FreeCinema

Follow us

ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΟΥ ΒΟΥΝΟΥ (2019)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Στέλιος Χαραλαμπόπουλος
  • ΚΑΣΤ: Σπύρος Γεωργόπουλος, Σπύρος Ζαμπέλης, Αργύρης Κόγκας, Σπύρος Φωτίου
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 111'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ

Ψωροκώσταινα, πολλά έτη πίσω. Επαρχιώτες μάστορες δρόμο παίρνουν, δρόμο αφήνουν προς εργασίαν. Εχθροπραξίες στην επικράτεια, αλλά όχι μόνο αυτές, τους κρατούν μακριά απ’ τα πατρώα. «Άνδρα μοι ένεπε μούσα πολύτροπον»; Βράχο βράχο τον καημό μου, συγγνώμη κιόλας, όχι…

Ο Αγγελόπουλος Ατρείδες; Ο Χαραλαμπόπουλος Οδύσσεια. Ο Αβδελιώδης τα δάκρυα του μαστιχόδεντρου; Ο Χαραλαμπόπουλος τα δάκρυα του βουνού. Και το «Ηνίοχος» του Δαμιανού, και το «Δεμένη Κόκκινη Κλωστή» του Χαραλάμπους, και το «Μικρές Αφροδίτες» του Κούνδουρου, και τα «Χαμένα Όνειρα» του Κριαλέζε, και το «The Way Back» του Γουίερ, άμα λάχει, αλέθει ο μύλος του χωριού που (δεν) κάνουμε με την τρίτη μυθοπλασία του παραγωγικού και καλλιεργημένου auteur, ο οποίος αίρεται ποιοτικά λίγο πάνω από την καμένη γη τού «Της Πατρίδας μου Η Σημαία» αλλά φυλακίζεται στη νεκρή φύση, όχι των Τζουμέρκων και της Λευκάδας, της απόπειράς του να συνθέσει παραβολικά, στον ίδιο μετα-μύθο και με επιμύθιο «πως το καλό δε σκιάζεται από κακό και κρίμα», την περιπέτεια της συνειδητοποίησης του Ρωμιού δια του νόστου, της Ιστορίας, του αρχέγονου τοπίου.

Το πλέον αξιοσημείωτο, πέρα από 3-4 αυτοτελείς σεκάνς που σε κάποιον βαθμό δονούνται και δονούν, είναι το εύρημα του άλματος πίσω και μπρος στον χρόνο, κατά μισόν αιώνα, στην αρχή και στο τέλος. Ο αείμνηστος Τεό το έπραττε ακόμα και μέσα στο ίδιο πλάνο, ο Χαραλαμπόπουλος το (επι)σημαίνει (για τον θεατή) διακριτά και όμορφα σε αμφότερες τις περιπτώσεις, αν και αφηγηματικά αυθαίρετα στα όρια της ποιητικής φαντασίας: το γύρισμα και τα μέσα του 20ου αιώνα. Το μέσο… μεταφοράς για τον Μάρκο και τους συνταξιδιώτες του, εκτός απ’ τα μουλάρια τους, είναι το έπος του Ομήρου (εδώ ένας βιολιτζής) το οποίο, καθώς βιοπαλεύουν αλάργα απ’ τα σπίτια τους βολοδέρνοντας ελέω μιας διαρκούσας σύρραξης που δεν τους επιτρέπει να γευτούν ξέρεις ποιο ήμαρ, γράφει το δικό τους πεπρωμένο σε κεφάλαια χαλαρά (#diplhs) ξεσηκωμένα από εκείνα των δοκιμασιών του βασιλιά της Ιθάκης και του ασκεριού του την επαύριο του πολέμου της Τροίας.

Πολυμήχανος, όπως ο ήρωας του ραψωδού, ο Χαραλαμπόπουλος δυστυχώς δεν είναι, αλλά όχι επειδή πατάει πολύ επάνω στα χνάρια του αρχαίου ημών προγόνου. (Δεν το κάνει, όχι μόνο γιατί το νεώτερο της εποχής και το εναλλακτικό τού διακόσμου δεν σου φέρνουν αυτόματα ή φορτικά στο μυαλό την «Οδύσσεια» αλλά και γιατί παραλλάσσει επαρκώς τα τεκταινόμενα.) Επειδή «Τα Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου ριγμένα κάπα επάνω απ’ το «Τον Καιρό των Ελλήνων» του Παπαστάθη είναι μοιραίο να σε κατευθύνουν στο ντουβάρι. Επειδή ερασιτέχνες ηθοποιοί μισοσμιλευμένοι ώστε να αρθρώνουν καθαρά και δυνατά αλλά να μην αποβάλουν τον εμφέροντα νατουραλισμό, τελετουργικού ρυθμού ακαμψία στο σταθερών και μετωπικών κάδρων στήσιμο και παίξιμο των περισσότερων σκηνών, και μουσική συχνά μετά τη δράση ως άπελπις προσπάθεια να δημιουργηθεί κάποιο ρίγος είναι τα λάθος αγκωνάρια. Επειδή κοτρόνες έχουν στρωθεί λάθος σ’ αυτό το γιοφύρι της Άρτας που ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν.

Θα το δείτε στο αδέξια απότομο dissolve από ένα νυχτερινό στο ημερήσιο στο ποτάμι, στο μη αληθοφανές της γλιστρίδας του ετοιμοθάνατου και της μούγγας τού παραστέκοντός του, στον δια φλεβόκοψης αυτοχειριασμό τού παραιτημένου γενναίου παρότι δείχνει ν’ αντέχει, στην όψιμη βαρύγδουπη ατάκα «αυτό το αίμα θα μας ενώσει» τη στιγμή που δεν πρέπει. Ενώ αυτοί οι χειροτέχνες κι αθώοι «The Long Riders» στο ανατέλλον πεδίο μάχης καπιταλισμού και σοσιαλισμού (όχι ότι σου το «περνάει» κι αυτό, έκτυπα ή υπαινισσόμενα, όπως θα ‘πρεπε ο Χαραλαμπόπουλος) χάνουν τη σύμπνοιά τους κι έτσι ένα-ένα τα μέλη τους. Και οι Σειρήνες (το υποσχόμενο Αμέρικα), ο Τειρεσίας (ένας οραματιστής αριστερός), ο Κύκλωπας Πολύφημος (ένας μπαμπέσης τσοπάνος), οι άξιοι τιμωρίας μνηστήρες (αχρείοι αρχόντοι) και τα υπόλοιπα ορόσημα προσώπων (Κίρκη, Ελπήνορας, Λαιστρυγόνες) και πλοκής (ασκοί του Αιόλου, Βόδια του Ήλιου, χώρα των Λωτοφάγων) της classic πηγής σαλαγάνε κουτσά στραβά τον Μάρκο (όπως Βαφειάδης;!) προς το γνώθι σαυτόν του.

Ούτε ο δαμασμός του άγριου περιβάλλοντος και η μετάπλασή του σε βιώσιμη ανθρώπινη ύλη ή πνεύμα, ψηφίδα της… προβληματικής, στερεώνεται αφού οι «το πηλοφόρι, το μυστρί» (που λέει ο λόγος, και το τραγούδι) λήψεις κάματου είναι από υποτυπώδεις έως ανύπαρκτες, ενώ περασματάκια των arts and crafts της φωτογραφίας (σ’ ένα κυριολεκτικό tableau vivant) και του πρωτο-σινεμά («το 8ον θαύμα της επιστήμης!») λαξεύονται περισσότερο ως φορμαλιστικές ατραξιόν παρά στα προαναφερθέντα πλαίσια. Υπό αντίξοες συνθήκες, ο Δημήτρης Κορδελάς στον φακό, μολονότι δεν λαξεύει ούτε το 1/3 της παλέτας, εν γένει εκμεταλλεύεται σωστά το habitat, πιο εντυπωσιακά στους ορεινούς όγκους της μονής, με το καλέμι της μαντείας τού μονόχειρα και της ακολουθίας «σημάδι – φωτό Λενιώς – Σταυρής» να βρίσκει ατμόσφαιρα, ουσία πλοκής κι εσένα πολύ κοντά στην καρδιά. Αλλά μπρος ο γκρεμός τού τραγουδίσματος του «Ξενιτεμένο μου Πουλί» και πίσω το ρέμα τού πλυσίματος των σκελεών στον καταρράκτη, «το δίκιο περπατούσε» και όμως χάθηκε πάλι στα βουνά και στα λαγκάδια, και τον εαυτό του έστειλε στον Άδη να βοσκάει ο Χαραλαμπόπουλος. Ο αναμάρτητος του ντόπιου πανιού της νεο-παράδοσης πρώτος τον λίθον βαλέτω…

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Οι με λαογραφικά ή/και ιστορικά ενδιαφέροντα, οι ασκημένοι στην πέτρα της υπομονής που απαιτεί ρυθμολογικά τουλάχιστον η φιλμογραφία τού Θόδωρου (ουχί του Κολοκοτρώνη), ο Κρίστοφερ Κινγκ του «Ηπειρώτικο Μοιρολόι», όλοι ενδέχεται να το βρουν ενδιαφέρον – όλοι, επίσης, θα δουν ότι το πελέκι του λίγο-πολύ αστοχεί και είναι παλαιό των ημερών. Οι του εμπορικού, οι νεολαίοι, οι αποστρεφόμενοι το made in Greece λασπολογούν ακατάσχετα.


MORE REVIEWS

ΠΟΛΥΔΡΟΣΟ

Μάνα και κόρη, αναμνήσεις μιας αγαπημένης γειτονιάς, γεμάτης φαντάσματα της μνήμης, σαν ξεφύλλισμα ενός album φωτογραφιών από περασμένες δεκαετίες, τυπωμένων σε χαρτί Kodak, με τον χρόνο να «θαμπώνει» τη νοσταλγική τετραχρωμία τους.

ΚΛΕΙΔΩΣΕΣ; - ΟΙ ΑΓΝΩΣΤΟΙ

«Αφού χαλάσει το αυτοκίνητό τους σε μια μικρή πόλη, ένα νεαρό ζευγάρι αναγκάζεται να περάσει τη νύχτα σε μια απομακρυσμένη καμπίνα. Αρχίζουν, όμως, να τρομοκρατούνται από τρεις μασκοφόρους αγνώστους χωρίς κίνητρο», μας πληροφορεί το δελτίο Τύπου.

Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΤΟΥ

Δίδυμο πληρώματος ασθενοφόρου, αποτελούμενο από έμπειρο διασώστη που «τα έχει δει όλα» και από νεοσύλλεκτο που δεν έχει δει τίποτα ακόμα, βιώνει στο πετσί του τη σκληρή Νέα Υόρκη της νύχτας, με τα δεκάδες μακάβρια περιστατικά της.

Η ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΝΗΜΑΤΟΣ

«Ένας ντετέκτιβ της Αστυνομίας του Σικάγου λαμβάνει μια κλήση ότι ένας κατά συρροή δολοφόνος εμφανίστηκε στη Σκωτία κι έτσι ξεκινά μια προσωπική αποστολή για να λύσει την υπόθεση που τον διέλυσε, πιάνοντας τον υπεύθυνο, ενώ τίποτα δεν είναι ποτέ όπως φαίνεται», μας πληροφορεί το δελτίο Τύπου.

ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

Παρέα πέντε εφήβων από τους δρόμους του Μεντεγίν ξεκινά ταξίδι προς την κολομβιανή ενδοχώρα, όταν ένας εξ αυτών κατοχυρώνει ιδιοκτησιακό δικαίωμα σε χωράφι που παρανόμως είχε αφαιρεθεί από τη γιαγιά του.