FreeCinema

Follow us

ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ (2017)

(PARIS CAN WAIT)

  • ΕΙΔΟΣ: Ρομαντική Κωμωδία
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Έλενορ Κόπολα
  • ΚΑΣΤ: Νταϊάν Λέιν, Αρνό Βιάρ, Άλεκ Μπόλντουιν
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 92'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: FEELGOOD

Σύζυγος μεγαλοπαραγωγού ταινιών δέχεται την πρόταση ενός εκ των συνεργατών του, προκειμένου να επιστρέψει από τις Κάννες στο Παρίσι οδικώς, βιώνοντας κατά τη διάρκεια τούτου του ξαφνικού road trip μια αναπάντεχη γαστριμαργική και συναισθηματική περιπέτεια.

Σκηνοθετικό ντεμπούτο στα… 80 (!) για τη σύζυγο του Φράνσις Φορντ Κόπολα και αν ο σοφός λαός επιμένει πως ποτέ δεν είναι αργά, στην περίπτωσή της Έλενορ θα μπορούσε να κάνει και μια εξαίρεση, αφού το μιαμισάωρο (ευτυχώς) «Το Παρίσι Μπορεί να Περιμένει» στο οποίο υπογράφει σκηνοθεσία και σενάριο είναι ό,τι πιο λιγωτικό και άβολο θα δεις σε ρομαντζάδα αυτή την εβδομάδα.

Βασισμένη – κατά τα λεγόμενα της ιδίας – σε προσωπικά βιώματα (δεν είναι δα και λίγο να συστήνεσαι ως η σύζυγος ενός εκ των σημαντικότερων δημιουργών στην ιστορία του κινηματογράφου), η ταινία απέχει παρασάγγας από την καλύτερη και βραβευμένη με EMMY δουλειά της Κόπολα, το ντοκιμαντέρ «Hearts of Darkness: A Filmmaker’s Apocalypse», στο οποίο είχε συνεισφέρει με προσωπικό υλικό των όσων διαδραματίστηκαν πίσω από τις κάμερες κατά τη διάρκεια της εφιαλτικής και πολυετούς παραγωγής του «Αποκάλυψη Τώρα!». Στον αντίποδα αυτού και ποντάροντας στην αποδοχή ενός φιλμ που μοιάζει εμπνευσμένο από τη χλιαρή ατμόσφαιρα των τελευταίων ταινιών του Γούντι Άλεν, «Το Παρίσι Μπορεί να Περιμένει» είναι ένα ρομάντζο που απλά… δεν «χωνεύεται» με τίποτα.

Η Ανν (Λέιν) είναι παντρεμένη με τον Μάικλ (Μπόλντουιν), έναν «σκληροπυρηνικό» Αμερικάνο που ζει τη μεγάλη ζωή ως διάσημος παραγωγός της βιομηχανίας του θεάματος. Με το κινητό να έχει μετατραπεί σε προέκταση του χεριού του, ο Μάικλ δεν έχει χρόνο για συζυγικά καθήκοντα και βόλτες στην ηλιόλουστη Κυανή Ακτή με τη γυναίκα του, η οποία αισθάνεται παραμελημένη και αποξενωμένη από τον δικό του κόσμο. Προκειμένου να γλυτώσει ένα ακόμη ταξίδι «διακοσμητικού», η Ανν θα αποφασίσει να μη συνοδεύσει τον Μάικλ στον επόμενο επαγγελματικό του προορισμό, προφασιζόμενη μια ενόχληση στα αυτιά που δεν της επιτρέπει να πετάξει μαζί του μέχρι τη Βουδαπέστη. Αντ’ αυτού, σκοπεύει να ταξιδέψει με τρένο μέχρι το Παρίσι, όπου και θα περιμένει στωικά (τι άλλο να κάνει, δηλαδή;) την επιστροφή του άντρα του σπιτιού. Για καλή της τύχη (που να ‘ξερε…), ένας Γάλλος συνάδελφος του Μάικλ, ο Ζακ (Βιάρ), θα της αντιπροτείνει να πάνε οδικώς μέχρι το Παρίσι, η Ανν θα δεχτεί κι έτσι θα ξεκινήσει το road trip της ζωής της, μια ανεπανάληπτη (ας κάνουμε και λίγο χιούμορ…) εμπειρία γεμάτη φίνα γαλλική κουζίνα, κλασική μουσική και μπόλικες δόσεις παριζιάνικου flirt.

Η λέξη «άβολο» αποκτά καινούργια διάσταση μετά τη θέαση της εν λόγω ταινίας, κάτι που δεν οφείλεται τόσο στην υπόθεσή της καθαυτή (καλά, και σε αυτήν!), όσο στον τρόπο με τον οποίο αποδίδει τους χαρακτήρες του το «ζεύγος» των πρωταγωνιστών, με εκείνον του Μπόλντουιν να γίνεται… μπουχός μέσα στα πρώτα κιόλας λεπτά, τσεπώνοντας την επιταγούλα για την… guest συμμετοχή του σε ένα φιλμ βουτηγμένο στο γαλλικό πατσουλί και την άκρατη – κι εκλεπτυσμένη, και καλά – οινοποσία και κατανάλωση φαγητού, που σαν αναπόσπαστο κομμάτι του σεναρίου καταλήγει να σε φέρει ένα βήμα πριν από το ξερατό (κι αν δεν τα καταφέρεις έτσι, τότε σίγουρα θα επιτευχθεί ο «στόχος» μέσω της γλοιώδους συμπεριφοράς του Ζακ).

Ειλικρινά, δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί πρόσφατα πιο στερεοτυπική απεικόνιση του πρότυπου «Γάλλος εραστής» από αυτήν εδώ κι αν όντως έτσι έχουν τα πράγματα, ευχαριστώ αλλά… δεν θα πάρω. Δεν υπάρχει στιγμή σε όλη τη διάρκεια της ταινίας που ο Ζακ να μη μοιάζει σαν ξαναμμένος έφηβος που έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του ένα και μόνο πράγμα: πώς να ρίξει την Ανν στο κρεβάτι, α λα βούλε βου κουσέ αβέκ μουά σε σουάρ. Αν, βέβαια, ήθελε μόνο αυτό, τα πράγματα θα ήταν ΟΚ (σοβαρά τώρα), αν μη τι άλλο θα έκανε τις προθέσεις του γνωστές, θα έτρωγε μια ωραιότατη χυλόπιτα (διότι η Ανν είναι και κυρία) και θα βολευόταν με coq au vin και μια creme brulee για τη χώνεψη. Αλλά όχι, ο Ζακ πρέπει να φλυαρεί ακατάπαυστα και για τα πάντα, να μοστράρει τις πρώην γκόμενες σε κάθε στάση με το αυτοκίνητο που θα «τύχει» να κάνουν με την Ανν, να ρίξει και έναν «γρήγορο» αν το σηκώνει η ώρα, να τρώει το καταπέτασμα, να πίνει, να καπνίζει και να παρατάει τη συνοδηγό του σύξυλη στο βενζινάδικο γιατί «είναι μια φίλη εδώ κοντά, μωρέ, που έχει τριαντάφυλλα και επειδή ξέρω ότι σου αρέσουν, είπα να πάω και να φέρω τον κήπο ολόκληρο χωρίς καν να σου πω ότι φεύγω, έτσι για την έκπληξη της όλης φάσης». Αχ, αυτοί οι Γάλλοι!

Σκέψου τώρα απέναντι σε όλη αυτή τη φαρσοειδή συμπεριφορά του Ζακ, τον χαρακτήρα της Λέιν, μια γυναίκα χωρίς δουλειά και τρομερά ενδιαφέροντα, που ακολουθεί πιστά τον σύζυγό της παντού, πικραμένη από τα εργασιακά του καπρίτσια, εξυπηρετώντας τις περισσότερες φορές ρόλο όμορφης «γλάστρας», πειθήνια, συγκαταβατική και χαμογελαστή, με μοναδικό hobby την ακατάπαυστη χρήση της φωτογραφικής της μηχανής με την οποία φωτογραφίζει τα πάντα, κυρίως το gourmet φαγητό και τις διαφορετικές ποικιλίες Merlot που «κατεβάζουν» σε γενναίες ποσότητες και ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Αν αυτό που φαντάζεσαι είναι πως η Λέιν θα την «πατήσει» με τον Ζακ, ο οποίος κατά τα άλλα είναι ίδιος με τον άντρα της (απλά τυγχάνει να είναι Γάλλος), θα σου πω πως προφανώς και συμβαίνει αυτό, αφού γυναίκα είναι κι αυτή, τι να κάνει, λυγάει μπροστά στο καραμελωμένο ντοματίνι που σερβίρεται ως ορεκτικό στο τετράστερο εστιατόριο όπου την πάει ο Δον Ζουάν, υπό την ηχητική υπόκρουση μουσικής supermarket. Ο μοναδικός λόγος για να δει κάποιος αυτή την ταινία είναι η τοποθεσία όπου πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα, κυρίως η ευρύτερη περιοχή της Προβηγκίας, ξακουστή για τη γραφική της ομορφιά. Κατά τα άλλα, πρόκειται για μια περίπτωση γεμάτη κλισέ και πρόζα που περιορίζεται σε… μουγκρητά γαστριμαργικής απόλαυσης. Είπαμε, ο έρωτας περνάει από το στομάχι, αλλά στην περίπτωση του «Το Παρίσι Μπορεί να Περιμένει»… την καούρα δεν την αποφεύγεις.

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Εξαρτάται, αν ψήνεσαι για ξεμωραμένους Γάλλους και κρυόκωλα αστεία που σώζονται μόνο από το ηλιόλουστο φόντο της ταινίας, τότε βρίσκεσαι στο στοιχείο σου. Διαφορετικά, και καλύτερες φωτογραφικές λήψεις από αυτές της Ανν μπορείς να τσεκάρεις στο Instagram και, όπως και το Παρίσι, μπορείς κι εσύ να περιμένεις… κάποια καλύτερη ταινία στα σινεμά. Μετά το τέλος του καλοκαιριού αυτού, μάλλον…


MORE REVIEWS

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;

Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ

Γερμανική πολυεθνική που επιθυμεί ν’ ανοίξει supermarket σε χωριό της Σλοβενίας στέλνει επιτόπου εκπρόσωπό της για αυτοψία. Εκείνη, όμως, πέφτει πάνω σε κάτι φευγάτους τύπους που για hobby τους έχουν… την αναπαράσταση μαχών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και ούτε ζωγραφιστούς δεν θέλουν να βλέπουν τους Γερμανούς!

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Ο Αρτ και ο Πάτρικ καψουρεύονται την Τάσι. Και οι τρεις τους παίζουν tennis επαγγελματικά. Και θέλουν να κερδίζουν. Αλλά στο… κρεβάτι τρίτος δε χωρεί.

ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΝΕΥΜΑ

Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών της διακοπών, η μικρή Σαλομέ βιώνει τον θάνατο της αγαπημένης της γιαγιάς. Εν μέσω οικογενειακών φιλονικιών περί των διαδικαστικών της κηδείας, το πνεύμα της μακαρίτισσας «στοιχειώνει» την αθώα πιτσιρίκα.