ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΚΑΙ ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ (2018)
(MIA ET LE LION BLANC)
- ΕΙΔΟΣ: Οικογενειακό Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ζιλ ντε Μεστρ
- ΚΑΣΤ: Ντάνια Ντε Βίλιερς, Μελανί Λοράν, Λάνγκλεϊ Κέρκγουντ, Ράιαν Μακ Λέναν
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 98'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD
Τα πάντα αλλάζουν στη ζωή της δεκάχρονης Μία, όταν η οικογένειά της αφήνει το Λονδίνο για να αναλάβει μία φάρμα εκτροφής λιονταριών στη Νότια Αφρική. Η γέννηση ενός λευκού λιονταριού, που θα μεγαλώσει σχεδόν μέσα στο σπιτικό τους, θα ανατρέψει τις σχέσεις όλων τους.
Τα πρώτα πράγματα που θα διαβάσει κανείς στα opening credits αυτής της ταινίας είναι οι… ευχαριστίες προς τις φίρμες Rolex, Moët, Hennessy, Louis Vuitton και το πριγκιπάτο του Μονακό! Θα περίμενε κανείς να ακολουθήσει κάποιο ντοκιμαντέρ ή ένα έργο μυθοπλασίας με θέμα το Grand Prix του Μονακό, όμως εδώ πρόκειται να παρακολουθήσουμε ένα οικογενειακό φιλοζωικό δράμα με τίτλο «Το Κορίτσι και το Λιοντάρι»! Σαστίζεις λίγο. Πριν αρχίσεις να υποφέρεις…
Αν και τίμιο σε σχέση με συνεργάτες (ο γνωστός και ως «γητευτής των λιονταριών» Κέβιν Ρίτσαρντσον είχε την επίβλεψη των τετράποδων πρωταγωνιστών του φιλμ) και πλαίσιο γυρισμάτων (περί τα τρία χρόνια, ώστε να μεγαλώσουν εξίσου η μικρή πρωταγωνίστρια και ο λευκός και σπάνιος star της ιστορίας), τούτο εδώ το με-το-ζόρι-ντοκιμαντερίστικης-δομής έργο μαστίζεται από στερεότυπα «πολιτικής ορθότητας» γύρω από τη μοίρα των άγριων ζώων στις σαβάνες της Νοτίου Αφρικής, με την πλοκή να ουρλιάζει από προβλεψιμότητα, το καστ να έχει μάλλον ξεχάσει τι εστί υποκριτική μπροστά από φακό κάμερας και τη σκηνοθεσία να δίνει νέο νόημα στον όρο «αυτόματος πιλότος». Μέσα σε όλα αυτά, ακόμη και το πανέμορφο λευκό λιοντάρι δείχνει να είναι έτοιμο να πεθάνει από πλήξη (μαζί σου).
Με λίγα λόγια, η Μία έχει ζοχάδες που την πήρανε από το πολιτισμένο Λονδίνο και τους φίλους της για να βρεθεί στη μέση του πουθενά με κάτι λιοντάρια. Ο πατέρας της τα εκτρέφει με το παραμύθι της προστασίας των άγριων ζώων, όμως στην πραγματικότητα πουλάει τα περισσότερα από αυτά σε ντόπιο που δουλεύει με πλούσιους τουρίστες – κυνηγούς, οι οποίοι τα σκοτώνουν στην ψύχρα για να βγάλουν την καλή την αναμνηστική τη selfie. Η Μία θα αρχίσει να συμπαθεί το λευκό λιονταράκι που μπαίνει δειλά-δειλά στο σπιτικό τους, θα το «υιοθετήσει» και η στοργή της προς αυτό θα αλλάξει προς το καλύτερο τον χαρακτήρα της, όμως ο «Τσάρλι» (το τετράποδο) δεν είναι κατοικίδιο και κάποια στιγμή θα αρχίσει να συμπεριφέρεται απειλητικά προς τους ανθρώπους. Η σπανιότητα του ζώου ανεβάζει κατά πολύ την αξία του… σε χρήματα και όταν η Μία γίνεται μάρτυρας δοσοληψίας (του πατέρα της) μετά εκτέλεσης λιονταριού (από λεφτάδες χαζοτουρίστες), θα επαναστατήσει.
Περιέργως, «Το Κορίτσι και το Λιοντάρι» δεν είναι καν όμορφο στο βλέμμα, εικόνες και χρώματα παίζουν διαρκώς στην ίδια βαρετή παλέτα και το μόνο «συναρπαστικό» πράγμα εδώ είναι το να βλέπεις το λιονταράκι να μεγαλώνει σταδιακά, γρυλίζοντας και κάνοντας τούμπες. Τα μηνύματα είναι αστεία, ο παιδαγωγικός ρόλος του έργου δεν υφίσταται καν και τουλάχιστον όσοι γνωρίζουν, θυμούνται ή έχουν δει και ξαναδεί άπειρες φορές το υπέροχο «Born Free» (1966), μπορούν να νιώσουν την πρέπουσα θλίψη, καθώς αυτό εδώ το άτυχο «Λιοντάρι» μόνο συγκινήσεις δεν προσφέρει στους θεατές του σήμερα. Αν έχετε παιδιά, να τους προσφέρετε αυτό το δώρο και να τα βάλετε να παρακολουθήσουν… την ταινία του ’60.