OBLIVION (2013)
- ΕΙΔΟΣ: Περιπέτεια Φαντασίας
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζόζεφ Κοσίνσκι
- ΚΑΣΤ: Τομ Κρουζ, Μόργκαν Φρίμαν, Όλγκα Κουριλένκο, Άντρεα Ράιζμποροου
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 126ʼ
- ΔΙΑΝΟΜΗ: UIP
Μηχανικός ρομποτοειδών επιβλέπει τις εγκαταστάσεις μέσω των οποίων αντλείται ενέργεια για να συντηρεί το ανθρώπινο είδος στον πλανήτη Τιτάνα, μακριά από την κατεστραμμένη από επίθεση εξωγήινων Γη. Όταν παρουσιαστούν κρούσματα σαμποτάζ των μηχανών, ο Τζακ θα ανακαλύψει πως πίσω από τις δολιοφθορές δεν κρύβεται απαραίτητα κάποια εξωγήινη απειλή…
Ο Τζόζεφ Κοσίνσκι αγαπά την αρχιτεκτονική, τα computer graphics και τις graphic novels. Το 2010, με το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στο σινεμά («TRON: Legacy»), σχεδόν… «το έληξε»! Αποθέωσε και τα τρία μαζί, με τρόπο τόσο εντυπωσιακό, που δυναμίτιζε κάθε είδους φιλοδοξία και προσμονή δική μας για την εξέλιξή του στο σινεμά. Το «Oblivion» αποτελεί αυτό το δεύτερο, δύσκολο βήμα ενός δημιουργού με εμφανείς εμμονές και σεβασμό στο είδος του φανταστικού. Είναι κάτι που κάνει με συνέπεια, ακόμη κι αν ενίοτε δεν πείθει για τις γνώσεις του στην αφήγηση.
Το πρώτο πράγμα που δείχνει να ενδιαφέρει τον Κοσίνσκι είναι το περιβάλλον της ταινίας. Στο ιδανικά ερημικό τοπίο της Ισλανδίας έχει στήσει έναν πλανήτη Γη έτους… 2077, μετά την ολοκληρωτική καταστροφή, τον οποίο κατοικούν, πλέον, μονάχα υπερσύγχρονα μηχανήματα, δίπλα σε απομεινάρια χτισμένων από τον άνθρωπο εγκαταστάσεων και κτιρίων που κάποτε έσφυζαν από ζωή, με αποθέωση το σχεδόν χαμένο μέσα στο έδαφος Empire State Building. Από την άλλη, η κατοικία του Τζακ, όπως και το ιπτάμενο όχημά του ή κάθε γκατζετιά που χρησιμοποιεί, απογειώνουν το φουτουριστικό design με αισθητική και λειτουργικότητα που σε κάνουν να ονειρεύεσαι τη μελλοντική τους χρήση και στην πραγματική ζωή. Το οπτικό μεγαλείο του «Oblivion» (επιπλέον φωτογραφημένου εκπληκτικά από τον Κλάουντιο Μιράντα της «Ζωής του Πι») όχι απλά μετατρέπεται στον πιο ουσιαστικό χαρακτήρα – πρωταγωνιστή του φιλμ, αλλά και… καταπίνει μέσα του οτιδήποτε έμψυχο τολμά να μοιραστεί το χρόνο παρουσίας μαζί του στην οθόνη.
Το ανθρώπινο στοιχείο, όπως και στο «TRON: Legacy», είναι σαφώς πιο σθεναρό, ψυχρό, υπηρετεί την ιστορία αλλά δεν εξερευνάται εσωτερικά με τόση ακρίβεια ή θέληση. Σε ένα ποσοστό, το μυστήριο και η βαρύτητα των plot twists υποχρεώνουν τον Κοσίνσκι να στραφεί προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά υπάρχουν στιγμές που αυτό μοιάζει περισσότερο με δικαιολογία. Το σίγουρο είναι πως ως δημιουργός σέβεται το genre και δεν τσιγκουνεύεται σε δόσεις φαντασίας, όσο κι αν θέλεις να μειώσεις το ποσοστό πρωτοτυπίας του σεναρίου. Ναι, υπάρχουν λεπτομέρειες που φέρνουν στο μυαλό από το «WALL-E» μέχρι το «Ζωντανός Θρύλος», με μια ερωτική υποπλοκή μνήμης που τολμά να αγγίζει το θεματικό πλαίσιο του «Solaris». Το μέγεθος της δουλειάς ενός καθαρού οραματιστή, όμως, προσπερνά τα όποια μικρά ή και αναληθή κενά της αφήγησης (το «μαύρο κουτί» του σκάφους της Κουριλένκο θα γίνει αντικείμενο στα πιο επιθετικά debates) και θα εκτοξεύσει το θεατή που θα μπει στην αίθουσα αποφασισμένος να ζήσει αυτό το project αγάπης του Κοσίνσκι, το οποίο βασίστηκε σε μια αρκετά παλιότερη graphic novel – ιδέα του ιδίου.
Οι ερμηνείες κυμαίνονται στο όριο της… χρησιμότητας για το story, δίχως πολλαπλά layers σκιαγράφησης προσωπικοτήτων, με τον Κρουζ να κάνει τη δουλειά του ως σωστός επαγγελματίας – και μόνο. Αν προστεθεί η λεπτομέρεια – γεγονός της διαγραφής των αναμνήσεων από τους θνητούς χαρακτήρες, και πάλι ο δεύτερος ρόλος που κρατά το καστ μέσα σε τούτο το σύμπαν έχει τα άλλοθί του. Στο φινάλε, το «Oblivion» είναι μια ταινία που δεν θα μπορέσεις να κατηγορήσεις για ασυνέπεια, κακές προθέσεις ή μη αποτελεσματικότητα του στόχου της. Το όχημά της είναι η φαντασία. Και με αυτήν… «σε στέλνει».