Η ΚΑΘΟΔΟΣ (2005)
(THE DESCENT)
- ΕΙΔΟΣ: Τρόμου
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Νιλ Μάρσαλ
- ΚΑΣΤ: Σόνα Μακντόναλντ, Νάταλι Μεντόζα, Άλεξ Ριντ, Σάσκια Μάλντερ, Μαϊάνα Μπέρινγκ, Νόρα-Τζέιν Νουν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 99'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Έξι νεαρές γυναίκες με έφεση στα extreme sports ξεκινάνε την κατάβαση μιας χαρτογραφημένης σπηλιάς στα Απαλάχια Όρη, με σκοπό να καταλήξουν σε μία από τις λιγοστές εξόδους της. Στη διαδρομή, η αρχηγός τους αποκαλύπτει πως είπε ψέματα και για να ζήσουν μία αληθινή περιπέτεια τις οδήγησε σε μέρη απ’ όπου υποτίθεται δεν έχει ξαναπεράσει άνθρωπος. Προφανέστατα παγιδεύονται, δημιουργούνται έριδες και, πολύ χειρότερα, ανακαλύπτουν πως δεν είναι μόνες σ’ αυτή τη δαιδαλώδη σπηλιά…
Είναι μόλις η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του 36χρονου Βρετανού Νιλ Μάρσαλ, κι όμως κατορθώνει κάτι ιδιαίτερα δύσκολο για ένα είδος κορεσμένο: να δημιουργήσει μία από τις πιο δυνατές ταινίες τρόμου που έχουμε δει εδώ και δεκαετίας, μπολιάζοντας στο εσωτερικό της επίπεδα βαθύτερης ανάγνωσης που μπορούν να σε σοκάρουν περισσότερο κι από τις πιο αιματοβαμμένες σεκάνς του! Αυτό, πραγματικά, δεν το βλέπεις συχνά. Γι’ αυτό και η «Κάθοδος» ξεχωρίζει ανάμεσα στις υπόλοιπες ανατριχίλες του συρμού. Γιατί σου κάνει κακό στο μυαλό! Αφού πρώτα σε κάνει να φτύσεις αίμα στο κάθισμά σου…
Το πρώτο μισό της ταινίας χτίζει μια ένταση πειστικότατη και σχεδόν ανυπόφορη, ακόμη κι αν δεν έχεις πρόβλημα κλειστοφοβίας. Ο Μάρσαλ σε υποβάλλει λειτουργικότατα στην ατμόσφαιρα εντεινόμενου πανικού, καθώς οι έξι γυναίκες συνειδητοποιούν πως έχουν χαθεί μέσα στη σπηλιά, και στήνει ένα ψυχολογικό θρίλερ – δράμα χαρακτήρων που στρέφεται διαρκώς γύρω από τον κεντρικό άξονα της Σάρα, η οποία ακόμη δεν έχει ξεπεράσει το χαμό συζύγου και μικρής κόρης σε αυτοκινητικό (η πρώτη σκηνή που θα σε ταρακουνήσει στην αίθουσα). Από τη στιγμή που ο φακός του αρχίζει να αποκαλύπτει τα πλάσματα που κατοικούν στη σπηλιά, δίνοντάς σου ύπουλα clues για την καταγωγή τους, μπορείς να γαντζωθείς από οτιδήποτε βρεις κοντά σου ή να το βάλεις στα πόδια ουρλιάζοντας. Γιατί η «Κάθοδος» δεν χαρίζεται σε κανέναν. Ακόμη κι αν από κάτω κρύβεται ένα κοινωνιολογικό σχόλιο που θα σε χτυπήσει γερά στο στομάχι, οι δοκιμασίες και στο θέαμα δεν στερούνται… ανακατέματος στην κοιλιακή χώρα! Ας μαρτυρήσω μονάχα πως από την πρώτη επαφή με τις έξι γυναίκες είναι προφανές ότι τα πλάσματα δεν τις βλέπουν σαν εχθρούς ή εισβολείς, αλλά θηράματα που πρέπει να κυνηγήσουν για να φάνε. Και δεν μιλάμε για μία απλή αντιστροφή στον κανόνα του άνθρωπος κυνηγάει ζώο…
Για να μην διαλύσω το σασπένς, δεν θα προχωρήσω σε άλλες λεπτομέρειες γύρω από την πλοκή. Απλά, ως fan του είδους, θα ομολογήσω πως η ταινία με βρήκε εντελώς απροετοίμαστο, μου προκάλεσε δυσφορία σε αρκετές στιγμές και επιφυλάσσει για φινάλε κάτι απίστευτα τραγικό και νοσηρό μαζί, το οποίο θα κρατήσεις μέσα στο μυαλό σου για καιρό. Extra credit στο τρομακτικό κιαροσκούρο του φωτογράφου Σαμ ΜακΚάρντι και στον ήχο που συμπληρώνει ύπουλες δόσεις αγωνίας, ειδικά όταν το σκοτάδι δεν σ’ αφήνει να δεις σχεδόν τίποτα! Κανένα περαιτέρω σχόλιο για σκηνοθεσία και την σεναριακή ιδέα του Μάρσαλ, ο οποίος μετατρέπει την «Κάθοδο» σε ένα από τα πιο ολοκληρωμένα έργα του είδους για το βρετανικό σινεμά και μία εμπειρία που κινηματογραφικά δεν βρίσκει εύκολα όμοιό της. Ως τελική συμβουλή, μην περιμένεις να δεις τον τρόμο σαν χαβαλέ. Οι ευαίσθητοι θεατές (και κυρίως οι γυναίκες) καλύτερα να απέχουν… Πόσο παράδοξο ακούγεται αυτό για μία από τις σημαντικότερες γυναικείες ταινίες της χρονιάς!