FINGERNAILS (2023)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Χρήστος Νίκου
- ΚΑΣΤ: Τζέσι Μπάκλεϊ, Ριζ Άχμεντ, Τζέρεμι Άλεν Γουάιτ, Λουκ Γουίλσον
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 113'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: Apple TV+
Μπορούν τα… νύχια ενός ζευγαριού ν’ αποκαλύπτουν αν η σχέση θα είναι γόνιμη κι ο έρωτας παντοτινός; Ας μας πει το αρμόδιο κομπιούτερ!
Μετά τα… μπαγιάτικα «weird» «Μήλα» (2020), ο Χρήστος Νίκου επιστρέφει με τις ευλογίες της Κέιτ Μπλάνσετ (mon Dieu!) και μια ξένη παραγωγή που ενδέχεται να του στρώνει το χαλί για τη συνέχιση μιας κάποιας διεθνούς καριέρας. (It’s a free world, εντάξει;) If you ask me, εδώ ο Νίκου είναι σαν να μπήκε σ’ ένα φαρμακείο δίχως συνταγή γιατρού, να κατάφερε να πάρει στη ζούλα ένα πακετάκι παυσίπονων Lanthimos, να κατάπιε όλες τις παστίλιες μαζί και… να μην του έκαναν τίποτα! Το ερώτημα που προκύπτει μέσα από τούτη την (προσωπική μου) φαντασίωση είναι το εξής: σε τι θα μπορούσε ν’ αποσκοπεί ο «δημιουργός» με μια τέτοια πράξη; Διότι, εκ του αποτελέσματος, θα την παρομοίαζα με απόπειρα (καλλιτεχνικής) αυτοχειρίας. Που κατέληξε σε σκέτη… πλύση στομάχου.
Το πρόβλημα με το «Fingernails» ξεκινά από το γεγονός ότι ο Νίκου ήδη αντιγράφει (πρωτίστως) τον εαυτό του! Το πλαίσιο δράσης είναι ξανά άτοπο και άχρονο (αν και η πλειοψηφία των τραγουδιών ξεκάθαρα παραπέμπουν σε δεκαετία του ‘80), το production design παλιακό (σε αντίθεση με μια «δυστοπία» που μάλλον επιθυμεί να τοποθετείται στο μέλλον), στην καθοδήγηση της υποκριτικής του καστ κυριαρχεί το αβέβαιο και το απαθές. Πάνω από όλα αυτά, ο Νίκου επιβάλλει έναν τόνο «κλινικά νεκρού», μια (δήθεν) εγκεφαλική ψυχρότητα που παραπέμπει σε ιδέες από έργα του Τσάρλι Κάουφμαν, με κυρίαρχες δόσεις από την «Αιώνια Λιακάδα Ενός Καθαρού Μυαλού» (2004). Όχι ότι είμαι fan της συγκεκριμένης ταινίας, αλλά… διάβολε, εκεί υπήρχε και η οπτικά σουρεαλιστική φαντασία του Μισέλ Γκοντρί!
Με λίγα λόγια, στο «Fingenails» ο έρωτας μπορεί να… διαγνωστεί επιστημονικά από ένα test, μέσω του οποίου οι εθελοντές που θέλουν να πάρουν την απόλυτη απάντηση στο ερώτημα «Μ’ αγαπά;» περνούν από μια σειρά προφορικών «εξετάσεων» και παράδοξων δοκιμασιών, μέχρι την ύστατη στιγμή όπου ένα μηχάνημα θα ελέγξει… δύο ξεριζωμένα νύχια και θα βγάλει την «ετυμηγορία» του ταιριάσματος, η οποία δίνει αποτελέσματα τριών κατηγοριών: της τάξης του 100%, του 50% ή του… φάγατε άκυρο.
Η Άννα είναι ερωτευμένη 100% με τον Ράιαν, όμως, οι κουβέντες που κάνει με τις παρέες της περιστρέφονται διαρκώς γύρω από το test, με την ανησυχητική αμφιβολία ότι η αγάπη της για τον σύντροφό της μπορεί να έχει στερέψει. Θα αισθανθεί μια έλξη για έναν προϊστάμενό της στη νέα της δουλειά (μαντέψτε, είναι… η εταιρεία που έχει σχεδιάσει και πραγματοποιεί το test!) και θα βιώνει καθημερινά μία ψυχολογικά εξαντλητική βάσανο για το… ποιον πρέπει να διαλέξει για να περάσει μαζί του το υπόλοιπο της ζωής της.
Σε αντίθεση με το κινηματογραφικά «διαφορετικό» που θέλει να φορά σαν κορώνα στο κεφάλι του ο Νίκου, η εξέλιξη της (μάλλον φτωχής σε περιεχόμενο) ιστορίας του πατάει πάνω σε κορεσμένα στερεότυπα, τα οποία πάσχουν και από την απουσία της εμβάθυνσης στην προσέγγιση των χαρακτήρων. Επιπλέον, τα ζευγάρια που ακολουθούν το test στην εταιρεία δεν αποκτούν ποτέ βαρύνουσα υπόσταση (πέραν της «χαριτωμένης» κομπαρσαρίας), ούτε και προσθέτουν χρήσιμες υποπλοκές, με αποτέλεσμα να μην περνά εύκολα (ή έστω κάπως ευχάριστα) η χρονική διάρκεια του φιλμ.
Το «Fingernails» είναι ένα έργο που όχι απλά σε κάνει ν’ αμφισβητείς (πια) το ταλέντο του Νίκου, αλλά (ακόμη χειρότερα) σε κάνει να υποψιάζεσαι πως δεν έχει ιδέα από σχέσεις, αν όχι και από… τη ζωή γενικότερα! Ειλικρινά, το δεύτερο μισό της ταινίας το πέρασα σχολιάζοντας χαζές λεπτομέρειες του σεναρίου, με όσο πιο ηλίθια αστείες παρατηρήσεις γινόταν! Συγκράτησα (και θα θυμάμαι πάντα) την ατάκα «Σ’ αγαπώ με όλα μου τα νύχια!». Δεν προέρχεται από το φιλμ, προφανώς. Εκεί το χιούμορ δεν είχε ποτέ σφυγμό…