boomerang, πάντως…).

Με το που ξεκινά το ταξίδι της Μπερναντέτ (και όσων την αναζητούν), η ταινία του Λινκλέιτερ… αλλάζει ταυτότητα, επιδιώκοντας να προσεγγίσει τα στερεότυπα μίας ευκολοχώνευτης και πιο «λαϊκής» λύτρωσης για τον μέσο θεατή (και δη τις γυναίκες), στρίβοντας προς φιλμικό προορισμό οικογενειακού μελοδράματος επανένωσης, με τις κοινοτοπίες και την προβλεψιμότητα να κυριαρχούν. Κάπου νιώθεις ότι το φιλμ μιλάει για μία ζωή που δεν υπάρχει, για μία σεναριακή φαντασίωση που απορεί κανείς γιατί βγήκε από τη… «φούσκα» της, ενώ ακόμη και η σκηνοθετική γραμμή του Λινκλέιτερ δεν είναι τόσο ορατή. Ίσως λειτουργεί καλύτερα σαν ένα παραμύθι για τη μεγαλοαστική τάξη που «υποφέρει» από ενοχλητικούς γείτονες οι οποίοι παρενοχλούν την ασφάλεια της… αφασίας τους. Μόλις χθες διάβαζα άρθρο για vegan που σέρνει τους γείτονές της στα δικαστήρια διότι διέπραξαν ανομολόγητα εγκλήματα, «συμπεριλαμβανομένων των μυρωδιών από το barbecue, του καπνού των τσιγάρων, των καρεκλών που τρίζουν στο πάτωμα, των φώτων που αντανακλούν, του θορύβου που κάνουν τα παιδιά τους όταν παίζουν basket και των ήχων που βγάζουν τα κατοικίδια πουλιά τους»! Και το όνομά της δεν είναι Μπερναντέτ Φοξ.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Βλέπεται ευχάριστα (αν και ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ έχει «τσακωθεί» με το μοντάζ, πλέον…), αλλά στο σύνολό του πάσχει από τη δυσκολία να χωνέψει η ταινία τα τόσα αταίριαστα κομμάτια της μαζί. Ο σχεδιασμός της ηρωίδας δεν δένει με το καταστασιακό, η ερμηνεία της Κέιτ Μπλάνσετ διευρύνει την απόσταση της επικοινωνίας του προσώπου από τη φιλμική του πραγματικότητα όσο και από τους θεατές, το πρώτο μέρος θέλει να κρίνει με «εκκεντρικότητα» τα κακά της κοινωνίας του σήμερα, αλλά με λογικές σκέψεων από το χθες, με το τελευταίο μέρος της αφήγησης να γέρνει προς το… γυναικουλίστικα ευσυγκίνητο. Όχι μία ταινία του Λινκλέιτερ που θα μείνει στη μνήμη μας. Μερικές μανάδες θα βρουν ίχνη σημείων ταύτισης. Μόνο αυτές, όμως.


MORE REVIEWS

ΑΓΡΙΑ ΦΥΣΗ

Ολιγοήμερο ταξίδι εταιρικού bonding σε απομονωμένο hiking retreat αυστραλέζικου εθνικού πάρκου καταλήγει σε θρίλερ, με την εξαφάνιση μιας γυναίκας η οποία (διόλου συμπτωματικά;) λειτουργούσε ως πληροφοριοδότης για λογαριασμό ομοσπονδιακών πρακτόρων. Υπάρχει χρόνος για να βρεθεί ζωντανή ή μήπως πρόκειται για ένα καλοστημένο σχέδιο δολοφονίας;

ΜΑΤΩΜΕΝΟΣ ΔΕΣΜΟΣ

Στο μεγάλο «πουθενά» του Νέου Μεξικού, κάπου στα ‘80s, η Λου, επιστάτρια ενός βουτηγμένου στην τεστοστερόνη γυμναστηρίου, θα ερωτευθεί την Τζάκι, μια bodybuilder περαστική από τα μέρη εκείνα, που δεν έχει στον ήλιο μοίρα, μα ονειρεύεται περισσότερα μούσκουλα και δόξα. Γύρω τους, όμως, συγκεντρώνονται αρκετά… πτώματα και χρέη παλιά κι αλύτρωτα.

ΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ

Όταν έπειτα από έλεγχο αλκοτέστ του αφαιρείται το δίπλωμα οδήγησης, ο Μαρκ οφείλει να περάσει από μια σειρά ιατρικών και ψυχολογικών σεμιναρίων αξιολόγησης, εάν επιθυμεί να το πάρει ξανά πίσω. Το αληθινό πρόβλημα του Μαρκ, όμως, δεν είναι η προσωρινή απώλεια του διπλώματός του, αλλά η μη συνειδητοποίηση της κατάστασης την οποία βιώνει ως… αλκοολικός.

ΕΓΩ, ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ

Δύο έφηβα αγόρια ξεκινούν από το Ντακάρ της Σενεγάλης κυνηγώντας το όνειρο της καλύτερης ζωής στην Ευρώπη. Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιταλία, να εύχεσαι να μην είναι μακρύς ο δρόμος.

ΣΤΟ ΠΟΤΑΜΟΠΛΟΙΟ

Η καθημερινότητα στο πλωτό κέντρο φροντίδας πασχόντων από ψυχικές διαταραχές «Adamant», το οποίο βρίσκεται δεμένο σε προβλήτα του Σηκουάνα στο Παρίσι.