ΜΑΝΤΕΨΕ ΠΟΙΟΣ ΗΡΘΕ ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΣΟΥ; (2019)
(FÊTE DE FAMILLE)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Σεντρίκ Καν
- ΚΑΣΤ: Κατρίν Ντενέβ, Εμανουέλ Μπερκό, Βενσάν Μακέν, Σεντρίκ Καν, Λουάνα Μπαρζαμί
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 101'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: FILMTRADE
Η οικογενειακή μάζωξη για τον εορτασμό των εβδομηκοστών γενεθλίων της μαμάς παίρνει άβολη τροπή, όταν σε αυτήν καταφθάνει η ψυχολογικά ασταθής και εξαφανισμένη τα τελευταία χρόνια κόρη της.
Η εξοχική κατοικία αποτελεί για τον κινηματογράφο συνήθη τόπο ξετυλίγματος των ενίοτε περίπλοκων συγγενικών σχέσεων, με (ίσως) πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την «Οικογενειακή Γιορτή» (1998) του Τόμας Βίντερμπεργκ. Τούτη η νέα ταινία του Σεντρίκ Καν, με την οποία ο Γάλλος σκηνοθέτης επανακάμπτει στις ελληνικές αίθουσες έπειτα από την «Καλύτερη Ζωή» (2011), δεν μπαίνει σε τόσο ζοφερά μονοπάτια όσο εκείνα του Δανού auteur, διατηρεί όμως την οικογενειακή εστία στο επίκεντρο του… ξεκατινιάσματος των αγαπημένων (υποτίθεται) μελών της.
Τα πάντα δείχνουν να πηγαίνουν ρολόι στις ετοιμασίες της γιορτής των γενεθλίων της μητέρας της φαμίλιας, στο όμορφο σπίτι της στη γαλλική εξοχή. Οι δύο γιοι της μετά συζύγων, παιδιών και συντρόφων έχουν αναλάβει τη διακόσμηση και το στρώσιμο του τραπεζιού, η ίδια μαζί με τον άντρα της τα της μαγειρικής, η δε έφηβη εγγονή της, που φαίνεται πως γνωρίζει καλά τα κατατόπια του σπιτιού μιας και συχνά μένει εκεί, δηλώνει παρούσα. Η ξαφνική μπόρα, που θα αναγκάσει άπαντες να μαζευτούν από τον όμορφο κήπο προς το εσωτερικό, λειτουργεί μάλλον σαν προμήνυμα της «καταιγίδας» που βρίσκεται προ των πυλών. Η επί χρόνια διαμένουσα στις ΗΠΑ κόρη της εορτάζουσας μαμάς (από τον πρώτο της γάμο) ειδοποιεί πως έρχεται για επίσκεψη, γεγονός που δημιουργεί έκπληξη και απορία τόσο στους γονείς όσο και στ’ αδέλφια της. Η Κλερ δεν ήταν ποτέ ο πιο εύκολος άνθρωπος του κόσμου, πάσχει (εμφανώς) από ψυχολογικά προβλήματα τα οποία την κάνουν να έχει μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά, οι δε (οικονομικής φύσεως) αιτήσεις που εγείρει άμα τη αφίξει της, οδηγούν το οικογενειακό τραπέζι στο να απολέσει εν πολλοίς τον εορταστικό του χαρακτήρα.
Το σενάριο που ο ίδιος ο σκηνοθέτης Σεντρίκ Καν έχει γράψει, ισορροπεί ανάμεσα στην κομεντί και το δράμα. Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος, το κουπί τραβάει ο έχων καλλιτεχνικές ανησυχίες Ρομάν (Μακέν), ο οποίος επιμένει να μαγνητοσκοπήσει την οικογενειακή μάζωξη του weekend στο πλαίσιο αμφιλεγόμενου ντοκιμαντέρ που έχει στα σκαριά. Η εκκεντρικότητα του χαρακτήρα του θα τον φέρει σε σύγκρουση με τον ορθολογιστή αδελφό του, Βενσάν (Καν), ο οποίος αποτελεί μεν την ήρεμη δύναμη της φαμίλιας, κουβαλά όμως κι αυτός τα επαγγελματικά του προβλήματα. Από την άλλη, σε ό,τι έχει να κάνει με τις δραματικές πινελιές, τα φώτα πέφτουν στην ψυχολογική αστάθεια της νευρωτικής Κλερ (Μπερκό). Εξερευνά την υπερβολή του χαρακτήρα της με ειλικρίνεια ο Καν, κρατώντας αποστάσεις από την εύκολη γραφική απεικόνιση μιας διαταραγμένης προσωπικότητας. Τα μυστικά του παρελθόντος που βγαίνουν στην επιφάνεια κι έχουν να κάνουν με τη ζωή της στην Αμερική, όσο και η απόφασή της να επιστρέψει στην πατρίδα, δεν αποτελούν κάτι το εξεζητημένο, αλλά βασίζονται σε οικονομικής φύσεως θέματα (και δη κληρονομικού τύπου), που τα κάνουν να μοιάζουν προσιτά και αληθοφανή. Ένεκα της εν γένει απρόβλεπτης συμπεριφοράς της, όμως, έχει έναν κάπως ιδιαίτερο τρόπο να τα θέτει επί τάπητος.
Το πρόβλημα είναι πως μένει σταθερά στα ρηχά ο Καν, αδυνατώντας να μπει στο ζουμί της σχέσης της Κλερ τόσο με τη μητέρα της, όσο και με την κόρη της (η οποία έχει μια σαφέστατα αρνητική διάθεση εναντίον της). Η Κατρίν Ντενέβ στον ρόλο της ευτυχισμένης μαμάς μένει χαρακτηριστικά αμέτοχη στα τεκταινόμενα προσπαθώντας να μην χαλάσει την καρδιά κανενός, τόσο που στο τέλος η παρουσία της καταλήγει να μοιάζει… αόρατη. Η τσαμπουκαλού έφηβη κόρη Εμά, που έχει πολλά μαζεμένα για τη μάνα της, αφού αυτή ουσιαστικά την εγκατέλειψε ώστε να κάνει το κομμάτι της στην Αμερική, ουδεμία διάθεση δείχνει για ουσιαστική σύγκρουση επίσης. Μένει έτσι η Κλερ ν’ αλωνίζει μέσα κι έξω από το οικογενειακό σπίτι, προβάλλοντας αιτιάσεις που όσο παράλογες ή άτοπες και να μοιάζουν, αντιμετωπίζονται με συγκατάβαση, μιας και ουσιαστικός αντίλογος δεν υπάρχει στον ορίζοντα. Κερδίζει τη σχετική συμπάθεια του θεατή η άσωτη κόρη, αφού η υστερία της δείχνει (ανά στιγμές) αρκετά πιο λογική από τα μυαλά των υπολοίπων (ειδικά από εκείνα του αδελφού της, Ρομάν), όμως δεν αρκεί αυτό ώστε τούτο το οικογενειακό τραπέζι να αποκτήσει αληθινή χάρη.