ΑΙΜΑ ΣΤΟΥΣ ΛΟΦΟΥΣ (2006)
(THE HILLS HAVE EYES)
- ΕΙΔΟΣ: Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Αλεξάντρ Αζά
- ΚΑΣΤ: Τεντ Λεβίν, Κάθλιν Κουίνλαν, Νταν Μπερντ, Έμιλι ντε Ραβίν, Μάικλ Μπέιλι Σμιθ, Μπίλι Ντράγκο, Γκρεγκ Νικοτέρο
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 107'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ODEON
Μακριά από τον πολιτισμό, στη μέση της ερήμου του Νέου Μεξικού, μια οικογένεια παίρνει τη… λάθος στροφή για να κόψει δρόμο προς Σαν Ντιέγκο και πέφτει πάνω σε μεταλλαγμένους κανίβαλους!
Το «The Hills Have Eyes» (1977) ήταν η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Γουές Κρέιβεν, ένα απόλυτο b-movie slasher φρίκης που παρέμεινε cult κυρίως εξαιτίας της φήμης που απέκτησε ο σκηνοθέτης και της γραφικής φάτσας του πρωταγωνιστή Μάικλ Μπέριμαν, παρά για την όποια κινηματογραφική του αξία. Συμπτωματικά, τούτο το remake αποτελεί τη δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του μόλις 28χρονου Γάλλου Αλεξάντρ Αζά, ο οποίος όχι μόνο καταφέρνει να αναβιώσει άξια ένα… σκουπίδι του παρελθόντος, αλλά και να χριστεί ως ένα από τα πιο ελπιδοφόρα ταλέντα για το είδος των ταινιών τρόμου (ούτως ή άλλως, η «συστατική» του με το «Haute Τension» ήταν αρκετή για να πείσει τους fans).
Οι καλές προθέσεις του Αζά δηλώνονται εξαρχής με μια συρραφή σκηνών από την atomic era των Ηνωμένων Πολιτειών, που σαρκάζουν πάνω στο ενεργειακό όνειρο της προόδου σε αντιπαράθεση με εικόνες γεννητικά μεταλλαγμένων ανθρώπων και test εκρήξεων με πυρηνικά (331 ανάμεσα στις δεκαετίες του ’50 και του ’60!). Στο φιλμικό σήμερα, η εισαγωγή είναι αρκούντως αιματοβαμμένη και υποψιάζει τον θεατή πως απαιτούνται… γερά νεύρα. Λίγα λεπτά αργότερα, μια επταμελής οικογένεια κάνει το λάθος να ρωτήσει τον βδελυρό γεράκο ενός βενζινάδικου αν υπάρχει κάποια παράκαμψη που θα τους βγάλει πιο σύντομα σ’ έναν κεντρικό δρόμο, ώστε να συνεχίσουν την πορεία τους προς Καλιφόρνια. Και, φυσικά, υπάρχει. Εκείνη στην οποία παραμονεύει ολόκληρη κοινότητα μεταλλαγμένων ντόπιων που πεινά για… κρέας να ‘ναι κι ότι να ‘ναι!
Κάπου ανάμεσα σε στερεότυπα φρίκης, αληθινό και απλόχερο gore κι ανεγκέφαλες στιγμές τρόμου και τσιρίδας, ο Αζά τοποθετεί ένα δίχτυ προστασίας για τον εαυτό του, στήνοντας ένα υπόγειο κοινωνικοπολιτικό σχόλιο βαθύτατα σαρκαστικό. Τα πάντα γυρνάνε boomerang σε αυτούς τους «Λόφους» και όλοι έχουν τη σκοτεινή τους πλευρά, που όταν βγαίνει στην επιφάνεια είναι δύσκολο να διακρίνεις ποια είναι τα αντίπαλα μέτωπα. Τα μέλη της οικογένειας με το πολυτελές τροχόσπιτο, τα κινητά τηλέφωνα και την αμερικανική σημαία… τιμή τους και καμάρι τους, δε διαφέρουν καθόλου από τη γενιά των μεταλλαγμένων κανίβαλων οι οποίοι υπέστησαν ότι πιο αποτρόπαιο από τη μητέρα πατρίδα και, πλέον, το μόνο που ζητάνε δεν είναι μονάχα η εκδίκηση στο «αμερικανικό όνειρο» ανάπτυξης αλλά… τροφή για επιβίωση. Οι μεν και οι δε, πέρα από την τερατόμορφη όψη, αποκτηνώνονται μέχρι ακρότητας στα 107 λεπτά του φιλμ, για να στείλουν ένα ιδεαλιστικά νοσηρό μάθημα στο κοινό των multiplex που, αν υπήρχε ανάγκη να σωθούν εντός αιθούσης, σίγουρα θα μπορούσαν να καταναλώσουν ανθρώπινα μυαλά αντί του popcorn! Αρκεί να βρεθούν σε απόγνωση…
Η διαφορετικότητα στη ματιά του Αζά, η μακάβρια ειρωνεία, το καθαρό βλέμμα στις σκηνές σοκ και ο καταιγιστικός ρυθμός, κάνουν το φιλμ να διαφοροποιείται ποιοτικά από πολλά αντίστοιχα του είδους. Από την άλλη, αν δεν υποφέρετε όλη αυτή τη βαναυσότητα ή το γεγονός πως η εξέλιξη της πλοκής είναι σαφώς προβλέψιμη, με μοναδικό ενδιαφέρον τα στοιχήματα για το ποιοι θα παραμείνουν ζωντανοί ως το φινάλε, τότε θα βρεθείτε αντιμέτωποι με κάτι σαφώς ενοχλητικό για τις αισθήσεις και εκβιαστικά εμπλουτισμένο με μια φιλοσοφία νιχιλιστική κι αυτονόητα παιδιάστικη, ειδικά όταν το σύμβολο της σημαίας χρησιμοποιείται για να εξουδετερώνει το καστ. Προσωπικά θα έλεγα πως ο κύριος Αζά και ταλέντο διαθέτει και στυλ και χιούμορ και ξέρει πως να δουλεύει την αξίνα! Κοινώς, βάρα τους, αγόρι μου!