ΑΥΤΗ Η ΓΗ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΗ ΜΑΣ (2017)
(CHEZ NOUS)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Λουκά Μπελβό
- ΚΑΣΤ: Εμιλί Ντεκέν, Αντρέ Ντισολιέ, Γκιγιόμ Γκουί, Κατρίν Ζακόμπ
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 117'
- ΔΙΑΝΟΜΗ: WEIRD WAVE
Μια νοσοκόμα, που μεγαλώνει μόνη της τα δυο παιδιά της, προσεγγίζεται από ένα εθνικιστικό κόμμα για να αναλάβει τη θέση της υποψήφιας δημάρχου της μικρής της πόλης. Τα πολιτικά διλήμματα θα δώσουν τη θέση τους σε άλλα, προσωπικά, οικογενειακά και ηθικά.
Πριν καν βγει στις αίθουσες, η ταινία του Λουκά Μπελβό προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στη Γαλλία και πήρε πολλή δημοσιότητα, καθώς το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν κατηγόρησε την παραγωγή ότι τη «φωτογραφίζει» και παρεμβαίνει στις προεδρικές εκλογές της περασμένης άνοιξης. Η ταινία παρουσιάζει μια πραγματικότητα που ισχύει τόσο στη Γαλλία όσο και σε άλλες χώρες (και στην Ελλάδα, βεβαίως), με την αύξηση της δύναμης εθνικιστικών και νεοναζιστικών κομμάτων, τις βίαιες πρακτικές τους και την προσέλκυση πολιτών που δεν θα πίστευε κανείς ότι ασπάζονται ρατσιστικές και φασιστικές ιδέες.
Μια τέτοια περίπτωση είναι η κεντρική ηρωίδα της ταινίας, η Πολίν, που μεγαλώνει μόνη της δύο παιδιά, δουλεύει ως νοσοκόμα στη μικρή της, κάπως παρηκμασμένη εργατική πόλη και είναι αγαπητή σε όλους τους ασθενείς της που επισκέπτεται κατ’ οίκον. Η Πολίν δεν έχει καμία ιδιαίτερη σχέση με την πολιτική, εκτός από το κομμουνιστικό παρελθόν του πατέρα της και μια γενική δυσαρέσκεια για την «κατάσταση» που επικρατεί. Στο πρόσωπό της, ένας μεγαλογιατρός της πόλης, στέλεχος εθνικιστικού κόμματος, βρίσκει μια ιδανική, άβουλη υποψήφια για τις δημοτικές εκλογές. Το γεγονός ότι η Πολίν δεν είναι πολιτικός δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Αυτό που χρειάζεται είναι να είναι συμπαθής στον κόσμο, να είναι… ξανθιά (μετά από μια επίσκεψη στο κομμωτήριο), να μη φέρνει αντιρρήσεις στην αρχηγό, τη δυναμική Ανιές, η οποία αναπόφευκτα παραπέμπει στη Μαρίν Λεπέν, με την ξενοφοβική, «πατριωτική» ρητορική της.
Τα πράγματα περιπλέκονται όταν στην πολιτική μπει και ο έρωτας. Έπειτα από πολλά χρόνια, η Πολίν θα επανασυνδεθεί με τον εφηβικό της έρωτα, μόνο που ο Στάνκο εκτός από προπονητής στην ποδοσφαιρική ομάδα του γιου της είναι και ενεργός αρχηγός σε τάγματα κρούσης που επιτίθενται σε μετανάστες. Εκείνη δεν το γνωρίζει, ούτε το συνειδητοποιεί, ακόμη κι όταν δει ένα τατουάζ στην πλάτη του το οποίο δεν αφήνει πολλά περιθώρια για τις ναζιστικές του αναφορές.
Σιγά-σιγά, με την ανακοίνωση της υποψηφιότητας, η ζωή τής Πολίν αρχίζει να γίνεται αφόρητη. Ο πατέρας της τής ανακοινώνει ότι δεν θέλει να την ξαναδεί. Φίλες της διαδηλώνουν εναντίον της. Είναι αναγκασμένη να προβάλει ένα πρόγραμμα για το οποίο όχι μόνο δεν έχει ιδέα, αλλά ούτε καν της ανακοινώθηκε. Και πίσω από την πλάτη της, ο γιατρός και ο Στάνκο λύνουν τις παλιές τους διαφορές με εκατέρωθεν απειλές.
Ο Λουκά Μπελβό αναπτύσσει την ιστορία με συνέπεια και αρκετό ενδιαφέρον για τον θεατή, παρά το γεγονός ότι η αφήγηση δεν ξεφεύγει από μια προβλέψιμη δομή. Την ταινία στηρίζουν οι ερμηνείες όλου του καστ και κυρίως η Εμιλί Ντεκέν, πάνω στην οποία πέφτει (εύλογα) το μεγαλύτερο βάρος. Είναι, ωστόσο, δύσκολο να πιστέψεις την τόση αφέλεια με την οποία η Πολίν ζει την πραγματικότητα. Μια γυναίκα που πέφτει με τόση ευκολία θύμα των πάντων (του γιατρού, της Ανιές, του Στάνκο), ακόμη κι αν δεχτείς την παντελή έλλειψη επαφής της με την πολιτική και το πώς κινείται ένα βίαιο εθνικιστικό κόμμα, πώς δέχεται να μπει στη διαδικασία να διεκδικήσει για λογαριασμό του ένα δημόσιο αξίωμα; Είναι το μεγαλύτερο ελάττωμα της ταινίας, που παρ’ όλα αυτά δίνει μια πειστική εικόνα για τη μαύρη πλευρά της πολιτικής που αναπτύσσεται υπόγεια και σταθερά στις ευρωπαϊκές χώρες.