ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΚΑΙ Η ΚΟΥΝΙΑ (2013)
- ΕΙΔΟΣ: Δράμα
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαρία Ντούζα
- ΚΑΣΤ: Μυρτώ Αλικάκη, Ηλίας Λογοθέτης, Μιργιάνα Καράνοβιτς, Νίκος Ορφανός, Γιώργος Σουξές, Ίρις Μίττα, Ελένη Κουλέτση
- ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 108’
- ΔΙΑΝΟΜΗ: STRADA FILMS
Ελληνίδα, μόνιμη κάτοικος Λονδίνου και νεο-εκλεγείσα καθηγήτρια καρδιολογίας, δέχεται κλήση από τον πατέρα της ότι πρέπει να επιστρέψει στην πατρίδα. Ενώ και η οικογενειακή της σταθερότητα απειλείται από πρόσφατες εξελίξεις, η Ελένη αποφασίζει να γυρίσει για λίγες μέρες, μόνο και μόνο για να βρει τα πράγματα τελείως διαφορετικά από ό,τι τα άφησε. Και σε αυτά περιλαμβάνεται η παρουσία μίας γυναίκας από τη Σερβία στο σπίτι του πατέρα της.
Αυτό για το οποίο δεν μπορεί να κατηγορήσει κανείς τη Μαρία Ντούζα είναι για έλλειψη φιλοδοξίας. Στην ίδια ταινία, η σκηνοθέτις και σεναριογράφος επιχειρεί να καλύψει ένα εύρος θεματικών, που, είτε λίγο είτε πολύ, έχουν να κάνουν με την έννοια τής μετανάστευσης, τόσο στο παρελθόν όσο και στο σήμερα, αλλά και την έννοια τής «πατρίδας», καθώς και των παραγόντων που την ορίζουν. Παράλληλα, δυναμιτίζει την αφήγηση με οικογενειακά μυστικά αλλά και ιστορικές λεπτομέρειες, που δίνουν μεν βολική πάσα για τις εξελίξεις του οικογενειακού παρελθόντος των χαρακτήρων, αλλά έχουν ως αποτέλεσμα ο αφηγηματικός ιστός να μοιάζει τόσο πλήρης ώστε μπορεί να χαρακτηριστεί και υπερφορτωμένος.
Για την ακρίβεια, ο χαρακτήρας τόσο της Ελένης (Μυρτώ Αλικάκη), όσο και του πατέρα της (Ηλίας Λογοθέτης) αλλά και της Σέρβας, που συμπληρώνει το πρωταγωνιστικό τρίδυμο (Μιργιάνα Καράνοβιτς), είναι σε τέτοιο βαθμό επηρεασμένοι από το παρελθόν, που, ουσιαστικά, στην υπόθεση υπάρχει υλικό για… ολόκληρη τηλεοπτική σειρά! Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η ιστορία να μεταπηδά από υποπλοκή σε υποπλοκή, χωρίς να προλαβαίνει να αφιερώσει επαρκή χρόνο για την ανάπτυξή της, αλλά και να έχει μια συνεχή διάθεση για όλο και περισσότερες ανατροπές, μέχρι να αποκαλυφθεί ολόκληρη η αλήθεια της ιστορίας. Κατά στιγμές, γίνεται προφανής η πρόθεση της σκηνοθέτιδος να καλύψει σε όσο μεγαλύτερο εύρος γίνεται το θέμα της, αναλύοντας κάθε πιθανή προέκτασή του, όμως, η έλλειψη επιμέρους εμβάθυνσης, το κάνει να φαίνεται επιφανειακό και, τελικά, προβληματικό. Το μάλλον κλισέ και αναγκαστικά καθαρτικό φινάλε δε φαίνεται να βοηθά για την ανατροπή των εντυπώσεων.
Παρ’ όλα αυτά, η φροντισμένη παραγωγή και οι σοβαρές ερμηνείες (η Μυρτώ Αλικάκη δεν έχει απογοητεύσει ποτέ, εξάλλου) δίνουν ελαφρυντικά σε μία ταινία, που, ευτυχώς, μοιάζει ελληνική και σύγχρονη, αλλά με κλασικίζουσα προσέγγιση, μακριά από τους πειραματισμούς ύφους και νόρμας στους οποίους μας έχει συνηθίσει το σύγχρονο ελληνικό σινεμά. «Το Δέντρο και η Κούνια» προσφέρει έναν κινηματογράφο mainstream και ανοιχτό προς το ευρύ κοινό, όμως, το πρόβλημά του είναι ότι δεν έχει την ικανότητα να προσδώσει επαρκή δραματική ισχύ στα επιμέρους γεγονότα, ώστε να αποκτήσει σταδιακά και το μεγάλο συναισθηματικό φορτίο, το οποίο φιλοδοξεί να μεταδώσει. Ειδικά για μία ταινία που μοιράζεται τόσους πολλούς από τους σύγχρονους προβληματισμούς τής ελληνικής κοινωνίας, είναι απογοητευτικό να καταλήγει τόσο αποστειρωμένη και «ασφαλής».