ΣΤΑ ΑΚΡΑ (2022)
(ENTRE LA VIE ET LA MORT)
- ΕΙΔΟΣ: Δραματικό Αστυνομικό Θρίλερ
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Τζορντάνο Τζεντερλίνι
- ΚΑΣΤ: Αντόνιο ντε λα Τόρε, Μαρίν Βακτ, Ολιβιέ Γκουρμέ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 100'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Νεαρός πέφτει στις γραμμές συρμού του υπόγειου σιδηρόδρομου στις Βρυξέλλες και βρίσκει τραγικό θάνατο. Ο οδηγός του τρένου είναι (διόλου συμπτωματικά!) ο πατέρας του και η υπόθεση περιπλέκεται όλο και περισσότερο όταν η Αστυνομία τον προσεγγίζει, ανακρίνοντάς τον για τις σχέσεις που είχαν το τελευταίο διάστημα, καθώς ο νεκρός ήταν συνεργός μεγάλης ληστείας, η λεία της οποίας είναι άφαντη.
Απλά και βασικά πράγματα. Όλα ξεκινούν από το σενάριο. Ο Τζορντάνο Τζεντερλίνι είναι καλός σεναρίστας. Και αυτό προστατεύει τη δουλειά του (και) πίσω από τις κάμερες. Χωρίς ιδιαίτερες φιγούρες και διάθεση επιδειξιομανούς, παίρνει μια καλογραμμένη ιστορία αστυνομικού μυστηρίου και την ξετυλίγει τίμια στη μεγάλη οθόνη, δίχως ν’ αφήνει ίχνος «ανοιχτών λογαριασμών» ή ασάφειας στην πλοκή ή στο βάθος του μυαλού του θεατή.
Η εναρκτήρια σεκάνς κλωτσάει κάπως (αν το ξανασκεφτείς και μετά το φινάλε), αλλά ξεχνιέται γρήγορα, ως διόλου απαραίτητη. Ο κεντρικός ήρωας, μετά τη σεκάνς της παραλίας, αιμόφυρτος και μ’ ένα όπλο στο χέρι, βρίσκεται έξαφνα στο τιμόνι ενός τρένου, το οποίο οριακά προλαβαίνει να φρενάρει, όταν ένας νέος πέφτει με αποφασιστικότητα πάνω στις γραμμές του συρμού. Ο νεαρός πεθαίνει στο νοσοκομείο, ο άνδρας δείχνει συντετριμμένος, η Αστυνομία εμφανίζεται για να τον ανακρίνει και τότε μαθαίνουμε πως το αυτοκτονικό (;) νεκρό αγόρι ήταν ο γιος του! Και ότι περίμενε για αρκετή ώρα μέχρι να περάσει το συγκεκριμένο τρένο. Ο πατέρας, όμως, έχει να τον δει εδώ και χρόνια, είχαν ξεκόψει εντελώς, μητέρα δεν υπάρχει (είχε αποβιώσει στην Ισπανία προ καιρού) και το νέο ότι το αγόρι συμμετείχε σε οργανωμένη ληστεία κάπου σοκάρει τον πατέρα. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η λεία της ληστείας έχει εξαφανιστεί και την αναζητούν ακόμη και τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας που την οργάνωσε!
Η ιστορία χτίζεται με συνέπεια και ανατροπές που ανανεώνουν το ενδιαφέρον του θεατή, οι δόσεις του σασπένς είναι ικανοποιητικές, μα ο Τζεντερλίνι μας επιφυλάσσει ως ακόμη πιο ευχάριστη έκπληξη ένα δίπολο γονικής καθοδήγησης… gone wrong, όταν μας αποκαλύπτει πως η ντετέκτιβ που διερευνά την υπόθεση της συμμορίας είναι και κόρη του επιθεωρητή / αρχηγού της Υπηρεσίας της! Όλος αυτός ο σχεδιασμός φανερώνει το ενδιαφέρον να υπάρξει κι ένα παραπανίσιο βάθος στην ανάπτυξη και τον ψυχισμό των χαρακτήρων, οι οποίοι «βράζουν» από συναισθήματα ανικανοποίητου και τραυματικές εμπειρίες του παρελθόντος που τους φέρνουν διαρκώς αντιμέτωπους με τον πόνο μέσα τους.
Δεν θα μπω σε άλλες λεπτομέρειες γύρω από τη δράση του φιλμ, που διαθέτει ουκ ολίγες υποπλοκές ακόμη στο «τσεπάκι» του, πάντοτε ενθυμούμενο και το από πού ξεκίνησε και το που πρέπει να καταλήξει η κάθε ανατροπή του σεναρίου, το οποίο δεν αφήνει τίποτα να αιωρείται στο κενό (ακόμη και μέχρι τελευταίου πλάνου, με μια θαυμάσια… χιουμοριστική υπενθύμιση γύρω από τον κεντρικό ήρωα!). Ο Τζεντερλίνι φρεσκάρει με εξυπνάδα το παραδοσιακό μοτίβο της εκδίκησης (ενός πατέρα), φανερώνοντας διαρκώς αναπάντεχες (και δραματικές) τροπές στο καταστασιακό των σχέσεων των χαρακτήρων του. Υπήρχαν στιγμές που μου έφερνε στο νου το περσινό και εξαιρετικό «Κανένας» (το οποίο εδώ παραγνωρίστηκε τόσο άδικα από κριτική και κοινό). Εννοείται πως δεν το πλησιάζει με τίποτα σαν κατασκευή, όμως, και το… πιο minimal έχει τη χάρη του, ειδικά αν η γραφή του το υποστηρίζει.