FreeCinema

Follow us

ΣΟΥΠΑ ΜΟΝΤΟ (2018)

(SUPA MODO)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Λικάριον Γουαϊνάινα
  • ΚΑΣΤ: Στάισι Γουαγουέρου, Μαριάν Νούνγκο, Νιαγουάρα Ντάμπια, Τζόνσον Τσέγκε
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 74'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΝΕΑΝΙΚΟ ΠΛΑΝΟ

Μινιόν κι εβένινο κατά φαντασία Supergirl με deadline πιστεύει ότι «οι υπερήρωες δεν πεθαίνουν». Μην το λες…

Μία από τις μόλις δύο μεγάλου μήκους που ολοκληρώθηκαν το 2018 στη μαστιζόμενη από ανυπαρξία οικονομικής στήριξης της εθνικής κινηματογραφίας Κένυα, το «Σούπα Μόντο» ωφελήθηκε διπλά από τον γερμανικό παράγοντα. Πρώτα όταν επελέγη ως το έκτο υλοποιήσιμο σχέδιο της ίσως γνωστότερης φιλανθρωπικής της μεγάλης οθόνης, της One Fine Day του Τομ Τίκβερ, που εκπαιδεύει σε εργαστήρια κατά συρροή filmmakers της Μαύρης Ηπείρου και συμπαράγει σενάριά τους. Έπειτα όταν έκαψε καρδιές στο περσινό Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου απέσπασε ειδική μνεία στο διαγωνιστικό τμήμα Generation, προτού εξελιχθεί σε αγαπημένο τίτλο δεκάδων διοργανώσεων και των θεατών ανά τον πλανήτη. Κατανοητό το τουμπάρισμα του μέσου κοινού, ειδικά του πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, δεδομένης της ευαίσθητης και χαριτωμενούτσικης μίξης οικογενειακού melo ασθενείας και φόρου τιμής στην ίδια την Έβδομη Τέχνη και δη του superhero βραχίονά της. Υπερβολικός ο θόρυβος, ειδικά ο κριτικός, για ένα ντεμπούτο που οι αδυναμίες του θα είχαν επισημανθεί πολύ πιο αλύπητα αν δεν ήταν τόσο τσαχπινογαργαλιάρικα αυτοαναφορικό και δεν προερχόταν απ’ τον Τρίτο Κόσμο. Εκτός αν θεωρείται άκρον άωτον είτε της έμπνευσης είτε της επιδεξιότητας το «Ο Όσκαρ και η Κυρία με τα Ροζ» του Ερίκ Εμανουέλ Σμιτ όπως θα το διασκεύαζε στο πλαίσιο του ρεύματος του αφροφουτουρισμού ο Μισέλ Γκοντρί.

Η 9χρονη Τζο, με αγάπη στους χαρακτήρες με υπερδυνάμεις των comics και των actioners, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τους φίλους της στην πτέρυγα ανηλίκων της ογκολογικής κλινικής όπου νοσηλεύεται όταν ο γιατρός πληροφορεί τη μαμά της ότι το κορίτσι δεν έχει πάνω από δύο μήνες ζωής. Η γυναίκα δεν θέλει η μικρή να σβήσει εκεί μέσα και την παίρνει για κατ’ οίκον νοσηλεία πίσω στο χωριό, εγκαταλείποντας προσωρινά το λειτούργημα της τοπικής μαμής. Η φοιτήτρια κόρη της διαφωνεί και πίσω απ’ την πλάτη της, για να δώσει χαρά στην αδελφούλα της, στήνει ένα σε εκθετικό βαθμό ακίνδυνων(;) κασκαντών παιχνίδι με τη συνδρομή των υπόλοιπων κατοίκων. Σε αυτό, η ανύποπτη κορασίδα πρωταγωνιστεί περιχαρής έχοντας το πάνω χέρι σε όποιο ανδραγάθημα απαιτείται, επιδεικνύοντας ικανότητες τόσο εξωπραγματικές όσο κι εκείνες των μυθοπλαστικών ινδαλμάτων της. Τι μπορεί να τη σταματήσει: η μάνα που τη γέννησε, η ανεπανόρθωτα κλονισμένη υγεία, μια… ταινία, όλες πάνω της;

Πώς φέρεσαι σε κάποιον που λατρεύεις, τον σφίγγεις σου και τον πνίγεις στα φιλιά ή τον αφήνεις ν’ αναπνεύσει ελεύθερος με κίνδυνο να σου φύγει; Συγκεκριμένα: πώς στέκεσαι σ’ έναν οικείο μελλοθάνατο, του παρέχεις ανακούφιση και προστασία ή προσποιείσαι ότι δεν τρέχει κάστανο και κάνεις αξέχαστες τις τελευταίες του στιγμές πάση θυσία; Αυτή είναι η (έκπαλαι διατυπωμένων ερωτήσεων στο φιλμικό category «επάρατος») τραμπάλα, το παιδαγωγικό και παρηγορητικής φροντίδας debate, πάνω στην οποία ο τηλεορατζής Γουαϊνάινα στήνει το διόλου νοσηρό αλλά πάσχον σώμα τού αφηγήματός του, το οποίο, δίνοντας δίκια… προοδευτικά και στις δύο σχολές («άσ’ το παιδί να παίξει, καημένη!» vs «ναι αλλά μη μας πεθάνει κιόλας, μωρή!»), αντί να εξισορροπεί, αποσταθεροποιεί και καλά με γνώση των Συμπληγάδων της ανθρώπινης συνθήκης, σχεδόν διδακτικά εις διπλούν. Και σήμαντρο του πώς η περιδεής προοπτική της εκδημίας κρατάει με το ένα πόδι στον τάφο τούς ζωντανούς, και ρέκβιεμ γυναικείας ενδυνάμωσης υπέρ της εμπνευστικής ισχύος των σωστών σύγχρονων προτύπων, και πιθανώς αλληγορία περί της sine qua non ομοψυχίας ενός έθνους σπαραγμένου εμφύλια πολλάκις, το «Σούπα Μόντο» καρκινοβατεί ακόμη κι ηθογραφικά ρεβιζιονιστικά, καυτηριάζοντας τις οπισθοδρομικές κοινωνικές αντιλήψεις, όταν η μεγάλη θυγατέρα βγάζει κακό όνομα επειδή θεάθηκε σε ιδιοκτησίας ντόπιου ανθυπο-Ταραντίνο σκοτεινή αίθουσα προβολής επαναμονταρισμένων DVD δράσης με θαμώνες αποκλειστικά άνδρες και το βαρεμένο με τα «έργα» πιπινάκι.

Αυτό το «μάτι» στη βιοτεχνία ονείρων των εικόνων, σ’ ένα επίδοξο Νόλιγουντ έξω απ’ το Ναϊρόμπι, σκυταλοδόχος του σκίτσου της δύναμης της ενότητας μιας κοινότητας στο πλάι του πιο αδύναμου μέλους της μέχρι την έσχατη στιγμή (με τον ύστατο αποχαιρετισμό προς τη star της ν’ ακούγεται στην ίδια σινεματζίδικη… εκκλησία του Δήμου), γίνεται τελικά το συμπαθές, οιονεί πραγματολογικό αντίβαρο στις family εντάσεις και αποσυμπιέσεις συγκίνησης που πυροδοτεί η συνωμοσία υπέρ του girl power φρονήματος της Τζο, καθώς πολλαπλό μυέλωμα σιλουετών (η μαία που φέρνει στον κόσμο σώα τα βλαστάρια των άλλων πέπρωται να χάσει το δικό της), μελάνωμα δραματουργίας (μια συμπτωματική αμφισημία για το αίφνης πιθανώς υπαρκτό των υπερ-ικανοτήτων της πιτσιρίκας), λευχαιμία ερμηνειών (το μονοσήμαντο σεκλέτι της Νούνγκο) και γυψοπρίονο continuity (η δίκην σφάχτη συντόμευση μετά το παραλίγο τροχαίο και το σκαστό) πονάνε λιγότερο ή περισσότερο σε κρούσματα οφθαλμό και μυαλό. Ούτε το σενάριο ούτε η σκηνοθεσία είναι ανάπηρα, παρά την περιστασιακή μετάσταση του πρωτολείου και σε κοντά στο γλυκερό τόνους κι εξωραϊσμό έμψυχων ή άψυχων διακόσμων. Η δύναμη της αυθυποβολής της διασκέδασης ή της τέχνης συλλαμβάνεται μαζί με το προαίσθημα της αθώας καρδιάς σχεδόν συνταρακτικά σ’ εκείνο το «το ξέρω ότι δεν είναι αληθινά όλα αυτά», η μάστιγα της Μπόκο Χαράμ μαστιγώνεται σωστά πλάγια στην υπόθεση του μείζονος film-within-the-film, το «στρατιωτάκια ακούνητα, ακίνητα κι αγέλαστα» συναντάει το «Paris qui Dort» του Ρενέ Κλερ στον πιο grande άθλο, το διάπλατο χαμόγελο είναι το καθόλου μυστικό όπλο της Γουαγουέρου, ένα ημιτόνιο ονείρου προετοιμάζει ακουμπητικά αιθέρια το σκάσιμο της δραματικής κορύφωσης γυρίσματος (#diplhs). Αλλά το αρρωστάκι με την πάρτη του ούτε για το Make a Wish, που λέει ο λόγος, δεν μπορώ να το παραστήσω. Ίσως είμαι αθεράπευτα γριά, ίσως δεν μπορώ να ξεπεράσω ότι το μακράν καλύτερο προπέρσινο «I Am not a Witch» της Ρουνγκάνο Νιόνι δεν εισήχθη εμπορικά στην Ελλάδα. Πώς είναι η συγγνώμη στα Κισγουαχίλι ή τα Κικούγιου;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Θα προσβάλλει με την καλή έννοια τα fan club των χάρτινων ειδώλων (αν αντέχουν τη λυπητερή θέματος) και τον Σύλλογο Ελπίδα. Θα προσβάλλει με την κακή έννοια τους πιο κυνικούς και τους art-houseάδες. Καλοήθης arte povera δουλειά, ανεκτή εναλλακτική αγωγή στην επιδημία των κινούμενων σχεδίων για τέκνα και κηδεμόνες με φιλική στο ethnic ή γενικά κουλτούρα. Αν είσαι multiplexάς κι ο οργανισμός σου τραβάει το κλάμα ή περιμένεις ένα ανήλικο θηλυκό «Black Panther», θα βαρέσεις στέρηση. Αν είσαι μετά τα δεύτερα -ήντα, ανήκει στη σχολή «for kids», δηλαδή σε παίρνει καταστασιακά απ’ το χεράκι κι οι παθογένειές του γίνονται αισθητές αν κι όχι επώδυνα. Wonder Woman και Captain Marvel, δεν κινδυνεύετε επίσης.


MORE REVIEWS

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΝΗΤΗ ΤΩΝ ΠΙΘΗΚΩΝ

Μετά το τέλος της βασιλείας του Σίζαρ, οι φυλές των πιθήκων αδυνατούν να συνυπάρξουν ειρηνικά κι αναζητούν τον επόμενο ηγέτη τους, παράλληλα με την άνιση σχέση που έχουν αναπτύξει με τους εναπομείναντες ανθρώπους. Όταν ο Νόα δει το κοπάδι του να ξεκληρίζεται από την ομάδα του μοχθηρού Πρόξιμους, θα ξεκινήσει ένα μεγάλο ταξίδι εκδίκησης και αυτογνωσίας.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΔΕΙΝΟΣΑΥΡΩΝ

Δύο έφηβοι επιβιβάζονται κατά λάθος σε εξωγήινο διαστημόπλοιο, το οποίο αποδεικνύεται… χρονομηχανή που τους μεταφέρει στην εποχή των δεινοσαύρων! Με τους κινδύνους να είναι αμέτρητοι και τον χρόνο να τους πιέζει ασφυκτικά, οφείλουν να βρουν ασφαλή τρόπο επιστροφής στο σπίτι τους.

Ο ΚΑΣΚΑΝΤΕΡ

Κασκαντέρ που «εξαφανίστηκε» από τον χώρο μετά από ατύχημα σε γύρισμα, επιστρέφει στα κινηματογραφικά sets με την ελπίδα να ξανακερδίσει την καρδιά της αγαπημένης του οπερατέρ, η οποία κάνει ποδαρικό ως σκηνοθέτις με sci-fi περιπέτεια στην Αυστραλία. Η παραγωγός του φιλμ, όμως, τον χρειάζεται για κάτι πιο σημαντικό: πρέπει να εντοπίσει τον πρωταγωνιστή που εκείνος αντικαθιστούσε πάντοτε και έχει χαθεί μυστηριωδώς.

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!

ΓΚΑΡΦΙΛΝΤ: ΓΑΤΟΣ ΜΕ ΠΕΤΑΛΑ

Ο Γκάρφιλντ θυμάται τα παιδικά του χρόνια, όταν μια βροχερή νύχτα έχασε τον αλητόγατο μπαμπά του, Βικ, και η μυρωδιά μιας πιτσαρίας τον οδήγησε στην αγκαλιά του μοναχικού Τζον κι ενός παντοτινού σπιτικού, μέχρι να προστεθεί στην παρέα τους και ο αγαθός σκύλος Όντι. Η κανονικότητα των δύο τετράποδων θ’ ανατραπεί όταν πέσουν θύματα απαγωγής και αναγκαστούν να γίνουν πιόνια μιας παράτολμης ληστείας με… δεσμούς από το παρελθόν!