SOLO: A STAR WARS STORY (2018)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ρον Χάουαρντ
- ΚΑΣΤ: Άλντεν Έρενραϊχ, Εμίλια Κλαρκ, Ντόναλντ Γκλόβερ, Γούντι Χάρελσον, Τάντι Νιούτον, Πολ Μπέτανι
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 135'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Χρόνια πριν προχωρήσουν στην Αντίσταση, ο Χαν Σόλο συναντά για πρώτη φορά τον κλασικό συνοδοιπόρο του, τον Τσουμπάκα, ενώ μπλέκει με δοσοληψίες του υποκόσμου, οι οποίες θα τον οδηγήσουν στο πλευρό του διαβόητου τζογαδόρου και απατεώνα Λάντο Καλρίσιαν.
Και φτάνουμε σε ένα σημείο, όπου το πράγμα με τα «Star Wars» αρχίζει να μπερδεύει πολύ. Αρχικά αποκαλούμενο ως ακόμη ένα «spin-off» της διασημότερης διαστημικής saga στην ιστορία του κινηματογράφου, το «Solo» μετατράπηκε σε περίπτωση «origin» ταινίας, η οποία επιχειρεί να μας συστήσει τις βάσεις της (ηρωικής) ύπαρξης του χαρακτήρα τού Χαν Σόλο. Γίνεται, δηλαδή, ένα… κανονικό «prequel» της γνωστής φιλμικής σειράς, αλλά δίχως συνοδευτικό κεφάλαιο στον τίτλο του. Γιατί; Και από ποιο σημείο κι έπειτα θα μπλέκουμε εντελώς τα μπούτια μας με τις συνοδευτικές τής official saga παραγωγές;
Χωρίς να είναι μια κακή ταινία, το «Solo» πάσχει από δύο βασικά ζητήματα: α) αν αφαιρέσεις τα (γνωστά) ονόματα κάποιων ηρώων, δεν αισθάνεσαι ότι τούτο το φιλμ μοιάζει ή μπορεί να ανήκει σε «Star Wars» τίτλο και β) κατά συνέπεια αυτού, η καλλιτεχνική του αξία το προσγειώνει σε ένα επίπεδο basic περιπετειούλας για το είδος του φανταστικού σινεμά. Φυσικά, το έργο θα προσφέρει μια κάποια ικανοποίηση στους φανατικούς τούτου του franchise, καθώς θα μάθουν πώς το όνομα του (ορφανού και βασανισμένου) Σόλο ταίριαξε στον Χαν, πώς κατέληξε να έχει για μόνιμο συνοδοιπόρο τον Τσουμπάκα και πώς απέκτησε το Millennium Falcon. Έξω από αυτό το πλαίσιο, όμως, το «Solo» (ειδικά στο πρώτο του μέρος) μοιάζει με μια ταινία δράσης… βιωμένου Παγκοσμίου Πολέμου (ανοιγόκλεισε τα μάτια σου στα χτυπήματα των laser beams και οι σκηνές των μετώπων θα μπορούσαν να θυμίζουν… όποια δεκαετία του γήινου δυτικού πολιτισμού θελήσεις!), στην οποία η πλοκή δείχνει λίγη και μάλλον όχι και τόσο συναρπαστική.
Τουλάχιστον, υπάρχει εδώ μια διάθεση τιμιότητας στην αφήγηση αποκλειστικά μιας ιστορίας (προφανώς ευθύνη του σπουδαίου Λόρενς Κάσνταν, σεναριογράφου της top ταινίας του franchise, «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται»), δίχως δηλαδή την πληθώρα των παράλληλων υποπλοκών που έχουν παραγίνει ως trend για το είδος τα τελευταία χρόνια, επιχειρώντας περισσότερο να καλύψουν την ασημαντότητα ενός βασικού σκελετού στο εκάστοτε σενάριο. Απλά, το «Solo» δεν διαθέτει τίποτε το καίριο σαν ιστορία, πέραν μίας-δύο σκηνών καταδίωξης που ξεχωρίζουν (άψογα φιλμαρισμένη εκείνη της κλοπής στο εν κινήσει τρένο, έστω κι αν η εξέλιξή της είναι προβλέψιμη έως και κατά προσέγγιση δευτερολέπτου…), θυμίζοντας περισσότερο… επεισόδιο τηλεοπτικής σειράς που σε αφήνει να περιμένεις (ή να ελπίζεις σε) κάτι καλύτερο για την επόμενη εβδομάδα. Ναι, είναι ένα αξιοπρεπές «teaser» που κάποια στιγμή θα έρθει και θα «κολλήσει» επάνω στην υπόλοιπη μυθολογία τού «Star Wars». Και πάλι, όμως, έχω τις επιφυλάξεις μου σχετικά με αυτό, καθώς ενδέχεται να δούμε (με τρομερά αυξητικές τάσεις…) και άλλα «origin» φιλμ χαρακτήρων της original ταινίας, που φοβάμαι ότι θα αφαιρέσουν από το όλο franchise τη μαγεία των πρώτων (και iconic) τίτλων. Για λογαριασμό των ταμείων και μόνο, δηλαδή.
Καθώς ακόμη και οπτικά (ή σχεδιαστικά, αν προτιμάς) το «Solo» δεν μοιάζει με τα υπόλοιπα «Star Wars», με το «άλλοθι» της χρονολογικής τοποθέτησης… πίσω από οτιδήποτε έχουμε παρακολουθήσει στο παρελθόν (αν δεν κάνω λάθος, έστω, διότι κάπου αρχίζω να μπερδεύομαι για το πού ακριβώς βρισκόμαστε, σε μια νοητή timeline της saga), η ταινία μάς συστήνει περιβάλλοντα και κοινωνίες ανθρώπων οι οποίοι βιώνουν περισσότερο εμφανώς από ποτέ την ημερήσια… σκλαβιά και την εξαθλίωση που έχει επιβάλει το σαφώς δικτατορικό καθεστώς της Γαλαξιακής Αυτοκρατορίας, προσθέτοντας ένα τολμηρό πολιτικό point of view στο φιλμ και το franchise, που στο μακρινό παρελθόν απέφευγε να πλησιάσει το στοιχείο της καθημερινότητας και της διαβίωσης εκείνων οι οποίοι αποφάσισαν να στήσουν το δικό τους αντάρτικο. Ξαφνικά, στο «Solo» παρατηρεί κανείς (ίσως για πρώτη φορά μετά το υπόγεια ταξικό σχόλιο της τύπου Μόντε Κάρλο διαστημικής καζινούπολης και του background των πληβείων της στους «Τελευταίους Jedi») μια πιο ουσιαστική οπτικοποίηση και κατανόηση των αιτιών που οδήγησαν στη δημιουργία της περιβόητης Αντίστασης. Ίσως λίγο επιφανειακά ή για όποιον ενδιαφέρεται να «δει» και κάπως βαθύτερα, ακόμη και μια ταινία φαντασίας σαν το πάλαι ποτέ… αθώο σε περιεχόμενο «Star Wars».
Επειδή μιλάμε για ταινία… ομώνυμη, ας πούμε και ότι ο Άλντεν Έρενραϊχ αγωνίζεται να πείσει ως νεαρός Χαν Σόλο, ρισκάροντας την… ήττα της σύγκρισης με τον Χάρισον Φορντ της μνήμης μας, δίχως να χάνει ολοκληρωτικά το παιχνίδι, όμως. Απλά, δείχνει περισσότερο «παιδιάστικος» ως παρουσία, χωρίς τον γνωστό κυνισμό τού χαρακτήρα, ίσως επειδή δεν έχει χάσει ακόμη αυτό που αγαπά (και σίγουρα θα πεθάνει σε κάποιο επόμενο επεισόδιο, διότι ως όνομα δεν το συναντάμε στο μέλλον της «Star Wars» saga…). Βλέπεις, όλη η περίφημη μυθολογία αυτών των ταινιών έχει στηθεί επάνω στο (μελό)δραμα, τις απώλειες, τα τραύματα και τις μάχες που δίνουν οι ήρωές της με ένα άβολο πεπρωμένο. Τίποτε από αυτά δεν υφίσταται στο «Solo». Για μια «Star Wars Story» αυτό είναι σημαντικό ατόπημα. Γιατί αυτή είναι και η Δύναμή της.