FreeCinema

Follow us

Μεγάλωσα σε μια εποχή δίχως internet, με εφημερίδες, κυρίως, δύο τηλεοπτικά κανάλια και λιγοστά ραδιόφωνα. Αγάπησα το σινεμά από νωρίς και με κάθε τρόπο προσπαθούσα να βλέπω όλο και περισσότερες ταινίες ή να ενημερώνομαι γι’ αυτές. Τις Κυριακές, τα μεσημέρια, έκανα σαν το δαιμονισμένο παιδάκι στην «Προφητεία» μπροστά σε εκκλησία όταν οι γονείς μου επιχειρούσαν να με βγάλουν από το σπίτι! Ήταν η μέρα των «Νέων της Οθόνης», μιας ημίωρης εκπομπής στην οποία ο Ίων Νταϊφάς παρουσίαζε τις νέες ταινίες που θα κυκλοφορούσαν στις αίθουσες από τη Δευτέρα (τότε άλλαζαν τα έργα εκείνα τα χρόνια). Δεν ήταν μια εκπομπή κριτικής. Απλά, έπαιζε τα trailers των ταινιών της εβδομάδας, λες και είχες πάει σινεμά κι έβλεπες τα προσεχώς. Με μια μικρή δόση λογοκρισίας, φυσικά, λόγω της ώρας μετάδοσης… Σε ασπρόμαυρο. Για μισή ώρα, ένα παιδί που μαγευόταν από αυτό το τεράστιο ψέμα του σινεμά, δεν είχε καλύτερο. Δεν είχε τίποτε άλλο να περιμένει κάθε εβδομάδα, κάθε Κυριακή μεσημέρι.

Το κινηματογραφικό πρόγραμμα των δύο καναλιών της ΕΡΤ πρόσφερε τότε ταινίες της κλασικής περιόδου του Χόλιγουντ, δίχως τα σημερινά taboo της τηλεθέασης που εξορίζουν οτιδήποτε παλιό ή ασπρόμαυρο. Δίχως την ύπαρξη του εναλλακτικού home entertainment, του VHS ή του οικιακού Beta, μαζί με όλα τα formats που ακολούθησαν, το Σαββατόβραδο διασκέδαζε όλη την οικογένεια με τις γνωστές επιτυχίες της Φίνος Φιλμς, που όσες φορές και να έπαιζαν, όλοι καθόντουσαν καρφωμένοι μπροστά στην τηλεόραση και τις ξανάβλεπαν. Ακόμη κι αν τις είχαν δει και στον κινηματογράφο. Εκεί οφείλεται η αγάπη του μεγάλου κοινού προς αυτό το σινεμά, το περήφανα λαϊκό, εμπορικό, ελληνικό σινεμά. Για τον απλό άνθρωπο, αυτή ήταν η δωρεάν διασκέδαση που έφτανε σε κάθε άκρη της Ελλάδας, εκεί όπου μπορεί να μην υπήρχαν κινηματογράφοι ή και… τηλεοπτικές συσκευές στα σπίτια. Ένα καφενείο ή μια ταβέρνα με τηλεόραση μπορούσε να αναλάβει αυτό το ρόλο.

Πήγαινα και σινεμά, συνέχεια, από τα χρόνια του δημοτικού σχολείου κιόλας. Άρχισα να διαβάζω κριτικές, ανακάλυψα πως με το Αθηνόραμα μπορούσα να γνωρίζω τι θα παίζουν οι κινηματογράφοι ολόκληρη την εβδομάδα, χωρίς να περιμένω καθημερινά τον πατέρα μου να γυρίσει από τη δουλειά για να του γραπώσω την εφημερίδα από τα χέρια. Στις καλοκαιρινές διακοπές μπορούσα να βλέπω τα «ακατάλληλα» έργα, δίχως την αυστηρότητα των ταμείων στην Αθήνα και η κινηματογραφική μου παιδεία έβαινε καλώς.

Το μεγαλύτερο κινηματογραφικό φροντιστήριο στα νιάτα μου υπήρξε η ΕΡΤ και οι «εβδομάδες σκηνοθετών» των αθηναϊκών θερινών κινηματογράφων. Το 1982, η πρώτη παρουσιάζει την «Κινηματογραφική Λέσχη». Μεσάνυχτα Παρασκευής. Με τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο να προλογίζει και να αφήνει το στίγμα του στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης (μη σου πω και της pop κουλτούρας!). Αμέτρητα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, μέσα από μια τηλεοπτική «εκπομπή» που ακόμα και στα χρόνια του VHS δεν αντικαταστάθηκε από τίποτε καλύτερο. Αντιθέτως, η εγγραφή των ταινιών αυτών σε βιντεοκασέτες, σταδιακά, δημιούργησε τις πρώτες μας συλλογές ταινιών στο σπίτι. Ταινιών που δεν θα έβρισκες στο video club της γειτονιάς, γιατί τις περισσότερες φορές ήταν ασπρόμαυρες ή δε μιλούσαν αγγλικά…

Οι επόμενες γενιές μπορεί να μην αντιλαμβάνονται τι σήμαιναν για εμάς όλα αυτά ή το ρόλο που έπαιξαν για την κινηματογραφική μας εκπαίδευση. Η λέξη «εκπαίδευση» σήμερα μοιάζει με πολυτέλεια, άλλωστε. Μια ταινία μπορεί να «κατεβεί» μέσα σε λίγα λεπτά και να την παρακολουθήσει κανείς ακόμη και μέσα από ένα κινητό τηλέφωνο… Τα πράγματα χάνουν την αξία, το μέγεθός τους και την ουσιαστική διάρκεια στη μνήμη του… καταναλωτή.

Η «ελεύθερη» τηλεόραση από νωρίς έδειξε πως δεν ήρθε για να αντιγράψει το μοτίβο των καναλιών της ΕΡΤ. Το κινηματογραφικό της πρόγραμμα βασίστηκε πάνω σε αποδόσεις τηλεθέασης, έστειλε στο πυρ το εξώτερο τις μη αγγλόφωνες παραγωγές (ή αναζητούσε μεταγλωττισμένες στα αγγλικά κόπιες των πιο εμπορικών επιτυχιών!), εξαφάνισε το κλασικό και το καλλιτεχνικό, διαμέλισε το κινηματογραφικό προϊόν με τα συχνά διαφημιστικά διαλείμματα. Δεν καταδικάζω το εμπορικό. Αλλά επιθυμώ να αναζητώ και το διαφορετικό. Ελεύθερος.

Εδώ και χρόνια προτιμώ να έχω την τηλεόραση κλειστή. Αποφεύγω την κατάντια και τους εκνευρισμούς. Το σινεμά, πέρα από αγάπη, εδώ και μερικές δεκαετίες, έγινε και μέρος της δουλειάς μου. Το «όχημα» άποψης, διαβίωσης, πάντοτε και διασκέδασης. Μου «ανήκει» πριν καν φτάσει στην τηλεόραση. Την οποία ανοίγω για να παρακολουθώ ταινίες, σχεδόν αποκλειστικά. Κατά κάποιο τρόπο, έχω συνηθίσει την εικόνα του μαύρου στην οθόνη της τηλεόρασης μου. Αλλά είναι επιλογή δική μου. Ζω σε μια Δημοκρατία και μπορώ να επιλέγω αυτό το πάτημα του ON/OFF κουμπιού. Όποτε αποφασίζω να πατήσω αυτό το κουμπί, λοιπόν, οι αριθμοί 1, 2 και 3 στο remote control μου θα αντιστοιχούν στην ΕΤ1, στη ΝΕΤ και στην ΕΤ3. Για πάντα. Διότι διαθέτω μνήμη, σκέψη και παιδεία. Αυτή είναι η Ιστορία μου.

TAGS: