FreeCinema

Follow us

PLEASANTVILLE (1998)

  • ΕΙΔΟΣ: Δράμα Φαντασίας
  • ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γκάρι Ρος
  • ΚΑΣΤ: Τόμπι Μαγκουάιρ, Ρις Γουίδερσπουν, Τζόαν Άλεν, Γουίλιαμ Μέισι, Τζεφ Ντάνιελς
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 124'
  • ΔΙΑΝΟΜΗ: WARNER ROADSHOW

Μια τηλεοπτική, μαυρόασπρη, πλαστή «Εδέμ» των ‘50s είναι το σκηνικό της πιο σύγχρονης πολιτικής παραβολής που σκαρφίστηκε το Χόλιγουντ, μετά τον… Φόρεστ Γκαμπ!

Ο πεσιμισμός των ‘90s καθορίζει την ψυχολογία και την κοινωνική συμπεριφορά των σημερινών teenager. Η ταινία ξεκινά από τη σήμερα, σε ένα αμερικανικό σχολείο όπου οι καθηγητές, πράττοντας το πολιτικά ορθό, ενημερώνουν τους μαθητές για το «μέλλον» τους: αυξημένα ποσοστά ανεργίας, οικολογικές καταστροφές, εξάπλωση επιδημιών και θανατηφόρων νόσων… Με λίγα λόγια… μάνα, γιατί με γέννησες!

Είσοδος των βασικών χαρακτήρων: η Τζένιφερ και ο Ντέιβιντ είναι δίδυμα αδέρφια που μεγαλώνουν με στοργή και αγάπη σε μία… διαλυμένη οικογένεια. Η πρώτη, τυπικά… περπατημένη, ο δεύτερος μονίμως κολλημένος στην τηλεόραση, μαθαίνει απ’ έξω κι ανακατωτά το αγαπημένο του sitcom από τα ‘50s, το «Pleasantville», εξιδανικεύοντας το ανέμελο παρελθόν, ζητώντας την οικογενειακή – νοσταλγική – θαλπωρή και την ασφάλεια του «αμερικανικού ονείρου». Ένας καυγάς για το remote control και η επέμβαση του από… επισκευής Θεού, θα οδηγήσει τα δύο αδέλφια μέσα στον ασπρόμαυρο κόσμο του «Pleasantville», στους ρόλους των παιδιών της ευτυχισμένης οικογένειας Πάρκερ, κάνοντας την Τζένιφερ να ουρλιάζει από απόγνωση: «We’ re like stuck in nerdville!».

Κλασικό πρότυπο του ρεπουμπλικανικού ιδεώδους, η πόλη του «Pleasantville» έχει βιώσει μονάχα το ήθος και το επιτρεπτό όπως καθορίζονταν από την εποχή στην οποία γυριζόταν η σειρά. Μπροστά στη φρικτή, αδιέξοδη πραγματικότητα του σήμερα, λοιπόν, ο αναλλοίωτα «παραμυθένιος» κόσμος του «Pleasantville» μετατρέπεται όχι απλά σε δυνατότητα φυγής, μα κυρίως σε ιδεολογική παγίδα! Ο Ντέιβιντ, αρχικά, δεν θα θελήσει ν’ αλλάξει τον ρου του… σεναρίου, μαγεμένος από τη γλυκιά συνήθεια του rerun, την γνώση της εξέλιξης στην πλοκή και το pleasant «συναίσθημα». Ξέρει τον ρόλο του και πιστεύει πως μπορεί να ζήσει με αυτόν τον χαρακτήρα. Όχι όμως και η Τζένιφερ, η οποία ανακαλύπτει έντρομη ότι στο «Pleasantville» κανείς δεν ξέρει τι σημαίνει σεξ, πουθενά δεν υπάρχουν διπλά κρεβάτια, οι λεκάνες είναι ανύπαρκτες, οι πυροσβέστες υπάρχουν μόνο για να κατεβάζουν γάτες από τα δέντρα και ο ουρανός δεν σκοτεινιάζει ποτέ από σύννεφα βροχής! Αυτή η ουτοπία πλαστών αξιών, λοιπόν, χρειάζεται ολίγες μεταρρυθμίσεις…

Το «Pleasantville» είναι το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Γκάρι Ρος, σεναριογράφου («Big», «Dave») και πρώην συγγραφέα πολιτικών λόγων για τον Μάικλ Δουκάκη και τον Μπιλ Κλίντον (ως στρατευμένος Δημοκρατικός…). Παρατηρώντας σχεδόν «επιδερμικά» το φιλμ, αμέσως διακρίνει κανείς την Κάπρα-esque διάθεση, περασμένη μέσα από την παρανοϊκή φαντασία της «Ζώνης του Λυκόφωτος», μέχρι και ίχνη της Ντόροθι από τον «Μάγο του Οζ» (1939), η οποία προσγειώνεται «somewhere over the rainbow», αντιστρέφοντας τους κανόνες που λένε ότι η χώρα του «παραμυθιού» είναι ένα Technicolor πανηγύρι. Φτάνοντας «βαθύτερα», καταλήγουμε στο απλό συμπέρασμα ότι ο Ρος είχε κατά νου μία πολιτική αλληγορία που θα γινόταν άμεσα αντιληπτή από το αμερικανικό κοινό, τη μαζική κατανάλωση. Στόχος του, η εισβολή των ιδεολογικών αντιλήψεων στην κοινωνική νοοτροπία του μέσου Αμερικανού και ο ρόλος της πολιτιστικής καλλιέργειας μέσα σε αυτό το σύνολο «δημοκρατικού» βίου. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η πιο κυνικές νύξεις στο «Pleasantville» αφορούν στην αποδοχή της κουλτούρας από μία συντηρητική κοινωνία, η οποία, όταν αφήνεται ανεξέλεγκτη, υιοθετεί φασίζουσες τακτικές ενάντια στις Τέχνες που παίζουν το ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου από τις μάζες των λαϊκιστών.

Οι αναφορές στην ταινία δεν είναι καθόλου τυχαίες. Όταν ο Ντέιβιντ γεμίζει τις λευκές σελίδες των βιβλίων του «Pleasantville», οι μαυρόασπροι teenager λαμβάνουν τον «αμαρτωλό» καρπό της σκέψης και της φαντασίας και γίνονται… έγχρωμοι διαβάζοντας το «Huckleberry Finn» ή το «Catcher in the Rye», κλασικά λογοτεχνήματα που δέχτηκαν τις βολές της λογοκρισίας στις ΗΠΑ ως βιβλία ανάρμοστου παιδαγωγικού χαρακτήρα. Έντονα τα κρούσματα και στο diner του κυρίου Τζόνσον, όπου το jukebox αποκτά χρώμα παίζοντας από rock ‘n’ roll (η μουσική του Σατανά!) μέχρι το «Take Five» από το κουαρτέτο του Ντέιβ Μπρούμπεκ! Η επανάσταση του συμπαθούς ιδιοκτήτη έρχεται με την ανακάλυψη του… κυβισμού στη ζωγραφική, της δυναμικής των χρωμάτων και της ελευθερίας που προέρχεται από την καλλιτεχνική έμπνευση. Όταν, όμως, το γυμνό σώμα εμπνέει, οι μάζες μπορούν να κρίνουν την Τέχνη ως αισχρότητα και να την καταδικάζουν. Ο Ρος φτάνει στα άκρα του ιστορικού παραδειγματισμού, όταν παρουσιάζει τους ασπρόμαυρους – στην πλειοψηφία – πολίτες του «Pleasantville» να καταστρέφουν έργα πολιτιστικής κληρονομιάς και να καίνε βιβλία όπως στην περίοδο του ναζισμού, τρέποντας σε φυγή τους «colored» (ευφυές λογοπαίγνιο ρατσιστικών καταβολών) απελευθερωμένους πολίτες.

Καθοριστικό για την εξέλιξη της ζωής στο τηλεοπτικό «Pleasantville», το σεξ και η εξάσκησή του, από την ερωτική πράξη έως την αυτοϊκανοποίηση, κάνει ολοφάνερη την αναφορά του Ρος στο προπατορικό αμάρτημα, σατιρίζοντας τις σχετικές θρησκευτικές αρχές και προκαταλήψεις. Η νέα «Εδέμ» αποκαλείται Lover’s Lane και μετατρέπεται σε ένα… όργιο χρώματος, μετά τα μαθήματα σεξουαλικής αγωγής που δίνει η Τζένιφερ στο… παρθένο έδαφος της πόλης. Μπροστά σε αυτή την κοσμογονία, οι χαρακτήρες των δύο νέων συνειδητοποιούνται και αλλάζουν (σταδιακά) μέτωπα, ταυτίζοντας τις καινούργιες κατευθύνσεις τους με το «κάνε το σωστό», όπως ορίζεται από τα δημοκρατικά κέντρα αποφάσεων του σήμερα. Έτσι, το «αμερικανικό όνειρο» και η καπρική κινηματογραφική φόρμουλα μπορούν να ταιριάξουν με το political correct και να οδηγήσουν σ’ ένα αποδεκτά διδακτικό φινάλε, σε μορφή λαϊκού δικαστηρίου, όπου ο ήρωας θα δώσει το απόλυτο speech. Κατακριτέο; Καθόλου! Αυτή είναι η προβλέψιμη κατάληψη του αμερικανικού σινεμά, το «λογύδριο» περιμένουμε για να δικαιώσουμε την ήσυχη συνείδησή μας και να γυρίσουμε με τάξη και ασφάλεια στα σπιτάκια μας (και επειδή όλοι είμαστε… αμερικανοτραφείς, δεν κάνω διαχωρισμούς σε ντόπιους και ξένους θεατές). Η διαφορά με το «Pleasantville» είναι ότι καταθέτει αλήθειες, σαρκάζει άμεσα και σε βγάζει από τη νάρκη της ιδεολογίας, προτείνοντας κατεύθυνση… κεντρώα. Life goes on και στη ζωή και στην – με ανθρώπινη υπόσταση, πλέον – τηλεόραση. Ο κόσμος έχει το μέλλον που θα ζήσει ο καθένας μας, ας το αξιοποιήσουμε όσο το δυνατόν πιο ελεύθερα, πιο σωστά. Διδακτικό φινάλε; Καμία σχέση! Οι ήρωες του «Pleasantville», θαυμάζοντας έναν γαλανό ουρανό, απορούν για το τι θα ακολουθήσει. Η απάντηση; Κανείς δεν ξέρει. Έτσι δεν συμβαίνει και στη ζωή;

ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;

Το άνωθεν κείμενο είναι η κριτική που έγραψα για το περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ (τεύχος 99) το 1999, όταν το φιλμ διανεμήθηκε για πρώτη φορά στους ελληνικούς κινηματογράφους. Το «Pleasantville» προτάθηκε μόλις για τρία βραβεία Όσκαρ (σκηνικών, κοστουμιών και μουσικής) την ίδια χρονιά και μάλλον παραμένει παραγνωρισμένο, αν και η θέασή του σήμερα μπορεί να… σοκάρει, καθώς τα ιδεολογικά και κοινωνικά ζητήματα που θίγει δείχνουν τόσο… ανησυχητικά επίκαιρα!


MORE REVIEWS

Ο ΚΑΣΚΑΝΤΕΡ

Κασκαντέρ που «εξαφανίστηκε» από τον χώρο μετά από ατύχημα σε γύρισμα, επιστρέφει στα κινηματογραφικά sets με την ελπίδα να ξανακερδίσει την καρδιά της αγαπημένης του οπερατέρ, η οποία κάνει ποδαρικό ως σκηνοθέτις με sci-fi περιπέτεια στην Αυστραλία. Η παραγωγός του φιλμ, όμως, τον χρειάζεται για κάτι πιο σημαντικό: πρέπει να εντοπίσει τον πρωταγωνιστή που εκείνος αντικαθιστούσε πάντοτε και έχει χαθεί μυστηριωδώς.

ΣΤΟΝ ΙΣΤΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Ο Καλέμπ, νεαρός κάτοικος του ελαφρώς γκετοποιημένου κτηριακού συγκροτήματος Les Arenes de Picasso, λίγο έξω από το Παρίσι, με αδυναμία στο να συλλέγει εξωτικά έντομα, φέρνει στο διαμέρισμά του μια σπάνια αράχνη άκρως επικίνδυνη και δηλητηριώδη, η οποία αναπαράγεται με απίστευτη ευκολία και ταχύτητα. Επίσης, τα τέκνα της… μεγαλώνουν αφύσικα!

ΓΚΑΡΦΙΛΝΤ: ΓΑΤΟΣ ΜΕ ΠΕΤΑΛΑ

Ο Γκάρφιλντ θυμάται τα παιδικά του χρόνια, όταν μια βροχερή νύχτα έχασε τον αλητόγατο μπαμπά του, Βικ, και η μυρωδιά μιας πιτσαρίας τον οδήγησε στην αγκαλιά του μοναχικού Τζον κι ενός παντοτινού σπιτικού, μέχρι να προστεθεί στην παρέα τους και ο αγαθός σκύλος Όντι. Η κανονικότητα των δύο τετράποδων θ’ ανατραπεί όταν πέσουν θύματα απαγωγής και αναγκαστούν να γίνουν πιόνια μιας παράτολμης ληστείας με… δεσμούς από το παρελθόν!

ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΙΣ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ

Άνδρας που ζει μοναχικά σε ορεινή περιοχή, ανοίγει την πόρτα του σπιτιού του σε άγνωστη κοπέλα που, εν εξάλλω καταστάσει, του ζητά βοήθεια μέσα στη νύχτα, επικαλούμενη επίθεση πλάσματος (;) αγνώστου ταυτότητας και στοιχείων προς την ερευνητική ομάδα βιολόγων στην οποία ανήκει και είχε κατασκηνώσει στο παρακείμενο δάσος.

ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΓΚΙ

H ζωή έχει γίνει λίγο πολύ απαιτητική για τη Σούπερ Μάγκι. Καθώς η εγκληματικότητα στην πόλη είναι σε ύφεση, περνά τον χρόνο της βοηθώντας στην απόφραξη αποχετεύσεων και στην υποβολή φορολογικών δηλώσεων, αντί να σώζει τον κόσμο. Σίγουρα δεν είχε επιλέξει κάτι τέτοιο! Όταν μια μοχθηρή ιδιοφυΐα της τεχνολογίας απειλεί να παγιδεύσει ολόκληρη την πόλη σε μια «τέλεια» προσομοίωση metaverse, η Μάγκι και ο Σουίτι πρέπει να συνεργαστούν για να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Μήπως είναι και η τελευταία περιπέτεια του δυναμικού ντουέτου;